Αν και η άποψη μας είναι πως είναι αστείο να πιστεύει κανείς
πα θα μπει τέλος στο μαύρο χρήμα που διακινείται ανά τον
κόσμο. Απλώς κατά καιρούς αλλάζουν οι χώρες – προορισμοί που
συμμετέχουν σε αυτή τη διαδικασία. Ωστόσο υπάρχουν και οι
αισιόδοξοι που πιστεύουνε πως αργά ή γρήγορα θα μπει τέλος
Είτε έτσι είτε αλλιώς, ένα πολύ ενδιαφέρον δημοσίευμα έγραψε
προσφάτως το Reuters, στο οποίο σημειώνεται πως ένα κύμα «βρώμικου
χρήματος» σαρώνει την Ευρώπη από άκρη σε άκρη. Στην αρχή του
έτους είχαμε δικαστικές έρευνες σε Λετονία και σε Μάλτα, ενώ
τώρα στις έρευνες για την παράνομη μεταφορά κεφαλαίων
εμπλέκονται μεγάλα ονόματα του τραπεζικού κλάδου, όπως η
ολλανδική ING και η σκανδιναβική Danske Bank. Τέτοια πληθώρα
υποθέσεων αναδεικνύει το γεγονός πως η ευρωπαϊκή άμυνα κατά
του ξεπλύματος «μαύρου» χρήματος δεν ανταποκρίνεται στις
απαιτήσεις. Η αποτυχία των τραπεζιτών να εντοπίσουν παράνομη
μεταφορά κεφαλαίου μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες για τις
τράπεζες και για τους μετόχους τους. Η ανικανότητα των
στελεχών της ING να εντοπίσουν αμφιβόλου προέλευσης κεφάλαια
από το Ουζμπεκιστάν που πέρασαν από τους λογαριασμούς της θα
κοστίσει στην ολλανδική τράπεζα πρόστιμο ύψους 900 εκατ.
δολαρίων, το οποίο θα πλήξει την κερδοφορία της, παρά τη
διαβεβαίωση πως δεν θα επηρεαστεί το μέρισμα. Για την Danske,
της οποίας η μετοχή έχει υποχωρήσει κατά 30% από τότε που
αποκαλύφθηκε η εμπλοκή της σε ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος, το
κόστος θα είναι ακόμη μεγαλύτερο. Η συγκεκριμένη τράπεζα
ενδέχεται να έχει χειριστεί, μέσω της θυγατρικής της στην
Εσθονία, κεφάλαια προερχόμενα από την πρώην Σοβιετική Ενωση
ύψους 30 δισ. δολαρίων, που όμως δεν έχουν όλα παράνομη
προέλευση, σύμφωνα με δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας
Financial Times.
Το ποσό των 30 δισ. δολαρίων αντιστοιχεί στο 5% των
συναλλαγών που γίνονται παγκοσμίως μέσω της Danske Bank και
είναι υπερτριπλάσιο από το ποσό 8,3 δισ. ευρώ που τον Ιούλιο
εκτιμούσε εφημερίδα της Δανίας ότι είχε ξεπλύνει η τράπεζα.
Οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν τον Μάιο σε ευρωπαϊκό
επίπεδο με στόχο να διαπιστώνεται ευκολότερα ποιος κερδίζει
από δυνητικά παράνομη μεταφορά κεφαλαίου θα έπρεπε να έχουν
βελτιώσει την κατάσταση. Τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης
έχουν στη διάθεσή τους περιθώριο 18 μηνών ώστε να θέσουν σε
λειτουργία δημόσια μητρώα όπου θα καταγράφονται οι
πραγματικοί ιδιοκτήτες εταιρειών, περιλαμβανομένων των
παροιμιωδώς αδιαφανών εταιρειών που λειτουργούν ως «βιτρίνες».
Τέτοιου είδους αρχεία –αν και δεν αποτελούν πανάκεια– θα
είναι προσβάσιμα από τις τράπεζες. Πιστωτικά ιδρύματα όπως η
ING –η οποία έχει τριπλασιάσει στα 450 άτομα το προσωπικό
που είναι επιφορτισμένο με την τήρηση της νομοθεσίας και των
κανονισμών– θα μπορούν να χρησιμοποιούν το μητρώο ως βάση
για να επιταχύνουν τη διαδικασία ελέγχου των πελατών τους.
Οι δε μικρότερες τράπεζες θα μπορούσαν να περιορίσουν το
κόστος τέτοιων ελέγχων.
Το μόνο πρόβλημα για τις τράπεζες είναι πως η προσπάθεια της
Ευρωπαϊκής Ενωσης να ενισχύσει τη διαφάνεια θα μπορούσε να
αποκαλύψει ορισμένες όχι τόσο ασφαλείς διαδικασίες ελέγχου.
Δεδομένου πως οι τράπεζες λειτουργούν ως ενδιάμεσοι, θα
έπρεπε να τους έχει ήδη γίνει δεύτερη φύση ο έλεγχος της
προέλευσης των χρημάτων των πελατών τους. Αν δημόσια μητρώα
είναι προσβάσιμα από κανονιστικές αρχές, δημοσιογράφους και
ομάδες πίεσης (lobby) διευκολύνουν τρίτους να ελέγχουν την
προέλευση κεφαλαίων, τότε θα καταστεί απολύτως προφανές
ποιες τράπεζες έκαναν τα στραβά μάτια. Οσες από αυτές τις
τράπεζες διαθέτουν έξυπνη διοίκηση θα προχωρήσουν και
μάλιστα γρήγορα σε διορθωτικές κινήσεις. Οσες διαθέτουν
λιγότερο έξυπνη διοίκηση σύντομα θα διασυρθούν δημοσίως.
|