Το «Social Dilemma» είναι ένα
δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ του Netflix που έχει
προκαλέσει πληθώρα συζητήσεων τον τελευταίο μήνα.
Πραγματεύεται τις αρνητικές επιδράσεις των μέσων
κοινωνικής δικτύωσης τις οποίες θεωρεί απόρροια
του βασικού τους σχεδιασμού και του
επιχειρηματικού τους μοντέλου. Εμείς (οι χρήστες
τους) ανταλλάσσουμε τα προσωπικά συμπεριφορικά
μας δεδομένα με τις υπηρεσίες που προσφέρουν οι
διαδικτυακές πλατφόρμες χωρίς χρηματικό αντίτιμο.
Οι πλατφόρμες χρησιμοποιούν τα συμπεριφορικά
δεδομένα για να καταρτίσουν λεπτομερή προφίλ για
τον κάθε χρήστη έτσι ώστε να μπορούν να
προσφέρουν στους διαφημιζόμενους (που είναι οι
επί πληρωμή πελάτες τους) ένα πολύ λεπτομερώς
στοχευμένο, άρα και πολύ δεκτικό ακροατήριο για
το μήνυμά τους.
Πολλοί κριτικοί βρήκαν
το ντοκιμαντέρ και
ειδικά τα
δραματοποιημένα του
τμήματα να έχουν σαν
κύριο στόχο τον
εντυπωσιασμό με απλοϊκή
οπτική σε ένα όντως
περίπλοκο θέμα. Η
εστίασή του στο Facebook
συνηγορεί στην κριτική
αυτή αλλά δικαιολογείται
απόλυτα από τη
δεσπόζουσα θέση του (έχει
τον μεγαλύτερο αριθμό
ενεργών χρηστών) και το
γεγονός ότι όλα του τα
έσοδα προέρχονται από
τις διαφημίσεις. Η
δραματοποιημένη
παρουσίαση των
αλγορίθμων που
προσπαθούν να
μεγιστοποιήσουν την
ενασχόληση του χρήστη με
το Facebook πετυχαίνει
στην ανάδειξη του στόχου
που θέτει το
επιχειρηματικό μοντέλο:
περισσότερη ενασχόληση
του χρήστη παράγει
περισσότερα
συμπεριφορικά δεδομένα
που κάνουν όλο και πιο
λεπτομερές του προφίλ
του χρήστη. Όσο πιο
λεπτομερές είναι το
προφίλ του χρήστη, τόσο
μεγαλύτερη ακρίβεια έχει
η στόχευση των
διαφημίσεων, δεδομένου
ότι ο κάθε διαφημιστής
μπορεί να διαλέξει το
πιο δεκτικό κοινό για τη
συγκεκριμένη καμπάνια
χωρίς σπατάλη για την
προβολή του
διαφημιστικού μηνύματος
σε αδιάφορο κοινό. Και
είναι ακριβώς αυτή η
δυνατότητα εξαιρετικά
ακριβούς στόχευσης (μικροστόχευση)
που κάνει τις σημερινές
διαδικτυακές πλατφόρμες
τελείως διαφορετικές από
τα παραδοσιακά μέσα
ενημέρωσης. Η δυνατότητα
που έχουν δώσει σε
μικρές εταιρείες και
επαγγελματίες να
διαφημιστούν
αποτελεσματικά με μικρό
κόστος και το γεγονός
ότι καλύπτουν με
εθιστικό τρόπο την
ενστικτώδη ανθρώπινη
ανάγκη για επικοινωνία,
εξηγεί την επιτυχία τους.
Σε
μια μελέτη που
δημοσιεύτηκε στο Science
το 2018, ερευνητές από
το Media Lab και τη
σχολή διοίκησης του MIT
εξέτασαν τη διάδοση της
πληροφορίας μέσω του
Twitter και βρήκαν ότι
οι ψευδείς ειδήσεις
διαδίδονται πιο γρήγορα
και σε μεγαλύτερο εύρος
από τις αληθινές σε όλες
τις κατηγορίες ειδήσεων
που εξέτασαν. Απέδωσαν
το εύρημά τους στην έλξη
που ασκεί το ασυνήθιστο
στην ανθρώπινη προσοχή
καθώς και στο στάτους
που κερδίζει κάποιος
διαδίδοντας κάτι νέο και
ενδιαφέρον. Το
συμπέρασμά τους
περιγράφει την εμπειρία
μας με όλα τα μέσα
κοινωνικής δικτύωσης και
το βασικό τους στόχο που
είναι η αύξηση της
ενασχόλησης, του χρόνου
που περνάμε σε αυτά.
Οι
μεγάλες πλατφόρμες
σήμερα βασίζουν σε
μεγάλο βαθμό την αξία
τους στο φαινόμενο
δικτύου: τον αριθμό των
χρηστών τους. Είμαστε
στο Facebook κυρίως
γιατί είναι εκεί και οι
φίλοι μας. Το μέγεθός
του το προστατεύει από
την τύχη που είχε το
προκάτοχό του MySpace.
