Για να κερδίσει την δεύτερη θητεία του, ο Ινδός
πρωθυπουργός, Ναρέντρα Μόντι, έχει διπλασιάσει
τις μεγάλες οικονομικές υποσχέσεις που έκανε
στην εκστρατεία του 2014 και προχώρησε ακόμα
περισσότερο. Ωστόσο, η κυβέρνησή του αγωνίστηκε
να διατυπώσει το πώς ακριβώς θα επιφέρει την
οικονομική ανανέωση της Ινδίας. Προφανώς, δεν
μπορεί να υπολογίζει στην απεριόριστη ανοχή των
Ινδών ψηφοφόρων.
---------------
Όταν ο πρωθυπουργός της
Ινδίας, Narendra Modi,
διαγωνίστηκε για την
κορυφαία δουλειά πριν
από πέντε χρόνια, έκανε
προεκλογική εκστρατεία
ως η καλύτερη ελπίδα της
χώρας για την οικονομική
μεταρρύθμιση. Η
κυβέρνηση εναντίον της
οποίας κατέβηκε [στις
εκλογές], με επικεφαλής
το Κόμμα του Κογκρέσου,
είχε κακοδιαχειριστεί
την οικονομία, είχε
περιπέσει σε παράλυση,
και αντιμετώπιζε το ένα
μεγάλο σκάνδαλο
διαφθοράς μετά το άλλο.
Ο Modi έπεισε τους
ψηφοφόρους ότι ήταν η
απάντηση στα οικονομικά
τους δεινά. Εκτόξευε
συνθήματα όπως «ελάχιστη
κυβέρνηση, μέγιστη
διακυβέρνηση» και
υποσχέθηκε ότι «η
κυβέρνηση δεν έχει καμία
δουλειά να είναι στις
δουλειές». Με βάση τις
υποσχέσεις αυτές,
οδήγησε το κόμμα
Bharatiya Janata (BJP)
σε μια σαρωτική νίκη
στις γενικές εκλογές το
2014 και πάλι σε μια
σαρωτική επανεκλογή το
2019.
Ο πρωθυπουργός της
Ινδίας, Narendra Modi,
στο Παγκόσμιο Οικονομικό
Φόρουμ στο Νταβός της
Ελβετίας, τον Ιανουάριο
του 2018. Denis
Balibouse / REUTERS
Ο Modi απολάμβανε
αξιοσημείωτη πολιτική
επιτυχία την εποχή
εκείνη. Οι δημοσκοπήσεις
δείχνουν ότι είναι τόσο
δημοφιλής σήμερα όσο
ήταν πριν από πέντε
χρόνια. Δημιούργησε το
πιο ισχυρό,
συγκεντρωτικό
πρωθυπουργικό γραφείο
από την εποχή της
πρωθυπουργού Ίντιρα
Γκάντι, 35 χρόνια πριν,
συγκεντρώνοντας πολλές
λειτουργίες του
υπουργικού συμβουλίου
στα χέρια στενών βοηθών
του. Το κόμμα του Modi
εξασφάλισε μια δεύτερη
διαδοχική
κοινοβουλευτική
πλειοψηφία και επέκτεινε
ριζικά την λαβή του στα
κρατίδια της Ινδίας:
Σήμερα, τα δύο τρίτα
όλων των [τοπικών]
κυβερνήσεων στηρίζονται
στο BJP ή στους
συμμάχους του. Εάν
αντέξουν οι τρέχουσες
προβλέψεις, το BJP και
οι σύμμαχοί του θα
μπορούσαν να κερδίσουν
την πλειοψηφία στην άνω
βουλή της Ινδίας -η
οποία πρέπει να εγκρίνει
τις σημαντικές
νομοθεσίες που
ψηφίζονται στην κάτω
βουλή- κατά το τέλος του
επόμενου έτους.
