Όπως έγραφε το
Reuters στα
τέλη της προηγούμενης εβδομάδας, η απόφαση να
απαγορευθεί στις ευρωπαϊκές τράπεζες να χορηγήσουν φέτος
μέρισμα μπορεί να αποδειχθεί η πιο κακοπροαίρετη των
αρμοδίων ρυθμιστικών αρχών τα τελευταία χρόνια.
Όπως είχε γράψει το Reuters, οι εν λόγω Αρχές απαγόρευσαν τα
μερίσματα, αποπειρώμενες να διατηρήσουν τα κεφάλαια των
χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε συνθήκες διογκούμενων ζημιών
από κόκκινα δάνεια και αυξημένης ζήτησης για πιστώσεις. Οσοι
επικρίνουν την κίνηση αυτή, θεωρούν πως λειτούργησε
αποτρεπτικά για όσους θα επιδίωκαν να επενδύσουν σε έναν ήδη
χειμαζόμενο τομέα οικονομικής δραστηριότητας. Ωστόσο, το
συγκεκριμένο επιχείρημα στερείται βάσεως. Οι τιμές των
μετοχών των ευρωπαϊκών τραπεζών πολύ πιθανόν να παραμείνουν
σε χαμηλά επίπεδα, ακόμα κι αν οι περιορισμοί της καραντίνας
αρθούν. Ωστόσο, ίσως να υπάρξει μεταστροφή. Σε πρόσφατη
συνέντευξή του ο αντιπρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της
Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Ιβ Μερς, δήλωσε ότι ίσως για
να εγκριθεί η εκ νέου διάθεση μερισμάτων το προσεχές έτος,
να ακολουθηθεί η ανά περίπτωση προσέγγιση.
Σύμφωνα με δημοσίευμα των Times, η Τράπεζα της Αγγλίας τελεί
σε διαπραγμάτευση για να επέλθει συμφωνία, βάσει της οποίας
τα βρετανικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα μπορούν να δίδουν
ρευστό στους μετόχους τους, εφόσον η κεφαλαιακή τους
επάρκεια και τα δάνειά τους βρίσκονται σε καλή κατάσταση.
Αυτό θα ευχαριστήσει τα διοικητικά στελέχη τους και τους
επενδυτές, που ισχυρίζονται ότι οι απαγορεύσεις απομακρύνουν
όσους ενδιαφέρονται διακαώς να αποκομίσουν ρευστό από την
τοποθέτησή τους. Παρά ταύτα, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία
που να αποδεικνύουν ότι η έλλειψη μερισμάτων είναι ευθέως
υπεύθυνη για την κατά μέσον όρο πτώση κατά 17% στη
χρηματιστηριακή αξία των 20 κορυφαίων τραπεζικών ομίλων της
Γηραιάς Ηπείρου το τρέχον έτος. Αλλωστε, οι 10 μεγαλύτερες
τράπεζες στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν απολέσει σχεδόν το
ίδιο ποσοστό της κεφαλαιοποίησής τους, ανεξαρτήτως του ότι
οι εκεί ρυθμιστικές αρχές επέβαλαν πιο χαλαρούς κανόνες.
Επιπλέον, οι τράπεζες έχουν απλώς αναβάλει την πληρωμή
μερίσματος, δεν την ακύρωσαν. Αυτό θα έπρεπε ελάχιστα να
διαφοροποιεί τις τιμές των μετοχών τους, ειδικά εάν τα
μερίσματα δοθούν και πάλι, βάσει των παλαιών υπολογισμών
τους. Μέσα σε μία περίοδο είκοσι ετών και με μία έκπτωση της
τάξεως του 10%, μία καθυστέρηση ενός χρόνου μειώνει τη
σημερινή αξία μιας σταθερής ροής μερίσματος μόλις κατά 1%. Η
ρίζα του κακού, αντιθέτως, έγκειται στις εξασθενημένες
προσδοκίες για κέρδη.
Η υποχώρηση στις χρηματιστηριακές αξίες των ευρωπαϊκών
χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων το 2020 σχετίζεται στενά με την
προς τα κάτω αναθεώρηση των προβλέψεων για τα προ φόρων
κέρδη τους το 2022, η οποία αναθεώρηση ξεκίνησε από την 1η
Ιανουαρίου και μετά. Οσες τράπεζες, τέλος, είδαν τις
προσδοκίες της κερδοφορίας τους να αποδυναμώνονται δραστικά,
όπως οι HSBC, Société Générale και Standard Chartered,
εμφάνισαν και τη μεγαλύτερη πτώση στις τιμές των μετοχών
τους.
|