Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως οι ανησυχίες που εξέφρασε το
ΔΝΤ για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας, είναι ένα από
τα βασικά θέματα της εβδομάδας που ολοκληρώνεται σήμερα.
Ωστόσο και όπως με χαρακτηριστικό τρόπο σχολίασε ο
αρθρογράφος (Swaha Pattanaik)
του Reuters, οι καλές
συμβουλές είναι άχρηστες αν δεν τις ακολουθήσει κανείς. Αυτό
είναι ίσως το πρόβλημα του ΔΝΤ, του οποίου οι τελευταίες
οικονομικές συστάσεις είναι καλές, αλλά είτε είναι δύσκολο
να εφαρμοσθούν είτε είναι σχεδόν σίγουρο πως θα αγνοηθούν.
Το Ταμείο προβλέπει για το 2019 ρυθμό ανάπτυξης της
παγκόσμιας οικονομίας 3,3%, από 3,6% το 2018, ενώ η πρόβλεψη
του Ιανουαρίου ήταν 3,5%. Η επιβράδυνση στις ανεπτυγμένες
οικονομίες ευθύνεται για περισσότερο από τα δύο τρίτα της
προβλεπόμενης επιβράδυνσης σε σύγκριση με τον ρυθμό του
2018, ενώ ιδιαίτερα μεγάλη είναι η προς τα κάτω αναθεώρηση
για Γερμανία και Ιταλία. Και αυτά υπό την προϋπόθεση πως όλα
θα εξελιχθούν ομαλά. Το ΔΝΤ βασίζει την πρόβλεψή του στο ότι
η Κίνα ενισχύει την οικονομία, έστω και σε περιορισμένο
βαθμό, στο ότι θα διατηρηθεί το θετικό κλίμα στις
χρηματοπιστωτικές αγορές, στο ότι θα εκλείψουν ορισμένοι
παράγοντες που επιβράδυναν την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη και
στη σταθεροποίηση ορισμένων μεγάλων αναπτυσσόμενων
οικονομιών, όπως η Τουρκία και η Αργεντινή. Ακόμη και αν
ισχύσουν όλα αυτά, θα μπορούσε να προκύψει νέα ένταση στο
εμπόριο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Ή θα μπορούσε να προκύψει
πρόβλημα στην Ευρώπη, αν, ας πούμε, αποχωρήσει η Βρετανία
από την Ε.Ε. χωρίς συμφωνία ή αν αυξηθούν σε υπερβολικά
υψηλό επίπεδο οι αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων,
επιδεινώνοντας την κατάσταση των ιταλικών τραπεζών. Δεν
είναι να απορεί κανείς που η Γκίτα Γκόπινατ, επικεφαλής
οικονομολόγος ταου ΔΝΤ, τονίζει πόσο σημαντικό είναι να
αποφευχθούν τα λάθη.
Όπως
γράφει το Reuters, το Ταμείο καλεί την Κίνα να περιορίσει κι
άλλο, αλλά όχι υπερβολικά, τις βασιζόμενες σε δανεισμό
επενδύσεις και υπενθυμίζει πως ίσως χρειαστεί η λήψη
δημοσιονομικών μέτρων για την ενίσχυση της οικονομίας, αν
επιβραδυνθεί απότομα η ανάπτυξη. Στην περίπτωση των ΗΠΑ, το
Ταμείο επαινεί την υπομονετική στάση που έχει υιοθετήσει η
αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Fed), ωστόσο ζητεί από την
κυβέρνηση Τραμπ να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα ως ποσοστό
του ΑΕΠ, μετά την εφαρμογή μέτρων που αύξησαν το ήδη υψηλό
δημόσιο χρέος των ΗΠΑ. Η δε Γερμανία κατονομάζεται ως μία
από τις χώρες που έχουν το περιθώριο να ενισχύσουν την
εσωτερική τους ζήτηση. Ορισμένες από αυτές τις συμβουλές
ίσως να είναι δύσκολο να εφαρμοσθούν, όπως στην περίπτωση
της Κίνας. Αλλες πιθανότατα θα αγνοηθούν, όπως στην
περίπτωση των ΗΠΑ ή της Γερμανίας, επειδή δεν ταιριάζουν με
τις προτεραιότητες των κυβερνήσεων.
Ο Τραμπ θα
θέλει να βρίσκεται σε καλή κατάσταση η αμερικανική οικονομία
πριν από τις εκλογές του 2020, ενώ η κυβέρνηση της Αγκελα
Μέρκελ δίνει υπερβολικά μεγάλη αξία στη δημοσιονομική
πειθαρχία, ώστε να αυξήσει σημαντικά τις δαπάνες. Οπως και η
Κασσάνδρα, έτσι και το ΔΝΤ ίσως θα πρέπει να συμβιβαστεί με
την ιδέα πως έχει δίκιο, αν και κανείς δεν το ακούει.
|