Και δεδομένου ότι το
αντιμονοπωλιακό δίκαιο
στις ΗΠΑ εστιάζεται
κυρίως στις τιμές που
πληρώνουν οι καταναλωτές,
δεν ασχολήθηκε με τις «δωρεάν»
υπηρεσίες και άφησε
εταιρείες όπως το
Facebook και την Google
να γιγαντωθούν
εξαγοράζοντας μικρότερες
εταιρείες και πιθανούς
ανταγωνιστές. Δεν θα
μάθουμε ποτέ αν το
Instagram μπορούσε να
ανταγωνιστεί το Facebook
δεδομένης της απήχησής
του στις μικρότερες
ηλικίες. Σίγουρα όμως
σήμερα προσφέρει στο
Facebook ακόμα
περισσότερα
συμπεριφορικά δεδομένα
για τους χρήστες του
κάνοντας τα προφίλ τους
ακόμα πιο λεπτομερή. Η
Google αγοράζοντας τη
Nest αποκτά πρόσβαση σε
δεδομένα σχετικά με τα
σπίτια των χρηστών της,
αγοράζοντας τη Fitbit
στοιχεία σχετικά με τη
φυσική τους
δραστηριότητα. Η όρεξη
των πλατφορμών για
συμπεριφορικά δεδομένα
δεν έχει όριο σήμερα,
για αυτές όσο
περισσότερα ξέρουν τόσο
πιο ελκυστικό είναι το
προϊόν τους για τους
πελάτες τους. Επίσης όλο
και πιο εθιστικές
μπορούν να γίνουν για
τους χρήστες τους,
ενίοτε προσφέροντας και
χρήσιμη πληροφορία σαν
παράπλευρη ωφέλεια.
Τη
δεκαετία του ’90 είχε
γίνει πολλή έρευνα στο
Media Lab για αυτές
ακριβώς τις παράπλευρες
σήμερα ωφέλειες. Μόνο
που τότε ήταν ο κύριος
στόχος της επεξεργασίας
συμπεριφορικών δεδομένων
από προγράμματα έξυπνων
«πρακτόρων», προσωπικών
βοηθών κάτω από τον
αποκλειστικό έλεγχο του
χρήστη. Σήμερα με τη
συγκέντρωση της
πληροφορίας στις μεγάλες
πλατφόρμες η
πραγματικότητα είναι
τελείως διαφορετική και
θα ήταν εντελώς
δυστοπική για τους τότε
ερευνητές.
Η
πολιτική διαφήμιση είναι
ένα πεδίο όπου η
μικροστόχευση έχει
αποδειχθεί εξαιρετικά
αποτελεσματική. Η εποχή
όπου μεγάλες ομάδες
έβλεπαν, συζητούσαν,
ανέλυαν και έλεγχαν την
ακρίβεια των πολιτικών
διαφημίσεων φαίνεται να
έχει περάσει. Σήμερα
κάθε υποψήφιος μπορεί να
λέει σε κάθε ψηφοφόρο
αυτά ακριβώς που θέλει ο
τελευταίος να ακούσει τη
συγκεκριμένη στιγμή
χωρίς να περιορίζεται
από τον οποιοδήποτε
δημόσιο έλεγχο. Η
προεκλογική καμπάνια του
Τραμπ το 2016 έτρεξε 5,9
εκατομμύρια διαφημίσεις
στο Facebook. O Andrew
Bosworth, το διευθυντικό
στέλεχος του Facebook
που είχε την ευθύνη της
διαφήμισης τότε, δήλωσε:
«Εκλέχθηκε γιατί έτρεξε
την καλύτερη ψηφιακή
διαφημιστική καμπάνια
που έχω δει. Τελεία».
Ταυτόχρονα η Kellyanne
Conway, βασική σύμβουλος
του Τραμπ, δικαιολόγησε
ανοιχτά τη χρήση «εναλλακτικών
γεγονότων»
επισημοποιώντας έτσι το
οριστικό διαζύγιο του
Προέδρου πλέον Τραμπ με
την αλήθεια. Τα «εναλλακτικά
γεγονότα» βρήκαν το
τέλειο μέσο στοχευμένης
διάδοσης έτσι ώστε να
έχουν τη μέγιστη
αποτελεσματικότητα.
Το
1976 η ταινία «Όλοι οι
άνθρωποι του Προέδρου»,
βασισμένη στο σκάνδαλο
Watergate, λάνσαρε το
σλόγκαν «ακολούθησε τα
χρήματα». Αν και το
πλαίσιο ήταν διαφορετικό,
η συμβουλή είναι
επίκαιρη στο πλαίσιο του
«Social Dilemma». Οι
διαδικτυακές πλατφόρμες
δεν έχουν άμεσα
οικονομικά κίνητρα για
να αντιμετωπίσουν την
παραπληροφόρηση ή την
κατάχρηση της
διαφημιστικής
μικροστόχευσης από
πολιτικούς απατεώνες. H
όποια ζημιά στη φήμη
τους δεν
αντικατοπτρίζεται στα
οικονομικά τους
αποτελέσματα. Το
επιχειρηματικό τους
μοντέλο βασίζεται στην
αυξανόμενη ενασχόληση
των χρηστών και ο πιο
αξιόπιστος τρόπος για να
επιτευχθεί αυτό δίνει
προτεραιότητα στα
ένστικτα και τις ορμόνες
τους.