Η κυριαρχία του BJP,
ωστόσο, έχει εκπληκτικά
μικρή σχέση με την
οικονομική του πορεία. Ο
Modi πέτυχε πολιτικά
παρά -κι όχι εξαιτίας-
της οικονομίας, η οποία
βρίσκεται στη μέση μιας
παρατεταμένης ύφεσης που
ξεκίνησε στην δική του
βάρδια. Για [να κερδίσει]
την δεύτερη θητεία του,
ο πρωθυπουργός έχει
διπλασιάσει τις μεγάλες
οικονομικές υποσχέσεις
που έκανε στην
εκστρατεία του το 2014
και προχώρησε ακόμα
περισσότερο, θέτοντας
στόχο να μετατρέψει την
Ινδία σε οικονομία των 5
τρισεκατομμυρίων
δολαρίων μέχρι το 2024.
Ωστόσο, η κυβέρνησή του
αγωνίστηκε να διατυπώσει
το πώς ακριβώς θα
επιφέρει την οικονομική
ανανέωση της Ινδίας. Ενώ
ο πρωθυπουργός δεν έχει
ακόμη καταβάλει σοβαρό
πολιτικό τίμημα για την
αποτυχία αυτή, δεν
μπορεί να υπολογίζει
στην απεριόριστη ανοχή
των Ινδών ψηφοφόρων.
ΑΜΑΡΤΙΕΣ ΤΗΣ ΠΡΑΞΕΩΣ ΚΑΙ
ΤΗΣ ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΩΣ
Η κυβέρνηση Modi έκανε
ορισμένες σημαντικές
οικονομικές
μεταρρυθμίσεις στην
πρώτη της θητεία. Μετά
από σχεδόν δύο δεκαετίες
συζητήσεων, το Νέο Δελχί
ενέκρινε έναν σαρωτικό
έμμεσο φόρο γνωστό ως
Φόρο Αγαθών και
Υπηρεσιών (Goods and
Services Tax, GST), κάτι
που οι οικονομολόγοι
παρομοιάζουν με την
Ινδία να υπογράφει
συμφωνία ελεύθερου
εμπορίου με τον εαυτό
της. Για δεκαετίες, χάρη
σε ένα συνονθύλευμα
φορολογικών καθεστώτων
που διέπουν τα κρατίδια
και τα διασυνοριακά τέλη,
οι επιχειρήσεις στην
Ινδία το έβρισκαν συχνά
πιο εύκολο να εξάγουν
αγαθά και υπηρεσίες στο
εξωτερικό από όσο να τα
ανταλλάσσουν πέρα από τα
σύνορα μεταξύ κρατιδίων.
Ο GST, τουλάχιστον
θεωρητικά, δημιουργεί
ομοιομορφία εκατέρωθεν
των συνόρων των
κρατιδίων. Επιπλέον, η
κυβέρνηση έχει προωθήσει
έναν φιλόδοξο πτωχευτικό
κώδικα, ο οποίος έχει ως
στόχο να διευκολύνει την
«δημιουργική καταστροφή»,
κάνοντας πιο εύκολο στις
ζημιογόνες επιχειρήσεις
το να διακόψουν τις
δραστηριότητές τους.
Παρά την αρχική
αντίσταση των μελών του
δικού του πολιτικού
κόμματος, ο Modi
συνέχισε το βιομετρικό
πρόγραμμα ταυτοποίησης
που όρισε ο προκάτοχός
του, προκειμένου να
εξαλείψει την διαφθορά
στην παροχή κοινωνικών
παροχών. Με αυτή την
πρωτοβουλία και με το να
επενδύσει στην δημόσια
παροχή ιδιωτικών αγαθών
όπως οι συνδέσεις με το
φυσικό αέριο, οι
τουαλέτες και η στέγαση,
ο Modi επιδιόρθωσε
σταδιακά το παράλογο
κράτος πρόνοιας της
Ινδίας. Πολλοί Ινδοί
αισθάνονται τώρα ότι η
γραφειοκρατία της χώρας,
που κάποτε θεωρείτο
προβληματική, μπορεί
επιτέλους να αποτελέσει
μέρος της λύσης.
