Ισως να μην το γνωρίζετε, αλλά υπάρχουν σοβαρά επιχειρήματα
υπέρ της άρσης της παγκοσμιοποίησης. Δύο πρώην πρόεδροι των
ΗΠΑ, ο Ρόναλντ Ρέιγκαν και ο Τζορτζ Μπους, είχαν προβεί σε
κινήσεις ανάλογες με τους δασμούς του Τραμπ. Οι εχθροί αυτών
των τάσεων εκφράζουν φόβους ότι η παγκοσμιοποίηση που
δρομολογήθηκε μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης το
1991 καταρρέει και ότι αυτό είναι εξ ορισμού κακό. Δεν είναι
τόσο απλό. Τα παραπάνω έγραψε προσφάτως το Reuters, η
θεωρία του ελευθέρου εμπορίου πιστώνεται στους Ανταμ Σμιθ
και Ντέιβιντ Ρικάρντο, και έχει ως εξής: με τη μείωση των
δασμών στα προϊόντα και την ελεύθερη διακίνηση ανθρώπων,
κάθε προϊόν παράγεται όπου έχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα,
και οι εργαζόμενοι πηγαίνουν όπου χρειάζονται περισσότερο.
Οπως όλα τα οικονομικά μοντέλα, η θεωρία βασίζεται σε
υποθέσεις που δεν επαληθεύονται πλήρως στην πραγματικότητα.
Δεν λαμβάνει υπ’ όψιν τα έσοδα που φέρνουν στις διάφορες
χώρες οι δασμοί. Στην πραγματική ζωή, άλλωστε, οι άνθρωποι
δεν αλλάζουν εύκολα χώρα. Το χειρότερο είναι, όμως, ότι δεν
λαμβάνει υπ’ όψιν την παρέμβαση των κυβερνήσεων στο εμπόριο.
Οι χώρες μπορούν να επιβάλουν δασμούς και περιορισμούς, αλλά
πλήττουν την ανταγωνιστικότητά τους. Η περίοδος της
παγκοσμιοποίησης από το 1991 έως το 2016 ήταν, τελικά, πολύ
διαφορετική απ’ αυτό που οραματίστηκαν οι Σμιθ και Ρικάρντο.
Από το 1994, οπότε υπεγράφη ο Γύρος της Ουρουγουάης για το
ελεύθερο εμπόριο, δεν έχει ολοκληρωθεί καμία άλλη παγκόσμια
συμφωνία ελευθέρου εμπορίου. Αντιθέτως, είναι άφθονες οι
διμερείς και περιφερειακές συμφωνίες που περιλαμβάνουν
εργατικές νομοθεσίες, κανόνες για την προστασία του
περιβάλλοντος και πνευματικά δικαιώματα. Αυτές οι προβλέψεις
συνήθως καταργούν το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που μπορεί να
έχει μια χώρα. Στην περίπτωση της εμπορικής συμφωνίας ΤΡΡ,
από την οποία απέσυρε τις ΗΠΑ ο Τραμπ, το όφελος για την
αμερικανική οικονομία προερχόταν από τις προμήθειες στις
άδειες ευρεσιτεχνίας και τις πληρωμές των πνευματικών
δικαιωμάτων, που έφθαναν στα 79 δισ. δολάρια. Την ίδια
στιγμή, ο μεταποιητικός τομέας των ΗΠΑ παρουσίαζε ζημία 44
δισ. δολαρίων, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού.
Μία άλλη παράμετρος που διαφοροποιεί την παγκοσμιοποίηση από
το κλασικό μοντέλο ελευθέρου εμπορίου είναι η πληθώρα
διεθνών ρυθμίσεων. Ο ανταγωνισμός μπορεί να αναγκάσει μια
χώρα να αποσύρει τις πλέον επιζήμιες ρυθμίσεις της. Οι
παγκόσμιες ρυθμίσεις, όμως, είναι άλλο πράγμα, καθώς μπορούν
να καταστρέψουν τα οφέλη του ελεύθερου εμπορίου με το υψηλό
κόστος τους. Αν το ελεύθερο εμπόριο προϋποθέτει την
παρέμβαση του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου, δεν είναι
πραγματικά ελεύθερο εμπόριο, ενώ η ύπαρξη της Παγκόσμιας
Τράπεζας, του ΔΝΤ, του ΟΟΣΑ και άλλων διεθνών οργανισμών
αντιβαίνει στη συλλογιστική που διέπει την παγκοσμιοποίηση.
Η παγκοσμιοποίηση θέτει, άλλωστε, νέα ερωτήματα στην εποχή
του Διαδικτύου. Εχει συγκεντρωθεί πολύ μεγάλη δύναμη στα
χέρια ελάχιστων, τεράστιων, κυρίως αμερικανικών εταιρειών
υψηλής τεχνολογίας που ελέγχουν προσωπικά δεδομένα μεγάλου
ποσοστού κατοίκων όλου του κόσμου. Αν η Ε.Ε., η Κίνα, η
Ιαπωνία και άλλες χώρες επιβάλουν κανόνες στη λειτουργία του
Διαδικτύου, τότε οι επιχειρηματικοί κολοσσοί θα έχουν
ανταγωνιστικό μειονέκτημα εκτός ΗΠΑ.
Ολα αυτά καταδεικνύουν ότι η διαμάχη ανάμεσα στους οπαδούς
της παγκοσμιοποίησης και τους υπερμάχους του προστατευτισμού
είναι πολύ πιο σύνθετη. Ενας κόσμος στον οποίο θα έχουν
μικρότερη επιρροή οι διεθνείς οργανισμοί και θα υπάρχουν
μέτριοι δασμοί θα είχε πολλά πλεονεκτήματα. Θα
σταθεροποιήσει τις παγκόσμιες ροές εμπορίου, θα απομακρύνει
την τεχνητή αύξηση εξαγωγών που προκαλείται με τις
υποτιμήσεις των νομισμάτων και θα αποτρέψει τη σύναψη
συμφωνιών που επιβαρύνουν τους καταναλωτές με το κόστος
ρυθμίσεων για τα πνευματικά δικαιώματα. Δεν χρειάζεται να
ξεχάσουμε τα οφέλη που προσφέρει η εφαρμογή των ιδεών Σμιθ -
Ρικάρντο, αλλά μια μερική ανάκληση της παγκοσμιοποίησης θα
έχει επίσης οφέλη.
|