Όπως πριν από μερικές ημέρες έγραψε το Reuters, η πρόσφατη
διόρθωση στις παγκόσμιες αγορές μετοχών ενδέχεται να
αποδειχθεί προσωρινή. Οφείλεται εν μέρει στην εκτεταμένη
χρήση λογισμικού σε χρηματιστηριακές πράξεις. Παρ’ όλ’ αυτά,
ήταν η ενίσχυση του ρυθμού αύξησης των μισθών στις ΗΠΑ στο
2,9% τον Ιανουάριο που έθεσε σε κίνηση τα προγράμματα
λογισμικού. Η αναπάντεχη αύξηση του πληθωρισμού κατά 0,5% τον
Ιανουάριο κάνει την κατάσταση ακόμη πιο ενδιαφέρουσα. Η
εξέλιξη θα ήταν σημαντική αν αποτελεί ένδειξη για την έλευση
μιας εποχής που η οικονομία θα ακολουθεί και πάλι ορισμένους
κανόνες που έχουν ακυρωθεί εδώ και πολλά χρόνια.
Σύμφωνα με τη βασική οικονομική θεωρία, όταν επιταχύνεται η
αύξηση του ΑΕΠ, τότε οι εταιρείες πουλάνε όσα προϊόντα
μπορούν να παράγουν, ώστε να καταφέρουν να αυξήσουν τις
τιμές χωρίς να περιορίσουν τη ζήτηση. Οι εταιρείες βρίσκουν
περισσότερες ευκαιρίες για να κάνουν επικερδείς επενδύσεις,
η οικονομική ανάπτυξη οδηγεί στην πρόσληψη περισσότερων
εργατών, εν ανάγκη καταβάλλοντας και υψηλότερους μισθούς. Οι
υψηλότεροι μισθοί και τιμές αλληλοτροφοδοτούνται, οδηγούν σε
άνοδο του πληθωρισμού και, τελικά, σε αύξηση των επιτοκίων
δανεισμού. Σε αυτό το απλό μοντέλο, η συμπεριφορά των
μετοχών είναι κάπως προβληματική. Η άνοδος των τιμών και η
προσδοκία για υψηλότερη κερδοφορία ευνοούν τα εταιρικά κέρδη,
τα οποία όμως περιορίζονται εξαιτίας των μεγαλύτερων μισθών
και του υψηλότερου κόστους εξυπηρέτησης του χρέους που
οφείλεται στην άνοδο των επιτοκίων δανεισμού. Δεδομένων όλων
αυτών, δεν θα πρέπει να εκπλήσσεται κανείς με την αναταραχή
στις αγορές. Ακόμη και αν προσθέσει κάποιος την αβεβαιότητα
γύρω από τις μετοχές, το οικονομικό μοντέλο είναι σαφές.
Επενδυτές και οικονομολόγοι βασίζονται σε αυτό επί δεκαετίες.
Ατυχώς, παρεμβάλλεται η πραγματικότητα. Η οικονομία
παραβιάζει αυτούς τους κανόνες εδώ και χρόνια, ιδίως στην
περίοδο της οικονομικής ανάκαμψης που ακολούθησε τη
χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Η υποχώρηση της ανεργίας
δεν οδήγησε σε αύξηση των μισθών, ενώ ο λαϊκισμός ενισχύεται
ακόμη και όταν έχουμε ενίσχυση της οικονομίας.
Κανείς δεν αρνείται ότι το κοινώς αποδεκτό μοντέλο έρχεται
σε σύγκρουση με την πραγματικότητα. Η επιθυμία η
πραγματικότητα να συμμορφωθεί και πάλι με τη θεωρία είναι
σχεδόν απτή. Δεν είναι να απορεί κανείς που πολλοί ειδικοί
και κερδοσκόποι ερμήνευσαν τα στοιχεία για τον αμερικανικό
πληθωρισμό ως προάγγελο υψηλότερου πληθωρισμού, υψηλότερων
αποδόσεων και επιτοκίων δανεισμού. Η ερμηνεία τους ενδέχεται
να είναι σωστή. Σίγουρα θα ήταν υπερβολικό να πει κανείς ότι
οι παλιές σχέσεις στην οικονομία έχουν καταρρεύσει για πάντα.
Ωστόσο η απουσία πειστικού εναλλακτικού μοντέλου οδηγεί στο
συμπέρασμα ότι έχει αποτύχει το ισχύον μοντέλο. Σε αυτή την
περίπτωση είναι πιθανόν να υποχωρήσουν οι πληθωριστικές
πιέσεις, ακόμη και αν υπάρχει ισχυρή άνοδος της απασχόλησης
στις περισσότερες ανεπτυγμένες οικονομίες. Οι οικονομολόγοι
θα πρέπει να προσθέσουν περισσότερες μεταβλητές στο μοντέλο
τους. Εχουν προοδεύσει στο θέμα του κόστους και της
διαθεσιμότητας καταναλωτικών και επιχειρηματικών δανείων,
αλλά όχι τόσο πολύ όσον αφορά δημογραφικούς παράγοντες,
κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες όπως προγράμματα κοινωνικής
πρόνοιας, εργασιακή νομοθεσία, φορολογία, τραπεζικό
κανονιστικό πλαίσιο, ψυχολογία τραπεζιτών και επενδυτών. Η
περίληψη όλων αυτών των παραγόντων θα περιπλέξει το σύστημα,
ενδεχομένως τόσο πολύ, ώστε κανένα μοντέλο να μην μπορεί να
εξηγήσει τις εξελίξεις για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι
επενδυτές μπορεί να θυμώσουν που θα αναγκαστούν να ξεγράψουν
τους παλιούς κανόνες, όμως η αλλαγή δεν θα είναι τόσο μεγάλη
διότι πρακτικά δεν ίσχυαν εδώ και πολλά χρόνια. Στη
χειρότερη περίπτωση, οι επενδυτές θα πρέπει να συνηθίσουν σε
πολύ πιο έντονες διακυμάνσεις μεταξύ απληστίας και φόβου.
|