Ξαναζεσταίνεται η αγορά ακινήτων στη χώρα μας με
μαζικούς πλειστηριασμούς που δρομολογούνται από
εταιρείες που έχουν αναλάβει τη διαχείριση των
κόκκινων δανείων είτε για λογαριασμό των
τραπεζών είτε για λογαριασμό των funds που έχουν
αγοράσει αυτά τα δάνεια. Πρόκειται για
250.000-300.000 ακίνητα που, σύμφωνα με στοιχεία
που παρουσιάστηκαν στο NPL Forum που διοργάνωσε
το DDC Financial Group την περασμένη εβδομάδα,
θεωρούνται πλέον ώριμα να ρευστοποιηθούν μέσα
από την πλατφόρμα eauction.
Όπως γράφει η Ευγενία
Τζώρτζη στην Καθημερινή,
μιλώντας στο ίδιο
συνέδριο ο Θεόδωρος
Αθανασόπουλος, διευθύνων
σύμβουλος της Cepal,
μιας εκ των τριών
μεγαλύτερων εταιρειών
διαχείρισης που έχουν
δημιουργηθεί τα
τελευταία χρόνια στη
χώρα μας, παρέπεμψε στη
διενέργεια 40.000-50.000
πλειστηριασμών τον χρόνο.
Πρόκειται για νούμερα
που, όπως είπε, «δεν
είναι πρωτόγνωρα για τη
χώρα μας, καθώς τόσοι
ήταν οι πλειστηριασμοί
ακινήτων που
πραγματοποιούνταν κάθε
χρόνο πριν από το
ξέσπασμα της κρίσης,
δηλαδή το 2008».
Η επιστροφή στην «κανονικότητα»
των πλειστηριασμών θα
κρίνει, όπως υπογράμμισε,
και «την επιτυχία των
τιτλοποιήσεων που έχουν
πραγματοποιηθεί μέσω του
“Ηρακλή”», καθώς οι
ρευστοποιήσεις θα
λειτουργήσουν όχι μόνο
ως φόβητρο για τη
ρύθμιση αυτών των
δανείων, αλλά θα
αποτελέσουν και βασική
πηγή εσόδων προκειμένου
οι εταιρείες διαχείρισης
να επιτύχουν τους
στόχους στους οποίους
έχουν δεσμευθεί στο
πλαίσιο των
επιχειρησιακών σχεδίων
για τις ανακτήσεις από
τα δάνεια που
διαχειρίζονται. Στόχος,
να αποφευχθεί η μείωση
της αμοιβής τους ή ακόμα
και η ενεργοποίηση της
εγγύησης του ελληνικού
Δημοσίου, όπως
προβλέπεται στον νόμο
του «Ηρακλή» όταν οι
ανακτήσεις πέσουν κάτω
από ένα συγκεκριμένο
ποσοστό. Ο κ.
Αθανασόπουλος εκτίμησε
ότι η αυτόματη μείωση
της τιμής του ακινήτου
χωρίς προηγούμενη
δικαστική απόφαση, που
προβλέπεται στο
νομοσχέδιο του
υπουργείου Δικαιοσύνης,
θα βοηθήσει τους
πλειστηριασμούς,
επισήμανε ωστόσο ότι οι
επενδυτές πρέπει να
έχουν σαφή επενδυτική
πολιτική στον τομέα των
ακινήτων ώστε να
αποφευχθεί η πτώση των
τιμών.
Το ενδιαφέρον των
επενδυτών όχι μόνο για
τη διαχείριση των
κόκκινων δανείων αλλά
και για τα collaterals
που συνοδεύουν αυτά τα
δάνεια έχει
κινητοποιήσει το
ενδιαφέρον διεθνών
επενδυτών. «Η Ελλάδα
είναι η πιο δραστήρια
χώρα στην αγορά των
τιτλοποιήσεων»,
επισήμανε μιλώντας στο
ίδιο συνέδριο ο
διευθυντής Διαχείρισης
Κινδύνων του ΤΧΣ Μιχάλης
Χαραλαμπίδης,
σημειώνοντας ότι οι «ελληνικές
τράπεζες δρομολογούν το
36% των επικείμενων
συναλλαγών στην Ευρώπη
τους προσεχείς μήνες».
Οι νέες τιτλοποιήσεις
που θα υλοποιηθούν μέσω
του «Ηρακλή» ανέρχονται
σε 22,8 δισ. ευρώ σε
σύνολο 63 δισ. ευρώ
προγραμματισμένων
συναλλαγών,
υποσκελίζοντας χώρες
όπως η Ιρλανδία και η
Ιταλία, που ακολουθούν
με τιτλοποιήσεις ύψους
14,5 και 13,7 δισ. ευρώ,
αντίστοιχα.