Όμως, σε συνδυασμό με
την παγκόσμια οικονομική
επιβράδυνση, οι
πολιτικές του Modi
κατάφεραν να επιτύχουν
μόνο υποτονική ανάπτυξη,
να ενθαρρύνουν λίγες
επενδύσεις και, σύμφωνα
με πρόσφατη μελέτη, να
χάσουν θέσεις εργασίας
[1] σε μια εποχή που η
Ινδία χρειάζεται
απεγνωσμένα να
δημιουργήσει θέσεις
εργασίας για το νεαρό
εργατικό δυναμικό της. Ο
ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ
της Ινδίας επιβραδύνθηκε
τόσο πολύ τα τελευταία
πέντε τρίμηνα που οι
εγχώριοι και διεθνείς
οργανισμοί έχουν
περικόψει σημαντικά τις
οικονομικές τους
προβλέψεις. Η ανάπτυξη
υποχώρησε σε ένα χαμηλό
έξι ετών στο περίπου 5%
μεταξύ Απριλίου και
Ιουνίου του τρέχοντος
έτους. Οι νέες ιδιωτικές
επενδύσεις έχουν
βυθιστεί σε χαμηλό 16
ετών. Ακόμα και η
ιδιωτική καταναλωτική
δαπάνη, η μοναδική
ατμομηχανή που
προηγουμένως
ενεργοδοτούσε την δειλή
ινδική οικονομία, έπεσε
σε σχεδόν πενταετές
χαμηλό στο 3,1%.
Ο πολυαναμενόμενος GST
στην πραγματικότητα
συνέπεσε με ένα έλλειμμα
στα δημόσια έσοδα για
δύο τουλάχιστον λόγους.
Κατ’ αρχήν, η
καταναλωτική ζήτηση στην
οικονομία έχει μειωθεί,
πράγμα που σημαίνει ότι
υπάρχουν απλώς λιγότερες
οικονομικές συναλλαγές
για να φορολογηθούν.
Ωστόσο, επιδεινωτικά της
κατάστασης είναι τα
προβλήματα στην εφαρμογή
του νέου φορολογικού
καθεστώτος, το οποίο δεν
είναι καθόλου ο «καλός
και απλός φόρος» [2] που
διαλαλούσε ο Modi. Τα
προβλήματα αυτά
περιλαμβάνουν επαχθείς
διαδικασίες συμμόρφωσης,
μια ανησυχητική άνοδο
των εικονικών
φορολογικών λογαριασμών,
και μια δομή των
φορολογικών συντελεστών
που δημιουργεί σύγχυση.
Ορισμένα από τα
μεγαλύτερα οικονομικά
λάθη της κυβέρνησης ήταν
αμαρτήματα δια της
παραλείψεως. Ο δημόσιος
τομέας κυριαρχεί στο
τραπεζικό σύστημα της
Ινδίας. Με το να
αποτύχει να συρρικνώσει
τον ρόλο της, η
κυβέρνηση άφησε
ανεξέλεγκτες περιπτώσεις
σύγκρουσης συμφερόντων
και σαθρής διακυβέρνησης.
Ομοίως, η άρνηση της
κυβέρνησης να απαλλαγεί
ουσιαστικά από τις
κρατικές επιχειρήσεις
επιβάρυνε τον
προϋπολογισμό. Για
παράδειγμα, μόλις πριν
από μερικές ημέρες, η
κυβέρνηση ανακοίνωσε
σχέδια να δαπανήσει 6
δισεκατομμύρια δολάρια
[3] δημόσιου χρήματος
για να προσπαθήσει να
αναβιώσει δύο
χειμαζόμενες κρατικές
εταιρείες
τηλεπικοινωνιών. Σε μια
εποχή που η Ινδία
αντιμετωπίζει τεράστια
δημοσιονομική κρίση και
χρειάζεται να μειώσει
τις δαπάνες της για
δημόσιες επενδύσεις, το
σχέδιο αυτό είναι
λανθασμένο.
Η κυβέρνηση Modi
διέπραξε επίσης σοβαρές
αμαρτίες δια των πράξεων.
Η κορυφαία μεταξύ αυτών
ήταν η «απο-νομισματικοποίηση»
(demonetization) -η
απότομη ακύρωση
χαρτονομισμάτων υψηλής
ονομαστικής αξίας σε μια
προσπάθεια να καθαρίσει
την οικονομία από
αφορολόγητα μετρητά,
γνωστά ως «μαύρο χρήμα».
