Αν και στην εποχή που οι ευρωπαίοι ηγέτες μιλάνε πλέον
επίσημα για την Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων, εντούτοις το
ζήτημα της ενοποίηση της ευρωζώνης και οι επιπτώσεις σε
αυτήν την από την κρίση συνεχίζουν να προκαλούν συζητήσεις.
Όπως προσφάτως έγραψε ο
Jurgen Metthes
(επικεφαλής
του τμήματος Ερευνών Διεθνών Οικονομικών και Οικονομικών
Προοπτικών στο Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών Κολωνίας - IW),
ένας συνηθισμένος ισχυρισμός στη συζήτηση για το
μέλλον του ευρώ αφορά το ότι η κρίση χρέους κατέδειξε πως
χωρίς περισσότερη δημοσιονομική ενοποίηση η ΟΝΕ δεν έχει
βιωσιμότητα. Όπως έγραψε ο
Jurgen Metthes,
όσοι διατυπώνουν την άποψη αυτή, δεν συνεκτιμούν ότι οι
σοβαροί παράγοντες που προκάλεσαν την κρίση είναι απίθανο να
υπάρξουν εκ νέου. Μία αντίστοιχη κρίση, πάντως, θα μπορούσε
να αποφευχθεί με την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων στον
χρηματοπιστωτικό κλάδο. Στα τέλη Μαΐου η Κομισιόν θα
παρουσιάσει κείμενο προβληματισμού σχετικά με το μέλλον της
ΟΝΕ. Πιθανώς θα εμπεριέχει προτάσεις για μέτρα με στόχο τη
μεγαλύτερη δημοσιονομική ενοποίηση της Ευρωζώνης σε
μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, ώστε να αντεπεξέλθει σε μελλοντική
κρίση.
Ενα από τα επιχειρήματα, τα οποία επανέρχονται, είναι το
εξής: η κρίση της Ευρωζώνης κατέδειξε ότι χώρες-μέλη της,
που αντιμετωπίζουν ύφεση, δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν χωρίς
στήριξη από έναν κεντρικό προϋπολογισμό. Εξάγοντας τέτοια
συμπεράσματα, σημαίνει ότι η πρόσφατη κρίση συνιστά κάτι το
συνηθισμένο, χωρίς να εξετάζεται το ότι είναι απίθανο να
επαναληφθεί:
1) Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση είναι από αυτές που
συμβαίνουν μία φορά στα 100 χρόνια. Προκάλεσε τεράστια
αύξηση στο δημόσιο χρέος, επειδή κατέρρευσαν οι οικονομίες.
Ως εκ τούτου, χρειάζονταν μεγάλα πακέτα στήριξης, ενώ και οι
τράπεζες έπρεπε να σωθούν με δαπανηρά πακέτα βοήθειας. Ως
αποτέλεσμα, όταν έπειτα από λίγο ξέσπασε η κρίση της
Ευρωζώνης, είχαν περιοριστεί κατά πολύ τα περιθώρια δράσης
των εθνικών αρχών. Αναμφίβολα θα εκδηλωθούν και άλλες
χρηματοπιστωτικές κρίσεις στο μέλλον. Πάντως, εάν
υλοποιηθούν μεταρρυθμίσεις, θα μειωθούν κατά πολύ οι
πιθανότητες να υπάρξει μία αντίστοιχη δεινή κρίση.
2) Η μεγάλη μείωση επιτοκίων στη νότια Ευρώπη πριν και
αμέσως μετά από τη θέσπιση της ΟΝΕ ενίσχυσε την εγχώρια
ζήτηση και ελάττωσε δραστικά το κόστος δανεισμού. Αυτό
συνέτεινε στο να δημιουργηθεί ένα υπέρογκο εξωτερικό χρέος
και ένα αντίστοιχο στον ιδιωτικό τομέα. Αυτοί οι δύο
παράγοντες συνδέονται με την έκταση και το βάθος της κρίσης.
Μια τόσο δραστική μείωση επιτοκίων σε συνηθισμένες
οικονομικές συνθήκες μάλλον δεν θα επαναληφθεί.
3) Οι οικονομίες του ευρωπαϊκού Νότου έχουν τεχνολογική
υστέρηση εν συγκρίσει με τον Βορρά. Εξ ου και υπέστησαν
σοβαρούς κραδασμούς από την παγκοσμιοποίηση τα τελευταία
δέκα χρόνια. Οξύνθηκε ο ανταγωνισμός με πολύ γρήγορους
ρυθμούς από τις χώρες με φθηνά εργατικά χέρια. Ειδικότερα, η
Κίνα, αφότου έγινε δεκτή στον ΠΟΕ, ευεργετήθηκε από τους
λιγότερους περιορισμούς στο εμπόριο με την Ευρώπη και
επέκτεινε πάρα πολύ το μερίδιο των εξαγωγών της. Αντίστοιχα
και οι χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης μέσω της
διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ενωσης εξασφάλισαν βελτιωμένη
πρόσβαση στην τότε αγορά των 15 κρατών - μελών. Ο
ανταγωνισμός των χωρών με εργαζομένους χαμηλών αμοιβών δεν
θα πάψει, αλλά δεν θα επιταθεί στον βαθμό που είχε γίνει τα
προηγούμενα χρόνια. Επιπλέον, οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου
έχουν χρόνο να προσαρμοστούν στις προκλήσεις του
ανταγωνισμού.
4) Στα μέσα της περασμένης δεκαετίας, οι μεταρρυθμίσεις στην
αγορά εργασίας και η συγκράτηση των μισθών στη Γερμανία
συνέβαλε στην αυξανόμενη απόκλιση μεταξύ των χωρών της Ζώνης
του Ευρώ στο πεδίο των μισθών, των τιμών και της
ανταγωνιστικότητας. Την ίδια περίοδο στη νότια Ευρώπη οι
μισθοί αυξάνονταν πέραν της παραγωγικότητας. Οι συνθήκες
αυτές συνέτειναν σημαντικά στις μεγάλες ανισορροπίες των
ισοζυγίων τρεχουσών συναλλαγών, οι οποίες με τη σειρά τους
οδήγησαν στην κρίση. Στην Γερμανία δεν αναμένεται νέος
κύκλος εργασιακών μεταρρυθμίσεων, ενώ στις περισσότερες
χώρες της νότιας Ευρώπης έχει βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα
των τιμών. |