Με τις αγορές να κρέμονται
κάθε φορά από τα χείλη της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας.
Και μεγάλοι επενδυτικοί οίκοι να λένε προσφάτως πως η FED
ενδεχομένως θα καθορίσει σε μεγαλύτερο βαθμό την πορεία -των
αγορών. Από το αλλοπρόσαλλο D. Trump.
«Υπομονή» είναι η νέα τάση που κυριαρχεί στην αμερικανική
Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Fed), λιγότερο από δύο εβδομάδες πριν
από την πρώτη συνεδρίαση των Αμερικανών κεντρικών τραπεζιτών
το νέο έτος, και οι περισσότεροι λένε ανοιχτά πως επιθυμούν
να υπάρξει διακοπή, έστω και προσωρινή, στην αύξηση των
αμερικανικών επιτοκίων δανεισμού. Όπως σχολίασε το Reuters,
ο Τζερόμ Πάουελ, επικεφαλής της Fed, χρησιμοποίησε πρώτη
φορά τη λέξη «υπομονή» πριν από λίγες ημέρες ώστε να
περιγράψει την προσέγγιση που θα ακολουθήσει όσον αφορά τη
νομισματική πολιτική. Η δήλωσή του αυτή έφερε ηρεμία στις
αγορές έπειτα από αναταραχή μηνών. Την περασμένη
εβδομάδα, επτά ακόμη Αμερικανοί κεντρικοί τραπεζίτες
ακολούθησαν το παράδειγμα του Πάουελ και υιοθέτησαν την «υπομονετική»
προσέγγιση ή έδωσαν το σήμα πως είναι υπέρ της διακοπής της
αύξησης των επιτοκίων δανεισμού. Αρκετοί ακόμη συνάδελφοί
τους είχαν υιοθετήσει στις αρχές του μήνα στάση βλέποντας
και κάνοντας, και πλέον είναι σαφές πως υπάρχει γενική
συναίνεση μεταξύ των 17 αξιωματούχων της Fed που θα
συναντηθούν στις 29-30 Ιανουαρίου.
Όπως είχε σχολιάσει σε άρθρο
του το
Reuters, η
επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης, η συντριβή των μετοχών
το τέταρτο τρίμηνο του 2018 και η μερική διακοπή λειτουργίας
της αμερικανικής κυβέρνησης, που απειλεί την καταναλωτική
εμπιστοσύνη και την καταναλωτική δαπάνη, έχουν προκαλέσει
ανησυχία μεταξύ των Αμερικανών κεντρικών τραπεζιτών, που
μόλις έναν μήνα νωρίτερα περιέγραφαν ως «στιβαρή» την
οικονομική δραστηριότητα στις ΗΠΑ. Επιπλέον, λένε, δεν έχει
γίνει ακόμη πλήρως αντιληπτή η επίπτωση των τεσσάρων
αυξήσεων των επιτοκίων δανεισμού που είχε κάνει η Fed το
2018. «Η προσέγγιση που χρειαζόμαστε πρέπει να είναι (βασισμένη
σε) σύνεση, υπομονή και καλή κρίση», είχε δηλώσει την
περασμένη Παρασκευή ο Τζον Γουίλιαμς, πρόεδρος της
περιφερειακής Fed της Νέας Υόρκης, προσθέτοντας πως αν
συνεχιστεί η ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας, τότε
ενδέχεται να χρειαστεί η αύξηση των επιτοκίων δανεισμού «κάποια
χρονική στιγμή». Προς το παρόν, είχε προσθέσει, οι ευνοϊκοί
άνεμοι που είχαν ενισχύσει την αμερικανική οικονομία στη
μεγαλύτερη διάρκεια του 2018 «έχουν χάσει τη δύναμή τους».
Η Μαίρη
Ντάλι, πρόεδρος της περιφερειακής Fed του Σαν Φρανσίσκο,
είχε δηλώσει την περασμένη Παρασκευή στην Washington Post
ότι «τείνει προς τη διακοπή (της αύξησης των επιτοκίων
δανεισμού) για κάποιο διάστημα» ώστε να διαπιστωθεί πώς θα
εξελιχθεί η οικονομία. Στο ίδιο κλίμα ο Ρόμπερτ Κάπλαν,
πρόεδρος της περιφερειακής Fed του Ντάλας, είχε δηλώσει την
περασμένη Τρίτη ότι η «υπομονή» που δείχνει η Fed πρέπει να
διαρκέσει ένα με δύο τρίμηνα. Ακόμη και η Εστερ Τζορτζ, η
οποία είχε γίνει γνωστή ως η μόνη που υποστήριζε την αύξηση
των επιτοκίων δανεισμού όταν όλοι οι υπόλοιποι Αμερικανοί
κεντρικοί τραπεζίτες τάσσονταν εναντίον, υποστήριξε πως
πρέπει να υπάρξει διάλειμμα στην αύξησή τους.
Οι
τραπεζίτες της Fed ανησυχούν για θέματα που ποικίλλουν από
την επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας μέχρι το αδιέξοδο
που επικρατεί στην Ουάσιγκτον για τον προϋπολογισμό και το
οποίο έχει οδηγήσει στην αναστολή λειτουργίας της
αμερικανικής κυβέρνησης εδώ και 32 ημέρες. Η αβεβαιότητα που
προκαλούν αυτά τα ζητήματα –όπως επίσης και η επικείμενη
αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση– απειλεί την
αμερικανική οικονομία, είχε δηλώσει σε συνέντευξη που είχε
παραχωρήσει το βράδυ της Παρασκευής η Λάελ Μπρέιναρντ, μία
εκ των διοικητών της Fed. Δεν ανησυχούν στον ίδιο βαθμό όλοι
οι διοικητές της Fed. Την περασμένη Πέμπτη ο Ράνταλ Κάρλες,
διοικητής της Fed, είχε δηλώσει πως το βασικό σενάριο που
προβλέπει ισχυρή ανάπτυξης της αμερικανικής οικονομίας
εξακολουθεί να ισχύσει σε μεγάλο βαθμό. Ο Ερικ Ρόζενγκρεν,
πρόεδρος της περιφερειακής Fed της Βοστώνης, είχε δηλώσει
νωρίτερα τον Ιανουάριο πως είναι πιθανό να χρειαστεί η Fed
να αυξήσει τα επιτόκια δανεισμού δύο φορές εντός του 2019.
Αλλωστε, αυτό το σήμα είχε στείλει η Fed μετά τη συνεδρίαση
του Δεκεμβρίου.
|