Σύμφωνα με κάποιες
εκτιμήσεις, η κίνηση
μείωσε το ΑΕΠ της Ινδίας
κατά 2 ποσοστιαίες
μονάδες [4] και κόστισε
1,5 εκατομμύρια θέσεις
εργασίας. Η αποθεματική
τράπεζα της Ινδίας
υπολόγισε ότι η
απο-νομισματικοποίηση
απέτυχε εντελώς τον
στόχο της κάθαρσης της
οικονομίας από το μαύρο
χρήμα: Περισσότερο από
το 99% των ακυρωθέντων
χαρτονομισμάτων παρά
ταύτα βρήκε το δρόμο του
προς τις τράπεζες. Οι
οικονομολόγοι
εξακολουθούν να
αξιολογούν τις ζημίες
που προκλήθηκαν από αυτή
την ριζοσπαστική
πολιτική -ένα δύσκολο
έργο, δεδομένης της
έλλειψης αξιόπιστων
δεδομένων από τη μεγάλη
ανεπίσημη οικονομία της
Ινδίας.
Ωστόσο, η παραπαίουσα
οικονομία έκανε ελάχιστα
για να υπονομεύσει την
υποψηφιότητα επανεκλογής
του Modi το 2019. Μια
στρατιωτική αντιπαράθεση
με το Πακιστάν
σηματοδότησε την
εθνικιστική θέρμη, και
ως εκ τούτου το BJP
αύξησε την
κοινοβουλευτική του
δύναμη –κάτι που το
κατέστησε την πρώτη
κυβέρνηση μη-Κογκρέσου
στην μετά την
ανεξαρτησία ιστορία της
Ινδίας που κατάφερε την
επανεκλογή της.
Εκατομμύρια Ινδοί είδαν
τον Μόντι ως
αποφασιστικό, θεληματικό
και αδιάφθορο,
αγκαλιάζοντας το σύνθημα
της καμπάνιας του «Modi
hai to mumkin hai» (Με
τον Modi, όλα είναι
δυνατά). Οι ψηφοφόροι
του BJP φάνηκαν να τον
πιστεύουν όταν τους
υπενθύμισε ότι δεν θα
μπορούσε να αναιρέσει 65
χρόνια ανεπαρκούς
οικονομικής επίδοσης σε
μια πενταετή θητεία.
Αλλά οι Ινδοί ψηφοφόροι
δεν θα καταπνίγουν την
δυσπιστία τους για πάντα.
Ο Modi αντιμετωπίζει μια
αυξανόμενη οικονομική
κρίση στην δεύτερη
θητεία του. Το Διεθνές
Νομισματικό Ταμείο
διακήρυξε πρόσφατα ότι η
επιβράδυνση της
ανάπτυξης της Ινδίας
είναι «πιο έντονη» [5]
από όσο είχε προβλέψει
προηγουμένως, ενώ ο
αξιολογητικός οίκος
Standard and Poor's
προβλέπει μια βαθιά και
ευρεία υποχώρηση [6].
Ένας πωλητής σε μια
αγορά στην Καλκούτα της
Ινδίας, τον Οκτώβριο του
2019. Tumpa Mondal /
Xinhua / Redux
Το BJP κατήρτισε έναν
νέο προϋπολογισμό τον
Ιούλιο του 2019,
ενθουσιασμένο από την
εκλογική νίκη του. Όμως,
το σχέδιο όχι μόνο
απέτυχε να προσφέρει ένα
αξιόπιστο πακέτο
πολιτικών για την
αντιμετώπιση της κάμψης
–πράγματι, χειροτέρεψε
τα πράγματα. Ο
προϋπολογισμός
πυροδότησε, αντί να
καθησυχάσει, τους φόβους
των ξένων επενδυτών.
Καθιέρωσε νέους φόρους,
τόσο για τις διεθνείς
επενδύσεις όσο και για
τους επενδυτές των
νεοπαγών επιχειρήσεων
(startup). Η κυβέρνηση
έφερε μετά τον
προϋπολογισμό ένα
νομοσχέδιο που προέβλεπε
ποινικές κυρώσεις για
τους διευθύνοντες
συμβούλους που
παραβίαζαν έναν νόμο
εταιρικής κοινωνικής
ευθύνης. Κατά την
διάρκεια των τελευταίων
τριών μηνών,
σταγόνα-σταγόνα, το
υπουργείο Οικονομικών
υπαναχώρησε συστηματικά
σε όλες σχεδόν τις
αμφιλεγόμενες προτάσεις.
