Ψηφίστηκε
χθες στη Βουλή το νομοσχέδιο του υπουργείου
Παιδείας, το οποίο ανάμεσα στις τεράστιες
αλλαγές τις οποίες επιδιώκει να φέρει, με
αποκορύφωμα την εγκατάσταση αστυνομίας μέσα στα
πανεπιστήμια χωρίς έλεγχο από τις ακαδημαϊκές
αρχές, αλλά και την παρακολούθηση των
δραστηριοτήτων της πανεπιστημιακής κοινότητας με
ηλεκτρονικά συστήματα, που θα οδηγήσει σε μια
απολύτως δυστοπική κατάσταση, οδηγεί στη
δραστική μείωση των εισακτέων στα πανεπιστήμια.
Σε
αυτό το θέμα θα επιμείνω,
παρότι δεν είναι το
κυρίαρχο στη δημόσια
συζήτηση.
Η ερμηνεία που έχει
δοθεί, από την πλευρά
της αντιπολίτευσης και
όχι μόνο, για την
επιχειρούμενη μείωση των
εισακτέων είναι πως
ουσιαστικά θα οδηγήσει
ένα μεγάλο μέρος των
υποψηφίων που δεν θα
περάσει στο πανεπιστήμιο
στα ιδιωτικά κολλέγια,
επιβαρύνοντας ακόμη
περισσότερο τη δαπάνη
των νοικοκυριών για
εκπαίδευση.
Επισήμανση απολύτως «λογική»
στο πλαίσιο της
γενικότερης πολιτικής
της σημερινής κυβέρνησης,
που επιχειρεί
να εκχωρήσει ό,τι μπορεί
στον ιδιωτικό τομέα και
διατηρεί προνομιακές
σχέσεις με οργανωμένα
συμφέροντα όπως τα
ιδιωτικά εκπαιδευτήρια.
Όμως θα ήθελα να
υποστηρίξω πως πίσω από
αυτή την πολιτική (που
θα οδηγήσει σε απόλυτη
μείωση του αριθμού των
φοιτητών, στέφοντας ένα
πιθανότατα μεγάλο μέρος
τους στα ιδιωτικά
κολλέγια), υπάρχει κάτι
πολύ ανησυχητικό.
Η κυβέρνηση δεν φαίνεται
να κατανοεί την ανάγκη
αλλαγής του αναπτυξιακού
υποδείγματος της χώρας,
που βεβαίως προϋποθέτει
την ύπαρξη σημαντικού
αριθμού υψηλά
εξειδικευμένου
ανθρώπινου δυναμικού.
Ο υπουργός Οικονομικών
κ. Σταϊκούρας δήλωσε στη
Βουλή στις 10.2.21 ότι «Χρειάζεται
άμβλυνση της δυσαρμονίας
των εκροών του ελληνικού
πανεπιστημίου με τις
ανάγκες της αγοράς
εργασίας, του φαινομένου
της υπερ-εκπαίδευσης».
Θεωρεί λοιπόν ότι στην
Ελλάδα υπάρχει
υπερεκπαίδευση και για
αυτό σωστά το νομοσχέδιο
μειώνει τον αριθμό των
εισακτέων στα
πανεπιστήμια.1
Όμως, ένα πολύ μεγάλο
μέρος αυτών που θα «αποτύχουν»
να εισαχθούν στα
πανεπιστήμια θα
οδηγηθούν στα ιδιωτικά
κολλέγια,
όπου θα πάρουν πολύ κατώτερης
ποιότητας εκπαίδευση2 και
στη συνέχεια θα μπουν
στην αγορά εργασίας ως «κανονικοί»
πτυχιούχοι τριτοβάθμιας
εκπαίδευσης, μια που η
σημερινή κυβέρνηση
φρόντισε τα πτυχία των
ιδιωτικών κολλεγίων να
εξισωθούν με αυτά των
πανεπιστημίων!
Επομένως δεν θα έχουμε μείωση
της «υπερεκπαίδευσης»,
που σύμφωνα με την
κυβέρνηση συνιστά
πρόβλημα, απλώς θα
υπάρξει ποιοτική
υποβάθμιση της
εκπαίδευσης μέρους
των μελλοντικών
πτυχιούχων καθώς η
υπερβάλλουσα ζήτηση θα
καλυφθεί από την
ιδιωτική εκπαίδευση.