Επιπρόσθετα, η ανταλλαγή
συμπεριφορικών δεδομένων
(η «πρώτη ύλη» των
προϊόντων τους) με
υπηρεσίες προς τους
χρήστες, σε περιβάλλοντα
με φόρο προστιθέμενης
αξίας όπως η Ευρώπη,
ισοδυναμεί με
φοροαποφυγή.
Χρειάζεται μια θεσμική
αλλαγή και αυτή έχει να
κάνει με τα ιδιοκτησιακά
δικαιώματα των
προσωπικών δεδομένων. Το
σημερινό σύστημα θυμίζει
έντονα τα φεουδαρχικά
συστήματα του
παρελθόντος. Τα δεδομένα
ανήκουν στις πλατφόρμες
- φεουδάρχες οι οποίες
μοιράζουν «δωρεάν»
υπηρεσίες στους χρήστες
- υπηκόους έτσι ώστε
αυτοί να συνεχίσουν να
συνεισφέρουν δεδομένα.
Τα δεδομένα θα πρέπει να
παραμένουν ιδιοκτησία
των χρηστών και όχι της
εκάστοτε πλατφόρμας
συλλογής. Σε κάθε χρήστη
αντιστοιχεί ένα «δοχείο»
αποθήκευσης για τα
δεδομένα του τα οποία
μπορούν να προσπελαστούν
μόνο με τη συγκατάθεση
του χρήστη-ιδιοκτήτη, με
τμηματικό τρόπο, από
οποιαδήποτε εφαρμογή (φορητότητα).
Το ιδιοκτησιακό καθεστώς
των προσωπικών δεδομένων
είναι ώριμο για να
ξεπεράσει το δικό του
«1984» και να
απελευθερωθεί από το
σημερινό συγκεντρωτικό
καθεστώς. Σε ένα πιο
κατανεμημένο περιβάλλον,
ευνοείται ο ανταγωνισμός
και δίνεται η δυνατότητα
στον χρήστη να καρπωθεί
τα οφέλη της χρήσης τους.
Βραχυπρόθεσμα, οι
πλατφόρμες θα πρέπει να
υποχρεωθούν να
προσφέρουν επί πληρωμή
εκδόσεις των υπηρεσιών
τους οι οποίες δεν θα
βασίζονται σε
διαφημιστικά έσοδα,
απόλυτη διαφάνεια στη
διαχείριση προσωπικών
δεδομένων και να τους
απαγορευτεί η
επαναχρησιμοποίησή τους
για χρήση διαφορετική
από αυτή για την οποία
συλλέχθηκαν αρχικά.
Εξαγορές οι οποίες
συνεισφέρουν προσωπικά
δεδομένα θα πρέπει να
εξετάζονται πολύ πιο
εξονυχιστικά. Η στόχευση
της πολιτικής διαφήμισης
θα πρέπει να περιοριστεί
σε μεγάλες ομάδες, οι
πλατφόρμες θα πρέπει να
προσλάβουν ικανό αριθμό
από τοπικούς ελεγκτές
περιεχομένου (ανάλογο με
τον αριθμό των τοπικών
χρηστών και όχι της
διαφημιστικής αγοράς)
και η φορολόγησή τους θα
πρέπει να γίνει πιο
τοπικά με κριτήριο των
αριθμό των χρηστών ανά
φορολογική επικράτεια.
Απλοϊκό ή όχι, το
«Social Dilemma» θέτει
πραγματικά ζητήματα και
αυτό φάνηκε ξεκάθαρα από
το ότι και το Facebook
θεώρησε απαραίτητο να το
σχολιάσει σε αντίθεση με
τη συνήθη πρακτική του.
Τα μέσα κοινωνικής
δικτύωσης βασίζονται
σήμερα σε ένα
φεουδαλιστικό
αντι-κοινωνικό
επιχειρηματικό μοντέλο
που πρέπει να εξελιχθεί.
Η συζήτηση προχωράει.
Μιχάλης Μπλέτσας (Athens
Voice)
Είναι
διευθυντής πληροφορικής
στο Media Lab του MIT
και ένας από τους
εφευρέτες του Υπολογιστή
των Εκατό Δολαρίων.
Greek Finance Forum
Σχόλια Χρηστών
Trading
σε ελληνικές μετοχές μέσω
της Πλατφόρμας Συναλλαγών Plus 500 (Κάντε Click και
Κατεβάστε την μοναδική πλατφόρμα συναλλαγών, χωρίς καμία
οικονομική υποχρέωση, περιλαμβάνει και λογαριασμό "επίδειξης"
- Demo).