Και η κυβέρνηση προώθησε
βιαστικά μια μεγάλη
ανακοίνωση: Μείωσε τους
συντελεστές εταιρικής
φορολογίας για να
ενθαρρύνει τις
μεγαλύτερες επενδύσεις -μια
κίνηση που υποσχέθηκε το
2015 αλλά ποτέ δεν
υλοποιούσε.
Η αγωνιώδης προσπάθεια
της κυβέρνησης Modi να
διαχειριστεί την
οικονομία έρχονται σε
αντίθεση με τις
αποφασιστικές και
ισχυρές ενέργειές της σε
άλλους τομείς. Το
κυβερνών κόμμα έχει
μετακινηθεί με ζωηρότητα
στην εκτέλεση του
εθνικιστικού
κοινωνικο-πολιτιστικού
Ινδουιστικού
προγράμματός της, όπως
με την εκρίζωση της
ημιαυτονομίας του Κασμίρ
τον Αύγουστο και την
κατάργηση μιας ισλαμικής
πρακτικής άμεσου
διαζυγίου τον Ιούλιο. Η
κυβέρνηση φημολογείται
ακόμη ότι μελετά ένα
νομοσχέδιο που
απαγορεύει τον
θρησκευτικό προσηλυτισμό,
και το τοποθετεί χρονικά
στην επόμενη συνεδρίαση
του κοινοβουλίου.
Το BJP δεν μπορεί να
βασιστεί στην ίδια
εσωτερική συναίνεση για
να προωθήσει τις
οικονομικές πολιτικές
του όπως κάνει για τις
πολιτιστικές [πολιτικές]
του. Το κόμμα του Modi
ανήκει σε έναν ευρύ
αστερισμό δεξιών
εθνικιστικών
ινδουιστικών οργανώσεων,
συλλογικά γνωστών ως
Sangh Parivar, που
περιλαμβάνει
οικονομικούς εθνικιστές,
φιλελεύθερους, και όλους
όσοι βρίσκονται στο
ενδιάμεσο. Αυτό που
ενώνει τη λεγόμενη δεξιά
στην Ινδία δεν είναι η
οικονομία της αγοράς
αλλά ο πολιτιστικός
συντηρητισμός. Επομένως,
η ανώτατη διοίκηση του
BJP πρέπει να
προσπαθήσει να
συμβιβάσει αρκετές -συχνά
αντιφατικές- οικονομικές
ιδεολογίες.
Το αντιπολιτευτικό Κόμμα
του Κογκρέσου διαθέτει
επίσης μια μεγάλη
οικονομική ομπρέλα που
στεγάζει τόσο
σοσιαλιστές όσο και
υποστηρικτές της
ελεύθερης αγοράς. Αλλά
το BJP, σε αντίθεση με
το Κογκρέσο, είναι πολύ
υπεύθυνο απέναντι στους
λαϊκούς εργαζόμενους -αναφερόμενοι
στην Ινδία ως «στελέχη»
(cadres). Το BJP είναι
ένας από τους λίγους
πανεθνικούς πολιτικούς
οργανισμούς που
βασίζονται στα στελέχη
της Ινδίας -και πολλοί
από τα «στρατευμένα»
μέλη του είναι πολύ
φιλύποπτα για τις
φιλελεύθερες οικονομικές
μεταρρυθμίσεις. Κατά τον
καθορισμό της
οικονομικής ατζέντας του,
το BJP πρέπει να είναι
προσεκτικό να μην
αποξενώσει την
ινδουιστική εθνικιστική
βάση που τροφοδότησε
τους εκλογικούς
θριάμβους του.
