Μπορεί κατά τις τελευταίες ημέρες η ανησυχία να έχει
καταλαγιάσει έστω και λίγο, ωστόσο δεν υπάρχει καμία
αμφιβολία ότι η παγκόσμια οικονομία θα βρεθεί και πάλι
σύντομα απέναντι στο πρόβλημα που λέγεται εμπορικοί δασμοί.
Όπως λοιπόν έγραψε το Reuters,
κρυμμένοι
πίσω από μια φαινομενική αισιοδοξία, αξιωματούχοι της
Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) ανησυχούν ολοένα και
περισσότερο ότι ένας διαφαινόμενος εμπορικός πόλεμος θα
μπορούσε να εκτροχιάσει την ανάκαμψη της Ευρωζώνης και να
περιπλέξει την έξοδο από τη χαλαρή νομισματική πολιτική,
ανέφεραν στο Reuters πηγές προσκείμενες στις κεντρικές
τράπεζες. Υπήρχε μια αλλόκοτη ηρεμία στο ετήσιο συνέδριο που
διοργανώνει η ΕΚΤ στη Σίντρα της Πορτογαλίας, όπου
συγκεντρώνονται οι κεντρικοί τραπεζίτες των ισχυρότερων
οικονομιών του κόσμου. Λίγες μέρες νωρίτερα, ο πρόεδρος της
ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι είχε καταφέρει το μείζον επίτευγμα να
ανακοινώσει την επικείμενη λήξη του προγράμματος ποσοτικής
χαλάρωσης, συνολικού μεγέθους 2,6 τρισεκατομμυρίων ευρώ,
διατηρώντας ταυτόχρονα το ευρώ και τις αποδόσεις των
ομολόγων υπό έλεγχο. Ωστόσο, από συζητήσεις με υψηλόβαθμους
αξιωματούχους και ειδήμονες στην πορεία της νομισματικής
πολιτικής προκύπτει ότι οι αυξανόμενοι φόβοι ενός εμπορικού
πολέμου από την κυβέρνηση των ΗΠΑ και τον Ντόναλντ Τραμπ
συσκοτίζουν την εικόνα για το μέλλον της οικονομίας αλλά και
για τις επόμενες κινήσεις της στα επιτόκια. «Ο
προστατευτισμός θα έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο από το
αναμενόμενο», ανέφερε στο Reuters μία από τις πηγές που
βρίσκεται στη Σίντρα. «Κρύβονται κίνδυνοι από τη μείωση των
μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης. Δεν νομίζω ότι έχουν πλήρως
αποτιμηθεί αυτοί οι κίνδυνοι και φοβάμαι μήπως οι αγορές
ξυπνήσουν απότομα».
Μια παράταση του προγράμματος αγοράς ομολόγων το 2019 δεν θα
αποτελούσε ρεαλιστική επιλογή για την ΕΚΤ παρά μόνον εάν η
Ευρωζώνη πληττόταν αιφνιδίως από μια οικονομική κρίση. Αλλά
ο κ. Ντράγκι «έβαλε νερό στο κρασί του» στην Πορτογαλία.
Είπε πως η ΕΚΤ θα είναι πολύ προσεκτική όταν θα αποφασίσει
αυτό το φθινόπωρο την πρώτη αύξηση του κόστους δανεισμού
στην Ευρωζώνη εδώ και μία οκταετία. Και οι επόμενες αυξήσεις
θα είναι σταδιακές. Ορισμένοι δε θεωρούν πως οι νέες
οικονομικές προβλέψεις της ΕΚΤ, οι οποίες ανακοινώθηκαν
μόλις πριν από μία εβδομάδα, μπορεί να είναι πια υπερβολικά
αισιόδοξες μετά τις τελευταίες εξελίξες. Οι δείκτες που
προσμετρούν τις προσδοκίες για την οικονομική και
επιχειρηματική δραστηριότητα στο μέλλον διαμορφώνουν
απογοητευτική εικόνα.
Η ΕΚΤ αναμένει πως η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη θα κινηθεί στο
1,9% το 2019 και στο 1,7% το 2020 ύστερα από το 2,1% που θα
καταγραφεί το τρέχον οικονομικό έτος, προβλέποντας
ουσιαστικά μια επιβράδυνση την επόμενη τριετία. Ο πρόεδρος
της ΕΚΤ τόνισε την περασμένη εβδομάδα, μετά τη συνεδρίαση
του διοικητικού συμβουλίου, πως «η επίδραση των εμπορικών
μέτρων δεν έχει γίνει ακόμη αισθητή», αναφερόμενος στους
αμερικανικούς δασμούς που εφαρμόστηκαν στις εισαγωγές χάλυβα
και αλουμινίου μετά τη δημοσίευση των οικονομικών προβλέψεων
της ευρωτράπεζας. «Ο κίνδυνος ενός εμπορικού πολέμου δεν
μπορεί να αξιολογηθεί με ακρίβεια. Και εάν δεν μπορούν να
τον υπολογίσουν οι κεντρικοί τραπεζίτες τότε προτιμούν να
μην αναφέρονται στο ζήτημα», σχολιάζει ένας από τους
παρευρισκόμενους στο συνέδριο. Ο κ. Τραμπ επέβαλε, τελικά,
δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από τον Καναδά,
το Μεξικό και την Ευρωπαϊκή Ενωση. Παράλληλα, η αμερικανική
κυβέρνηση έχει απειλήσει πως θα αποχωρήσει από τη Συμφωνία
Ελευθέρου Εμπορίου της Βορείου Αμερικής και εξετάζει την
πιθανότητα να επιβάλει νέους δασμούς στις εισαγωγές
αυτοκινήτων, ένα ιδιαίτερα ακανθώδες ζήτημα για τον
γερμανικό κλάδο αυτοκινητοβιομηχανιών και κατ’ επέκτασιν την
οικονομία της χώρας.
Αν και οι δασμοί των ΗΠΑ και τα αντίποινα των υπολοίπων
αφορούν συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων, ένας φαύλος
κύκλος αντιποίνων μπορεί να έχει αντίκτυπο στην παγκόσμια
ανάπτυξη και να προκαλέσει ανεπιθύμητες διακυμάνσεις στις
ισοτιμίες.
|