Στη χώρα μας υπάρχει
αναμφίβολα μια αναντιστοιχία
προσφοράς και ζήτησης στην
αγορά εργασίας των
επιστημόνων, η οποία
μπορεί να αναχθεί σε δύο
είδους προβλήματα.
Το
πρώτο αναφέρεται
στην παρουσία επιμέρους
αναντιστοιχίας μεταξύ
προσφοράς και ζήτησης σε
συγκεκριμένα
επιστημονικά πεδία: σε
κάποια υπάρχει
υπερπροσφορά εργασίας
και σε άλλα το αντίθετο.
Το πρόβλημα αυτό
αντιμετωπίζεται προφανώς
με επιμέρους
αυξομειώσεις των
σχετικών πεδίων.
Το
δεύτερο, και
σημαντικότερο πρόβλημα,
αναντιστοιχίας προσφοράς
και ζήτησης εκπαίδευσης
αναφέρεται στον συνολικό
αριθμό σπουδαζόντων, σε
γενικευμένη υπερπροσφορά,
και εφόσον όντως
συμβαίνει, σε μεσο- και
μακροχρόνια ιδίως βάση,
θα δικαιολογούσε τις
μειώσεις που
ευαγγελίζεται η
κυβέρνηση.
Την κυβερνητική θέση
περί «υπερεκπαίδευσης»
φαίνεται τουλάχιστον σε
μια πρώτη ματιά να
υποστηρίζει και το
γεγονός ότι
παρατηρούνται υψηλά
ποσοστά ανεργίας,
υποαπασχόλησης και
ετεροαπασχόλησης μεταξύ
των επιστημόνων εδώ και
πολλά χρόνια, και βέβαια
ότι ένα μέρος τους έφυγε
στο εξωτερικό (braindrain).
Βεβαίως αυτή είναι η
πραγματικότητα, και το
ζήτημα είναι πώς
την κατανοούμε και
επομένως πώς την
αντιμετωπίζουμε.
Για
να μιλήσουμε για την
ύπαρξη «υπερεκπαίδευσης»
ή όχι στην Ελλάδα ένας
σίγουρος τρόπος είναι να
συγκρίνουμε τα δεδομένα
της χώρας μας με αυτά
των χωρών της ΕΕ.
Τα
στοιχεία λοιπόν δεν
δείχνουν κάποια «υπερεκπαίδευση»
στην Ελλάδα.
Συγκεκριμένα το
ποσοστό των πτυχιούχων
στον συνολικό πληθυσμό
στην Ελλάδα είναι κάτω
από τον μ.ό. της ΕΕ (στην
περίοδο 2009-2019 στην
Ελλάδα ήταν 28%, όταν ο
μ.ό. της ΕΕ-28 ήταν
29,2%) και σήμερα είναι
αντίστοιχα 31,9% και
33,3%, άρα σε καμία
περίπτωση αυτό δεν θα
χαρακτηρίζονταν ως «υπερεκπαίδευση»
(βλ. Διάγραμμα 1 και 2).
Διάγραμμα 1: Ποσοστό
πληθυσμού ηλικίας 25-64
ετών με τριτοβάθμια
εκπαίδευση, 2009-2019
Διάγραμμα 1:
Ποσοστό πληθυσμού
ηλικίας 25-64 ετών με
τριτοβάθμια εκπαίδευση,
2009-2019
Διάγραμμα
2: Ποσοστό πληθυσμού
ηλικίας 25-64 ετών με
τριτοβάθμια εκπαίδευση
2019
Greek Finance Forum
Σχόλια Χρηστών
Trading
σε ελληνικές μετοχές μέσω
της Πλατφόρμας Συναλλαγών Plus 500 (Κάντε Click και
Κατεβάστε την μοναδική πλατφόρμα συναλλαγών, χωρίς καμία
οικονομική υποχρέωση, περιλαμβάνει και λογαριασμό "επίδειξης"
- Demo).