Όπως έχουμε γράψει ένα από τα χειρότερα πράγματα που ζούμε
τη σημερινή εποχή είναι ο λαϊκισμός μιας σειρά ηγετών. Ένα
λαϊκισμός ο οποίος προσωπικά όπως έχουμε γράψει δεν
πιστεύουμε ότι οφείλεται στο ευρώ ή τη λιτότητα (σίγουρα
αυτά τον επιτείνουν), αλά στις εισοδηματικές ανισότητες που
υπάρχουν στις παραδοσιακές δυτικές οικονομίες. Σήμερα όμως
θα ασχοληθούμε με τον
Trump,
ο οποίος σε πρώτη ανάγνωση είναι χωρίς καμία αμφιβολία ο
πλέον λαϊκιστής πολιτικής στην ιστορία των ΗΠΑ.
Όπως προσφάτως έγραψαν οι
New York Times,
ο Ντόναλντ Τραμπ προέβαλε το προφίλ του ανορθόδοξου αλλά
αποτελεσματικού ηγέτη για να περάσει το κατώφλι του Λευκού
Οίκου. Θεωρητικά θα ενεργούσε διαφορετικά από τους
προκατόχους του, όντας ένας επιδέξιος διαπραγματευτής που
μπορεί να υπερπηδήσει τις συνήθεις ιδεολογικές αντιθέσεις.
Λογικά, οι υποστηρικτές του θα πρέπει να έχουν απογοητευθεί
οικτρά, όχι μόνον από την αποτυχία να συνάψει συμφωνίες αλλά
από το γεγονός ότι δεν έχει καμία καινούργια πρόταση να
παρουσιάσει. Αναπαράγει απλά τις ιδέες που υποστηρίζει η
Δεξιά εδώ και χρόνια.
Αυτό συνέβη με το σχέδιο του Ντόναλντ Τραμπ για την Υγεία,
το Trumpcare. Ανατέθηκε στον Πολ Ράιαν, ο οποίος είναι
πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων και αυτός επινόησε ένα
αναμενόμενο σχέδιο. Καταργήθηκε η ιατρική κάλυψη σε
εκατομμύρια πολίτες, επιδεινώθηκαν οι παροχές για τους
υπόλοιπους και τα ομοσπονδιακά κονδύλια που περίσσεψαν
προορίζονται για φοροαπαλλαγές των πλουσίων. Αυτός είναι
λαϊκισμός.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει με τους φόρους. Ο Ντόναλντ Τραμπ
είχε υποσχεθεί πως θα αποκάλυπτε τις προτάσεις του
επιτελείου του για τη μεγαλύτερη φορολογική μεταρρύθμιση από
την εποχή του Ρόναλντ Ρέιγκαν. Οποιες και εάν είναι οι
λεπτομέρειες της φορολογικής πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ,
ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: το Trumptax θα είναι μια μεγάλη
εξόρμηση στον εξωπραγματικό κόσμο των οικονομικών. Πώς
μπορεί να είμαι βέβαιος για κάτι τέτοιο; Πρόσφατα, ο Στίβεν
Μνούτσιν, υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, είχε δηλώσει πως «το
φορολογικό σχέδιο της κυβέρνησης Τραμπ θα αυτοτροφοδοτείται
μέσα από την ανάπτυξη». Ολοι γνωρίζουμε τι σημαίνει αυτό.
Τη δεκαετία του ’80, ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος είχε
αναπτύξει τη δική του εκδοχή των οικονομικών της προσφοράς,
υποστηρίζοντας πως η μείωση της φορολόγησης των πλουσίων θα
οδηγούσε σε ένα οικονομικό θαύμα όπου τα έσοδα του
ομοσπονδιακού κράτους θα εκτοξεύονταν στα ύψη. Ηταν η «οικονομική
πολιτική βουντού». Εξελίχθηκε στο βασικό δόγμα των
Ρεπουμπλικανών και ισχύει μέχρι σήμερα. Ομως, το εκπληκτικό
με το δόγμα αυτό είναι πως έχει δοκιμαστεί ξανά και ξανά,
ενώ έχει αποτύχει επανειλημμένως. Πράγματι, η αμερικανική
οικονομία ανέκαμψε δυναμικά από την κρίση του 1979-82. Ηταν,
όμως, το αποτέλεσμα των φοροαπαλλαγών Ρέιγκαν ή των μειώσεων
στα επιτόκια που εφάρμοσε η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ; Ο
Μπιλ Κλίντον ήταν αυτός που απέδειξε, τελικά, πως η αύξηση
των φόρων στους πλουσίους όχι μόνον δεν κατακεραυνώνει την
οικονομία αλλά δίνει μεγάλη ώθηση στην ανάπτυξη.
Ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος μείωσε ξανά τους φόρους,
προβλέποντας πως η οικονομία θα αναπτυχθεί ακόμη περισσότερο.
Αλλά αυτό που συνέβη ήταν να μειωθούν οι ρυθμοί ανάπτυξης
και να προκληθεί η μεγαλύτερη χρηματοπιστωτική κρίση μετά το
Κραχ του ’29. Ο Μπαράκ Ομπάμα δεν παρέτεινε πολλές
φοροαπαλλαγές του προκατόχου του Μπους και επέβαλε νέους
φόρους για τη χρηματοδότηση του Obamacare. Το αποτέλεσμα
ήταν πως δημιουργήθηκαν περισσότερες θέσεις εργασίας στον
ιδιωτικό τομέα, πολλές περισσότερες από όσες είχε
δημιουργήσει η προηγούμενη κυβέρνηση των Ρεπουμπλικανών. Για
να είμαστε δίκαιοι, ο κ. Τραμπ ίσως να μην είναι καθαρός
οπαδός της δεξιάς οικονομικής ιδεολογίας. Πιθανότατα να
αναζητεί κάτι που να μπορεί να ταυτιστεί με μια πολιτική
νίκη – και αυτό, ίσως, να είναι εύκολο να επιτευχθεί με ένα
σχέδιο φορολογικής μεταρρύθμισης που θα επιτύχει κατά κάποιο
τρόπο. |