Προσωπικά ως GFF και ως στήλη
από την πρώτη στιγμή του BREXIT έχουμε την ίδια άποψη. Ότι
οι συνέπειες από το BREXIT κατά το πρώτο χρονικό διάστημα θα
ήταν αρκετά «soft» και αρκετοί θα είναι αυτοί που θα πουν.
Ορίστε έγινε το BREXIT και δε συνέβη τίποτα. Ωστόσο σταδιακά
οι επιπτώσεις από το BREXIT θα είναι πολύ μεγάλες. Πολύ
μεγάλες και αρνητικές για τη Βρετανική οικονομία και το
Βρετανικό λαό σε όλα τα μέτωπα. Όπως λοιπόν έγραψε ο
κ. Charles Woolfson (επίτιμος καθηγητής Εργατικών Σπουδών
στο Ινστιτούτο Ερευνών Μετανάστευσης, Εθνικότητας και
Κοινωνίας του Πανεπιστημίου Λινκέπινγκ στη Σουηδία), πολλές
φορές τα δικαιώματα των εργαζομένων και η προστασία τους
τίθενται σε αμφισβήτηση στο πλαίσιο του Παγκόσμιου
Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) – ειδικά όταν η παρακολούθηση της
εφαρμογής των σχετικών διατάξεων σε διεθνές επίπεδο είναι
πλημμελής. Μία συμφωνία, την οποία θα συνάψει η Βρετανία με
την Ευρωπαϊκή Ενωση υπό την αιγίδα του ΠΟΕ, ενδεχομένως να
δώσει λαβή σε μια συντηρητική κυβέρνηση να αποδυναμώσει το
ήδη χαλαρό πλαίσιο κανόνων που ισχύει για τα δικαιώματα των
εργαζομένων και τις συνθήκες εργασίας. Αλλωστε, μετά την
έξοδό της (Βrexit), η Βρετανία θα είναι απλά μια «τρίτη χώρα»
για την Ε.Ε. και ενδεχομένως η μεταξύ τους εμπορική συμφωνία
να είναι παρόμοια με εκείνην του Καναδά (CETA). Κι ενώ
υπάρχει ειδικό κεφάλαιο στην CETA, το οποίο αφορά τις
αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και τις προδιαγραφές εργασίας,
ταυτόχρονα αναγνωρίζεται «το δικαίωμα εκάστου των
συμβαλλομένων μερών να θέτει τις προτεραιότητές του, να
ορίζει τα επίπεδα προστασίας των εργαζομένων και αναλόγως να
προσαρμόζει τη νομοθεσία και τις πολιτικές του». Στις δε
εμπορικές συμφωνίες,που προβλέπουν τη βελτίωση των συνθηκών
εργασίας στις αναπτυσσόμενες χώρες, τα πράγματα επιδέχονται
ακόμα μεγαλύτερη αμφισβήτηση.
Βέβαια, η
ειρωνεία της τύχης θέλει τις μελλοντικές εμπορικές συμφωνίες,
τις οποίες θα διαπραγματευθεί η Βρετανία, να δίνουν την
ευκαιρία στους εταίρους της να ζητήσουν να χαλαρώσουν
κανόνες που θεωρούνται αυστηροί. Ενα παράδειγμα είναι η
συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, που προτάθηκε από τις ΗΠΑ και
προβλέπει να αμβλυνθούν οι βρετανικοί κανόνες προστασίας του
περιβάλλοντος και οι προδιαγραφές ασφαλείας. Είναι, πάντως,
απίθανο να συναφθεί μεταξύ Λονδίνου και Βρυξελλών μια
νορβηγικού τύπου συμφωνία. Βάσει αυτής, προσφέρεται πρόσβαση
στην ενιαία αγορά υπό τον όρο ότι συμμορφώνεται η
συμβαλλόμενη χώρα με όλες τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές,
συμπεριλαμβανομένης και αυτής για την ελεύθερη μετακίνηση
ανθρώπων. Ο αρμόδιος για το Brexit διαπραγματευτής της Ε.Ε.
Μισέλ Μπαρνιέ έχει διαμηνύσει ότι περιμένει από τη Βρετανία
να ενημερώσει την Ευρώπη εάν θα εξακολουθήσει να συμβαδίζει
με το ευρωπαϊκό μοντέλο. Απαντώντας, ο Βρετανός υπουργός
Οικονομικών, Φίλιπ Χάμοντ, τονίζει ότι δεν είναι στόχος της
κυβέρνησης Τερέζας Μέι να μεταμορφώσει τη χώρα σε μια πλήρως
απελευθερωμένη οικονομία τύπου Σιγκαπούρης. Αντιθέτως, όπως
διευκρίνισε, «η Βρετανία μετά την αποχώρησή της από την Ε.Ε.
θα συνεχίσει να λειτουργεί ως οικονομικό, κοινωνικό και
πολιτιστικό μοντέλο με ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά».
Η Ευρωπαϊκή
Επιτροπή, πάντως, προειδοποιεί πως εάν δημιουργηθούν από τη
Βρετανία «ειδικές εμπορικές ζώνες για την επεξεργασία των
εξαγώγιμων προϊόντων», υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να
υπονομευθούν τα δικαιώματα των εργαζομένων στις συλλογικές
διαπραγματεύσεις των συμβάσεών τους, αλλά και τα δικαιώματά
τους στις διαβουλεύσεις με την εργοδοσία σε περίπτωση
επικείμενων απολύσεων. Βέβαια, ορισμένοι θα αντιτείνουν πως
ούτε η Κομισιόν έχει καλές επιδόσεις στην προστασία των
εργαζομένων, ειδικά όταν προωθεί το μοντέλο της «ευέλικτης
απασχόλησης» στις χώρες που υπάγονται σε πρόγραμμα
δημοσιονομικής προσαρμογής. |