Με κάθε αφορμή το τονίζουμε εδώ στο GFF. Ότι παρά τα όποια
«one – off» γεγονότα, τα οποία και φυσικά τις περισσότερες
φορές κανείς δε μπορεί να προβλέψει. Το τι θα κάνουνε στο
τέλος τα χρηματιστήρια εξαρτάται από το τι θα κάνει η
παγκόσμια οικονομία. Η πορεία μιας οικονομίας είναι οδηγός
για την πορεία των χρηματιστηρίων. Αυτό πρέπει να το
καταλάβουμε όλοι. Και όπως σχολίασε πριν από μερικές ημέρες
το Reuters, οι Αμερικανοί
κεντρικοί τραπεζίτες θεωρούν πως η αμερικανική οικονομία
χάνει τη δυναμική της με γοργό ρυθμό. Προβλέπουν πως ο
πληθωρισμός δεν θα πιάσει τον στόχο του 2% για έναν ακόμη
χρόνο, παρά την αύξηση των μισθών, και πως θα ανέβει η
ανεργία. Ποια είναι η άποψη του Τζέι Πάουελ, προέδρου της
Fed, για όλα αυτά; Χαρακτήρισε «πολύ ισχυρά» τα θεμελιώδη
μεγέθη της αμερικανικής οικονομίας, θεωρεί ότι βρίσκεται σε
«καλό σημείο» και πως οι προοπτικές της είναι «ευοίωνες».
Καλώς ήρθατε στη νέα κανονικότητα. Το γεγονός ότι ο Πάουελ
βλέπει αισιόδοξα την επιδείνωση της αμερικανικής οικονομίας
δείχνει πόσο πολύ έχει αποδεχθεί η Fed έναν κόσμο με επίμονα
χαμηλό πληθωρισμό, μόνιμα μικρότερη ανάπτυξη και χαμηλά
επιτόκια δανεισμού που παρέχουν στην κεντρική τράπεζα μικρό
περιθώριο για λήψη συμβατικών μέτρων όταν έρθει η επόμενη
ύφεση. Η αδυναμία ενίσχυσης του πληθωρισμού απειλεί την
αξιοπιστία της Fed, αλλά και εντείνει την εξελισσόμενη
συζήτηση για υιοθέτηση δημοσιονομικής και κοινωνικής
πολιτικής και άλλων μέτρων ώστε να ενισχυθεί η ανάπτυξη. «Η
ιστορία περί μόνιμης στασιμότητας της οικονομίας πρέπει να
αποτελεί ήδη πραγματικότητα, τουλάχιστον ένα μέρος της»,
λέει ο Τιμ Ντούι, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του
Ορεγκον. Την Τετάρτη η Fed είχε στείλει το μήνυμα πως
πιθανότατα ολοκλήρωσε τον κύκλο αύξησης των επιτοκίων
δανεισμού που είχε αρχίσει το 2015 και άφησε να εννοηθεί ότι
αν επιδεινωθούν οι οικονομικές προοπτικές ενδέχεται να τα
μειώσει από το σημερινό επίπεδο, του 2,25% με 2,5%.
Δεκαπέντε από τους δεκαεπτά κεντρικούς τραπεζίτες των ΗΠΑ
εκτιμούν πως η αμερικανική οικονομία έχει χάσει περίπου το
30% της δυναμικής της σε σύγκριση με πέρυσι και πως η
ανάπτυξη το 2019 θα περιοριστεί στο 2,1%.
Όπως έγραψε το Reuters, η
ιδέα πως πρέπει να αυξήσουν τα επιτόκια δανεισμού σε τέτοιο
επίπεδο ώστε να φρενάρουν την ανάπτυξη και να να περιορίσουν
τον πληθωρισμό, την οποία ασπάζονταν το 2018, ανήκει στο
παρελθόν. Αν μη τι άλλο, η Fed ανησυχεί πλέον για το
αντίθετο, δηλαδή πως ο πληθωρισμός θα παραμείνει σε τόσο
χαμηλό επίπεδο ώστε θα υπονομεύσει τις προσδοκίες
επιχειρήσεων και νοικοκυριών, κάτι που θα μπορούσε να πλήξει
την ανάπτυξη εάν ένας από τους δύο κλάδους της οικονομίας
γίνει περισσότερο επιφυλακτικός όσον αφορά τις δαπάνες.
Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν πως η απότομη αναθεώρηση της Fed
αποτελεί προειδοποίηση. «Τι γνωρίζει η Fed και δεν το λέει»,
αναρωτιέται ο Μάρβιν Λο, αναλυτής μακροοικονομίας στη State
Street. Ο Πάουελ σημείωσε πως στο ρίσκο για τις θετικές
προοπτικές της αμερικανικής οικονομίας περιλαμβάνονται η
επιβράδυνση της Ευρώπης και η συνεχιζόμενη ένταση στο
εμπόριο με την Κίνα. Για άλλους αναλυτές τα λόγια του Πάουελ
αποτελούν αναγνώριση μιας άβολης αλήθειας, ότι ο παγκόσμιος
ρυθμός ανάπτυξης έχει ήδη φτάσει στο ζενίθ του, αφήνοντας
πολλές χώρες κολλημένες σε χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και
εξαρτώμενες από τη δημοσιονομική πολιτική ώστε να μην
περιέλθουν σε στασιμότητα. Επιπλέον, θα χρειαστεί να
επωμιστούν το βάρος της ανάκαμψης εάν προκύψει ύφεση. «Ακόμη
και αφότου περάσει αυτή η περίοδος, πώς φαντάζουν τα
πράγματα; Κατά την άποψη της Fed είμαστε σε έναν κόσμο με
ανάπτυξη κάτω από 2%», μακροπρόθεσμα, τονίζει ο Νέιθαν Σίτς,
επικεφαλής οικονομολόγος της PGIM Fixed Income. «Με βάση τα
αμερικανικά ιστορικά δεδομένα, δεν είναι πολύ καλό».
Σε
παρόμοια κατάσταση βρίσκονται οι κεντρικές τράπεζες σε
Ευρώπη και σε Ιαπωνία, τροφοδοτώντας μια παγκόσμια συζήτηση
για το κατά πόσον θα πρέπει τα μεγαλύτερα και πιο δυναμικά
έθνη να αυξήσουν τον δανεισμό τους, προκειμένου να
επενδύσουν σε έργα υποδομής, στην παιδεία, στην προσαρμογή
στην κλιματική αλλαγή και σε άλλα εγχειρήματα που θα έχουν
σαφές κέρδος για τους πολίτες. «Είναι ένας διαφορετικός
κόσμος, όπου η νομισματική πολιτική θα είναι πολύ
περιορισμένη και όπου η δημοσιονομική πολιτική θα γίνει
κεντρική», είπε πρόσφατα σε εκδήλωση του PIIE ο Ολιβιέ
Μπλανσάρ, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ.
|