Εν τούτοις πρέπει να
προσέξουμε αυτή τη φορά
να μην κάνουμε το ίδιο
λάθος: δεν πρέπει να
αντιμετωπίσουμε τους
λεγόμενους «αντιεμβολιαστές»,
ως συμπαγές πολιτικό ή
κοινωνικό κίνημα. Πρώτα
πρώτα γιατί δεν
παρουσιάζουν κανένα
συνεκτικό στοιχείο πέραν
της σταθερής αναφοράς
στον ανορθολογισμό. Αν
όμως το ψάξει κανείς
παραπάνω και αυτή ακόμα
η αναφορά γίνεται για
ετερόκλητους λόγους:
άλλοι αρνούνται την
ιατρική επιστήμη, άλλοι
μιλούν για παγκόσμιες
συνωμοσίες και άλλοι
απλώς αδυνατούν να
κατανοήσουν μια
περίπλοκη επιστημονική
πραγματικότητα. Για να
το πω αλλιώς: δεν πρέπει
να νομίσουμε ότι αν
αναγνωρίσουμε τους
αντιεμβολιαστές ως
πολιτικό κίνημα θα τους
εκθέσουμε στα μάτια του
κόσμου δια των
αντιφάσεών τους και των
προφανών αδυναμιών των
θεωριών τους. Αν τους
αντιμετωπίσουμε ως κάτι
που δεν είναι, ως ένα
συμπαγές δηλαδή μέτωπο,
θα τους αναγνωρίσουμε το status αυτού
που συνομιλεί με την
επιστήμη εκθέτοντας
επιχειρήματα και
αντεπιχειρήματα. Κάτι
τέτοιο όμως, υποτιμά
τόσο τον αγώνα που έχουν
καταβάλει οι γιατροί
όλους αυτούς τους μήνες
όσο και την ίδια την
ιατρική επιστήμη.
Με άλλα λόγια, το ζήτημα
του εμβολίου δε θα το
κουβεντιάσουμε με τους
ποικιλώνυμους αρνητές
του. Δε θα βάλουμε την
επιστήμη στην άβολη θέση
της σύγκρουσης με τον
ανορθολογισμό. Πρέπει να
δώσουμε προτεραιότητα
στην πειθώ και όχι στο debate,
μέσω και της κατανομής
των ρόλων: οι εγνωσμένου
κύρους γιατροί εγγυώνται
στους πολίτες
επιστημονικά την
ασφάλεια και την
αποτελεσματικότητα των
ιατρικών μεθόδων. Οι
πολιτικοί αλλά και οι
προβεβλημένες
προσωπικότητες από κάθε
χώρο αναλαμβάνουν να
πείσουν με τα πολύ
ισχυρά μέσα που
διαθέτουν: τον λόγο αλλά
και το προσωπικό
παράδειγμα. Σε αυτή τη
μάχη για να πείσουμε όλο
και περισσότερους
πολίτες να διαφυλάξουν
την υγεία τους δεν
πρέπει να λείπει κανείς.
Γιατί κινδυνεύουμε κάθε
ένας που λείπει από τη
σωστή μεριά της ιστορίας
να αντικαθίσταται
ευκαιριακά από κάποιον
ανερμάτιστο
ανορθολογιστή.
Παναγιώτης Δουδωνής (Protagon)
|