Είναι η πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες που ο
γονιός καλείται να απαντήσει στο ακόλουθο
δίλημμα: μεταβιβάζω εν ζωή τα ακίνητα στα παιδιά
μου ή επιλέγω η διανομή να γίνει μετά θάνατον με
βάση τα όσα προβλέπει η νομοθεσία; Αυτό το
δίλημμα ενεργοποιείται στην πράξη από σήμερα
καθώς πλέον η γονική παροχή δεν έχει την ίδια
φορολογική αντιμετώπιση με την δωρεά.
Όπως γράφει το Money
Review, στη γονική
παροχή εφαρμόζεται
αφορολόγητο 800.000 ευρώ
(με φόρο 10% για
υπερβάλλον ποσό) ενώ
στην κληρονομιά, το
αφορολόγητο παραμένει
στις 150.000 ευρώ εκτός
και από συγκεκριμένες
περιπτώσεις όπου το
αφορολόγητο αυξάνεται
κατακόρυφα (όπως για
παράδειγμα στην
περίπτωση της
κληρονομιάς πρώτης
κατοικίας).
Για παράδειγμα, η
κληρονομιά πρώτης
κατοικίας από άγαμο
είναι αφορολόγητη μέχρι
του ορίου των 200.000
ευρώ ενώ
από παντρεμένο μέχρι
του ορίου των 250.000 ευρώ
ενώ στο όριο προστίθενται
25.000 ευρώ για
καθένα από τα δύο πρώτα
παιδιά και
30.000 ευρώ για
το τρίτο παιδί και κάθε
επόμενο. Ως εκ τούτου,
αν ο κληρονόμος είναι
παντρεμένος με δύο
παιδιά, κληρονομεί πρώτη
κατοικία 300.000 ευρώ
χωρίς να πληρώσει ούτε
ένα ευρώ φόρο. Επίσης,
ισχύει ειδικό
αφορολόγητο 400.000 ευρώ
για τον επιζώντα σύζυγο
(αρκεί να έχουν
συμπληρωθεί πέντε χρόνια
γάμου) και τα ανήλικα
παιδιά του ώστε να μην
επιβαρύνονται οι
κληρονόμοι σε περίπτωση
αιφνίδιου θανάτου.
Και μετά το αφορολόγητο;
Η κληρονομιά -και μιλάμε
πάντοτε για συγγένειες
πρώτου βαθμού-
φορολογείται με κλίμακα
η οποία προβλέπει φόρο
1% για το τμήμα της
περιουσίας από τα
150.000 έως τα 300.000
ευρώ και 5% για το τμήμα
της περιουσίας από τις
300.000 έως τις 600.000
ευρώ. Κάτι που σημαίνει
ότι για περιουσία
300.000 ευρώ (ανά παιδί)
στην χειρότερη περίπτωση
επιβάλλεται φόρος 1500
ευρώ και για περιουσία
600.000 ευρώ, φόρος
16.500 ευρώ. Να
σημειωθεί πάντοτε ότι
λόγω του κατακερματισμού
της ακίνητης περιουσίας
στην Ελλάδα (σ.σ η χώρα
μετράει πάνω από επτά
εκατομμύρια ιδιοκτήτες)
οι κληρονομικές μερίδες
σπάνια ξεπερνούν τις
150.000 ευρώ δηλαδή το
αφορολόγητο όριο.
Ακόμη πάντως και στις
περιπτώσεις που το
δίλημμα είναι ισχυρό
λόγω φόρου (δηλαδή
γονική παροχή ή
κληρονομιά), εξακολουθεί
να υπάρχει και η
διέξοδος της ψιλής
κυριότητας το καθεστώς
της οποίας δεν άλλαξε.
Η εναλλακτική
Ο γονιός, αντί να
μεταβιβάσει την πλήρη
κυριότητα στο παιδί με
ότι αυτό συνεπάγεται,
μπορεί να μεταβιβάσει
μόνο την ψιλή κυριότητα
και να κρατήσει την
επικαρπία. Αυτό του
διασφαλίζει μηδενική
φορολογική επιβάρυνση.
Διότι η γονική παροχή
της ψιλής κυριότητας
είναι αφορολόγητη (λόγω
του αφορολογήτου των
800.000 ευρώ που ισχύει
πλέον) ενώ μετά τον
θάνατο του γονιού, η
συνένωση της επικαρπίας
που έχει κρατήσει ο
γονιός με την ψιλή
κυριότητα που έχει το
παιδί γίνεται χωρίς φόρο.
Ο μόνος λόγος για τον
οποίο η ψιλή κυριότητα
μπορεί να μην συμφέρει,
είναι το ότι το παιδί
στερείται της
δυνατότητας να πουλήσει
το συγκεκριμένο ακίνητο.
Για να γίνει αυτό, θα
πρέπει να γίνει
συμβόλαιο γονικής
παροχής και της
επικαρπίας η οποία
βεβαίως θα είναι και
πάλι αφορολόγητη.