Όπως έγραφε το
Reuters,
οι επενδυτές δεν προσβλέπουν σε αύξηση επιτοκίων από την
Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έως τον Μάρτιο του 2018, γεγονός
που σηματοδοτεί δραστική αλλαγή συγκριτικά με τις προβλέψεις
τους πριν από μόλις έναν μήνα. Το γιατί παρατηρείται αυτή η
μεταβολή μπορεί να το αναζητήσει κανείς στις δηλώσεις
αξιωματούχων της Τράπεζας, οι οποίοι περιόρισαν τις
προσδοκίες για βραχυπρόθεσμη αλλαγή στη νομισματική πολιτική,
σε συνδυασμό με την εκτίμηση για πτώση του πληθωρισμού.
Οι αγορές δίνουν μόνον 20% πιθανότητες στην ΕΚΤ να αυξήσει
τον Μάρτιο του 2018 κατά 10 μονάδες βάσης το επιτόκιο
καταθέσεων του -0,40%. Τον φετινό Μάρτιο, εντούτοις, και
μετά τη συνεδρίαση της ΕΚΤ είχαν μεγαλύτερες προσδοκίες για
αύξηση επιτοκίων, κι αυτό γιατί οι δηλώσεις της διοίκησής
της φανέρωναν πως δεν υπάρχει επείγουσα ανάγκη να ληφθούν
νέα μέτρα. Λίγες ημέρες μετά, στελέχη της Ευρωπαϊκής
Κεντρικής Τράπεζας άφησαν να φανεί ότι ίσως αυξηθεί το
κόστος δανεισμού ακόμη και πριν από την επίσημη λήξη του
προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης φέτος τον Δεκέμβριο.
Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν οι επενδυτές να συνεκτιμήσουν ότι
η ΕΚΤ θα αυξήσει το κόστος δανεισμού το πρώτο τρίμηνο του
2018, ενώ έδιναν πιθανότητες 80% να το κάνει ακόμη και τον
Δεκέμβριο, οπότε και λήγει η ποσοτική χαλάρωση.
Σήμερα, όμως, οι αγορές έχουν μειώσει τις προσδοκίες τους
για αύξηση επιτοκίων στο τέλος του 2017. «Η αγορά έχει
αλλάξει άρδην τη στάση της και αυτό έχει να κάνει με τον
δημόσιο λόγο της ΕΚΤ που επηρέασε τους επενδυτές αλλά και με
το ότι δεν αναμένουν άνοδο του πληθωρισμού», παρατηρεί ο
Πίτερ Σάφρικ, επικεφαλής στρατηγικής ευρωπαϊκών επιτοκίων
της RBC Capital Markets. Βέβαια, οι προοπτικές για την
οικονομία της Ευρωζώνης έχουν βελτιωθεί, αλλά, όπως
διεμήνυσαν τρία στελέχη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας,
δεν έχει έρθει ακόμη το πλήρωμα του χρόνου για να σταματήσει
το πρόγραμμα στήριξης. Αυτές οι δηλώσεις έγιναν ελάχιστες
ημέρες πριν από τη διεξαγωγή του πρώτου γύρου των κρίσιμων
γαλλικών εκλογών.
Εν τω μεταξύ, τα δεδομένα αποτυπώνουν επιβράδυνση του
πληθωρισμού από τα επίπεδα-ρεκόρ τετραετίας στο 2% τον
Φεβρουάριο. Επιπλέον, ο δείκτης που παρακολουθείται από την
ΕΚΤ και καταγράφει τις μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον
πληθωρισμό έχει υποχωρήσει στο 1,6% τις τελευταίες εβδομάδες,
έναντι του σχεδόν 2% που είναι ο επισήμως διακηρυγμένος
στόχος της Τράπεζας για τον πληθωρισμό. Πέραν τούτου, τα
απογοητευτικά δεδομένα από τις Ηνωμένες Πολιτείες σε
συνδυασμό με τις ενδείξεις ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα καταβάλει
σύντονες και αγωνιώδεις προσπάθειες να προωθήσει τις
σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις του φορολογικού συστήματος
έχουν εξανεμίσει τις μεγάλες προσδοκίες ότι ο πληθωρισμός θα
κινηθεί ταχύτερα. Ολοι οι παραπάνω παράγοντες, όπως με
έμφαση υπογραμμίζουν αναλυτές, επηρεάζουν αρνητικά και τις
προβλέψεις των οικονομολόγων και επενδυτών για την αύξηση
επιτοκίων στην Ευρωζώνη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η ομοσπονδιακή τράπεζα προχώρησε
στις 15 Μαρτίου σε αύξηση επιτοκίων – είχε προηγηθεί σειρά
δηλώσεων στελεχών της, τα οποία άφηναν να εννοηθεί ότι η
οικονομία ευνοεί την αύξηση του κόστους δανεισμού. Εξ ου και
οι προσδοκίες της αγοράς άλλαξαν δραστικά και οι επενδυτές
ανέμεναν μια τέτοια κίνηση.
Το γεγονός ότι τις τελευταίες εβδομάδες οι προσδοκίες
επενδυτών και αναλυτών σε Ευρώπη και Ηνωμένες Πολιτείες
έχουν τροποποιηθεί με ταχύτατους ρυθμούς φανερώνει την
ευαισθητοποίηση της αγοράς – ευαισθητοποίηση που σχετίζεται
με το ότι οι κεντρικές τράπεζες πορεύονται προς το να
επαναφέρουν σε κανονικό πλαίσιο τις πολύ χαλαρές
νομισματικές τους πολιτικές, τις οποίες είχαν εσπευσμένα
υιοθετήσει όταν ξέσπασε η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση.
Σήμερα, όμως, η κατάσταση της διεθνούς οικονομίας
βελτιώνεται. |