«Χρυσά διαβατήρια»,
διαφθορά και σκάνδαλα...
Στην πώληση «χρυσών
διαβατηρίων» από την
Κύπρο και την Μάλτα
αναφέρεται εκτενές
ρεπορτάζ στην εφημερίδα
Die Zeit. Ειδικότερα για
την Κύπρο σημειώνει: «Στη
διάθεση της Zeit
βρίσκεται λίστα με
ονόματα χιλιάδων ατόμων
που έχουν αιτηθεί για
διαβατήριο. Η λίστα
συντάχθηκε από τον
αμερικανικό ερευνητικό
οργανισμό Center for
Advanced Defense Studies
(C4ADS).
Συμπεριλαμβάνονται
πολλοί αθώοι,
πολυάριθμοι
επιχειρηματίες από τις
ΗΠΑ, όπως ο πρώην
επικεφαλής της Google
Έρικ Σμιντ. Αλλά και
εγκληματίες και
σκοτεινές φιγούρες». Η
Zeit ως παραδείγματα
μεταξύ άλλων αναφέρει
τον Ρώσο μεγιστάνα Όλεγκ
Ντεριπάσκα που έχει
κυπριακό διαβατήριο και
«συμπεριλαμβάνεται στον
κατάλογο των
αμερικανικών κυρώσεων
και κατηγορείται για
υποθέσεις ξεπλύματος
μαύρου χρήματος,
εκβιασμούς και διαφθοράς».
Επίσης στη λίστα υπάρχει
και ο Ιρανός Μαλεκσαμπάτ
Ιμπραΐμι, «τον οποίο
αναζητά η Ιντερπόλ για
ξέπλυμα μαύρου χρήματος,
απάτη και συμμετοχή σε
εγκληματική οργάνωση». Η
Zeit διερωτάται: «γιατί
αυτοί οι άνθρωποι είχαν
ευρωπαϊκά διαβατήρια.
Και ποιος μπορεί να
φτάσει στην Ευρώπη με
τον τρόπο αυτό;».
«Τα προγράμματα αυτά
συνοδεύονται συχνά από
διαφθορά και έχουν
προκαλέσει σκάνδαλα»,
γράφει το δημοσίευμα με
αναφορές στο σκάνδαλο
που ξέσπασε στην Κύπρο
τον Οκτώβριο αλλά και
τις ενέργειες που έκτοτε
ξεκίνησε η Κομισιόν κατά
των δύο κρατών-μελών. «Η
ΕΕ κατηγορεί αυτά τα
κράτη ότι υπονομεύουν
την ακεραιότητα της
ευρωπαϊκής ιθαγένειας
επειδή οι αγοραστές
στερούνται πραγματικής
σύνδεσης με τη νέα χώρα
τους. Αλλά αυτό
ακούγεται ασαφές και
δείχνει ένα νομικό
πρόβλημα: η πώληση
ιθαγένειας εντός της ΕΕ
είναι ηθικά κατακριτέα
αλλά δεν απαγορεύεται
ρητά από τον νόμο. Κι
αυτό επειδή θέματα
υπηκοότητας εμπίπτουν
στην κυριαρχία των
εκάστοτε κρατών (…)
Επομένως η ΕΕ βρίσκεται
πιθανότατα στην απαρχή
μιας μακράς νομικής
διαμάχης». Κλείνοντας το
δημοσίευμα της Zeit
παρατηρεί: «Τελικά
παραμένει το ερώτημα τι
θα πρέπει να είναι η
ιθαγένεια σε μια
δημοκρατία: ένα καθαρό
εμπόρευμα; Ή το
αποτέλεσμα της
ταυτότητας και της
ενσωμάτωσης; Αυτό το
ζήτημα θα αποτελέσει
αντικείμενο
διαπραγμάτευσης στην ΕΕ
τους επόμενους μήνες».
Πηγή: DW -
Δήμητρα Κυρανούδη |