Συνολικά μαζί με αυτές
που έχουν ήδη ενταχθεί
στον «Ηρακλή» οι
τιτλοποιήσεις θα φτάσουν
τα 65 δισ. ευρώ, αλλά,
όπως χαρακτηριστικά
ανέφεραν οι ομιλητές στο
συνέδριο, τα δάνεια αυτά
σε συνδυασμό με εκείνα
που έχουν πωληθεί θα
συνεχίσουν να βαραίνουν
τις επιχειρήσεις και τα
νοικοκυριά. Το
ληξιπρόθεσμο ιδιωτικό
χρέος δεν έχει
εξανεμιστεί. Παραμένει
υψηλό –υπολογίζεται
κοντά στα 90 δισ. ευρώ–
και έχει αλλάξει απλώς
χέρια – από τις τράπεζες
στα funds. Το γεγονός
ότι από τα 90 δισ. ευρώ
τα 70 δισ. ευρώ
συνοδεύονται με
collaterals ερμηνεύει
και το ενδιαφέρον
μεγάλων επενδυτικών
κεφαλαίων που έχουν
τοποθετηθεί στην
ελληνική αγορά του real
estate, που αλλάζει
μορφή με την είσοδο νέων
παικτών.
Η έλλειψη στοιχείων για
οφειλέτες και ακίνητα
εμποδίζει ρυθμίσεις
δανείων
Οι συναλλαγές κόκκινων
δανείων που έχουν ως
collateral ακίνητα
αποτελούν πόλο έλξης όχι
μόνο για επενδυτικά
κεφάλαια και εταιρείες
διαχείρισης, αλλά και
για εταιρείες
τεχνολογίας και
εταιρείες αξιολογήσεων,
που διαθέτουν
τεχνογνωσία στην
τμηματοποίηση της αγοράς
και στην παροχή
εξατομικευμένων λύσεων
στους οφειλέτες μέσα από
πλατφόρμες ή αντίστοιχα
αναλαμβάνουν την
εκτίμηση αυτών των
ακινήτων, το ξεκαθάρισμά
τους από πολεοδομικές
παρατυπίες, προκειμένου
στη συνέχεια να
μεταβιβαστούν.
Οδηγούμαστε από την
αγορά των NPLs στην
αγορά του real estate,
επισήμανε από την πλευρά
της Relational στο ίδιο
συνέδριο ο Τάσος
Καντζάβελος,
σημειώνοντας ωστόσο ότι
«η αγορά του real estate
στην Ελλάδα δεν είναι
ώριμη και στερείται
βάθους».
Στις τοποθετήσεις τους
στελέχη της αγοράς
ανέδειξαν το θέμα των
έλλειψης στοιχείων για
την πραγματική
οικονομική κατάσταση των
οφειλετών μέσα από
εργαλεία όπως το
Περιουσιολόγιο ή το
credit bureau για τα
χρέη προς το Δημόσιο,
προκειμένου να
διαμορφωθούν
αποτελεσματικές λύσεις
ρύθμισης δανείων. Οι
τράπεζες μέχρι σήμερα
υποχρεώνονταν να «ξεσκονίζουν»
αρχεία από τα
υποθηκοφυλακεία της
χώρας, εξηγεί στέλεχος
της αγοράς, μέσω μιας
διαδικασίας που κάθε
άλλο σε οργανωμένη αγορά
παραπέμπει. Ξεκινώντας
από τον τόπο διαμονής
του οφειλέτη,
ακολουθούσαν τη διαδρομή
του τόπου καταγωγής και
κατέληγαν σε εύπορους
προορισμούς, όπως η
Μύκονος και η Σαντορίνη,
στην προσπάθειά τους να
διαπιστώσουν την
πραγματική περιουσιακή
κατάσταση του οφειλέτη.
Η έλλειψη στοιχείων
υποχρεώνει τους
εμπλεκομένους στην
αναζήτηση στοιχείων στα
social media και η
πληροφόρηση που αντλούν
μέσα από το Instagram
και το Facebook αποτελεί
σε αρκετές περιπτώσεις
βασική πηγή αξιολόγησης
για το επίπεδο διαβίωσης
των οφειλετών. Η
τεχνολογία με τη μορφή
πλατφορμών λογισμικού
και αλγορίθμων έχει
επιστρατευθεί ως βασική
πηγή πληροφόρησης,
σημείωσε στο ίδιο
συνέδριο η Ιωάννη Κέκη
από την Accenture
Greece, υπογραμμίζοντας
τη σημασία των
κοινωνικών δικτύων στην
προσπάθεια άντλησης
πρόσθετων πληροφοριών
για το προφίλ του
οφειλέτη.
Αντίστοιχα, ένδεια
στοιχείων υπάρχει και
για τα ίδια τα ακίνητα
λόγω της αδυναμίας
πρόσβασης σε βάσεις
δεδομένων όπως το
κτηματολόγιο. Τα ακίνητα
που αποκτώνται μέσω
πλειστηριασμών
επιβαρύνονται κατά το
μεγαλύτερο μέρος τους με
μικρές ή μεγάλες
παραβάσεις και με βάση
τον νόμο θα πρέπει πρώτα
να «τακτοποιηθούν» για
να μπορέσουν να πωληθούν.
Στελέχη της αγοράς που
εμπλέκονται στη
διαδικασία χαρακτήρισαν
τη διαδικασία της
νομιμοποίησης «πραγματικό
εφιάλτη», ενώ από την
πλευρά της Solum
Property Solutions ο
Πάνος Χαραλαμπόπουλος
διαπίστωσε τις
ανεπάρκειες της αγοράς
των μεσιτών, που
χαρακτηρίζεται από
έλλειψη οργάνωσης και
απουσία σύγχρονων
μεθόδων για την προβολή
και διάθεση των ακινήτων.