Στις αρχές Οκτωβρίου,
μια από τις συνδεδεμένες
λαϊκές ομάδες του BJP,
ανακοίνωσε μια δεκαήμερη
εθνική διαμαρτυρία
ενάντια στην συμμετοχή
της Ινδίας σε μια
προτεινόμενη συμφωνία
ελεύθερων συναλλαγών με
τα κράτη μέλη της ASEAN
και τους εταίρους της. Η
λαϊκή ομάδα τακτικά
ασκούσε πιέσεις στην
κυβέρνηση για τον
περιορισμό του
εξωτερικού εμπορίου, τον
περιορισμό των άμεσων
ξένων επενδύσεων και την
εγκατάλειψη της
ιδιωτικοποίησης του
δημόσιου τομέα. Ωστόσο,
το BJP είναι επίσης
ελκυστικό σε πολλούς
ψηφοφόρους της μεσαίας
τάξης που απολάμβαναν
τους καρπούς της
οικονομικής
απελευθέρωσης και οι
οποίοι ωθούν το κόμμα σε
μια κατεύθυνση πιο
φιλική προς την αγορά.
Οι πολιτικές
πρωτοβουλίες που
αναδύονται, χωρίς να
αποτελεί έκπληξη, έχουν
αέρα αναποφασιστικότητας
και αμφιβολίας.
ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΣΤΡΟΦΗ
Οι πρόσφατες κινήσεις
της κυβέρνησης Modi -συμπεριλαμβανομένης
της μερικής
οπισθοχώρησης των
πολιτικών που ενοχλούν
τους ηγέτες των
επιχειρήσεων και την
εισαγωγή μιας από μακρού
χρόνου αναμενόμενης
περικοπής του εταιρικού
φόρου- σηματοδοτούν την
αναγνώριση ότι η Ινδία
βρίσκεται σε κατάσταση
σοβαρής επιβράδυνσης.
Αυτή η βουτιά είναι
τουλάχιστον εν μέρει
κατασκεύασμα της ίδιας
της κυβέρνησης.
Προς το παρόν, η
διεξαγωγή ενός
πολιτισμικού πολέμου και
η ελκυστικότητα του
θεληματικού εθνικισμού
έχουν προστατέψει το BJP
από τα οικονομικά του
προβλήματα. Οι ψηφοφόροι
δεν έχουν τιμωρήσει τον
Modi για κακή απόδοση
στην διαχείριση της
οικονομίας –ως τώρα.
Αλλά το πολιτικό
κεφάλαιο που επενδύει ο
Modi στην σπορά
κοινωνικών διαιρέσεων θα
χρησιμεύσει τελικά για
να υπονομεύσει την
οικονομική ανάπτυξη.
Ήδη τον Οκτώβριο, η
πλειοψηφία του BJP
μειώθηκε σε δύο κρατίδια
που υποφέρουν από
διογκούμενη ανεργία και
αγροτική δυσφορία. Κακές
οικονομικές ειδήσεις
γεμίζουν τις εφημερίδες,
από την πτώση των
πωλήσεων που δυσκολεύει
την εποχή των φεστιβάλ
της Ινδίας μέχρι την
αδυναμία των ανεπίσημων
εργαζομένων να
ξεπληρώσουν τα δάνειά
τους. Οι ψηφοφόροι θα
απαιτήσουν σύντομα από
το BJP να τηρήσει τις
υποσχέσεις του για
παροχή εισοδήματος,
απασχόλησης, και
οικονομικής
κινητικότητας -ειδικά σε
μια χώρα όπου η μέση
ηλικία είναι τα 27 έτη
και ένα εκατομμύριο νέοι
εισέρχονται στην αγορά
εργασίας κάθε μήνα, μόνο
για να παλεύουν για να
βρουν θέσεις εργασίας
ανάλογα με τις
φιλοδοξίες τους. Ο Modi
ξέρει ένα – δυο πράγματα
για τις απογοητευμένες
φιλοδοξίες: Στο
κάτω-κάτω, το οικονομικό
άγχος τον βοήθησε να
εκτοξευθεί στην εξουσία
εξ αρχής.
Ο MILAN VAISHNAV είναι
ανώτερος συνεργάτης και
Διευθυντής του
Προγράμματος Νότιας
Ασίας στο Carnegie
Endowment for
International Peace στην
Ουάσινγκτον.
Trading
σε ελληνικές μετοχές μέσω
της Πλατφόρμας Συναλλαγών Plus 500 (Κάντε Click και
Κατεβάστε την μοναδική πλατφόρμα συναλλαγών, χωρίς καμία
οικονομική υποχρέωση, περιλαμβάνει και λογαριασμό "επίδειξης"
- Demo).