Πλέον είναι
γεγονός: από χτες το Ηνωμένο Βασίλειο δεν είναι
πια μέλος της ΕΕ. Το δράμα του Brexit όμως δεν
τελειώνει εδώ αφού τώρα ξεκινούν οι δύσκολες
διαπραγματεύσεις για τις μελλοντικές σχέσεις των
δυο πλευρών.
Σχεδόν τρεισήμισι χρόνια
μεσολάβησαν από το
δημοψήφισμα για το
Brexit στις 26 Ιουνίου
του 2016 μέχρι και την
επίσημη αποχώρηση του
Ηνωμένου Βασιλείου από
την ΕΕ στις 31
Ιανουαρίου του 2019 και
12 μ.μ. ώρα Βρυξελλών.
Εντούτοις το δράμα που
εκτυλίσσεται όλα αυτά τα
χρόνια δεν τελειώνει εδώ.
Κάθε άλλο. Ακόμη και το
καίριο ερώτημα δεν έχει
ακόμη απαντηθεί:
εξακολουθεί να υπάρχει ο
κίνδυνος ενός μη
συντεταγμένου Brexit που
θα οδηγούσε, πιθανότατα,
σε οικονομικό χάος, σοκ
στο ευρωπαϊκό εμπόριο
και ατελείωτες ουρές
φορτηγών στα σύνορα;
Μέχρι τα τέλη του 2020
Λονδίνο και Βρυξέλλες θα
πρέπει να έχουν
καταλήξει στο καθεστώς
των μελλοντικών τους
εμπορικών σχέσεων. «Μέχρι
τότε η Μεγάλη Βρετανία
παραμένει καταρχήν στην
εσωτερική αγορά και την
τελωνειακή ένωση»,
σημειώνει ο Αλεξάντερ
Σάντκαμπ από το
Ινστιτούτο της
Παγκόσμιας Οικονομίας
του Κιέλου. «Από
οικονομική σκοπιά δεν
αλλάζει καταρχήν τίποτα».
Το πρόβλημα είναι ότι
για άλλη μια φορά τα
χρονικά περιθώρια είναι
ιδιαίτερα ασφυκτικά. «Θεωρούμε
λίγο το χρόνο για τη
σύναψη συμφωνίας
ελευθέρου εμπορίου»,
επισημαίνει ο Γιοάχιμ
Λανγκ από τον
Ομοσπονδιακό Σύνδεσμο
Γερμανικής Βιομηχανίας
της Γερμανίας. «Διότι
μια σωστή συμφωνία
απαιτεί συνήθως πολύ
περισσότερο χρόνο από
μερικούς μήνες». Ο ίδιος
εκτιμά ότι μέχρι τα τέλη
της χρονιάς μπορεί να
υπάρξει απλώς μια επί
της αρχής και όχι μια
συνολική συμφωνία. Ως
μέτρο σύγκρισης οι
ειδικοί παραπέμπουν στη
συμφωνία CETA μεταξύ ΕΕ
και Καναδά οι οποία
απαίτησε επτά χρόνια.
Μικρά τα περιθώρια
σύγκλισης
Θεωρητικά ΕΕ και Μεγάλη
Βρετανία θα μπορούσαν να
δώσουν παράταση δύο
χρόνων στη διαδικασία «διαζυγίου».
Ωστόσο ο βρετανός
πρωθυπουργός Τζόνσον
έχει αποκλείσει ήδη εκ
προοιμίου το ενδεχόμενο
αυτό. Ο αρμόδιος για
θέματα Εμπορίου
ευρωπαίος επίτροπος Φιλ
Χόγκαν θεωρεί «ιδιαίτερα
περίεργη» τη δήλωση αυτή
και κάνει λόγο για «πολιτικό
πυροτέχνημα». Αυτό θα
ταίριαζε αναμφίβολα στον
Τζόνσον. Με τη φράση «θα
προτιμούσα να πεθάνω»
είχε αποκλείσει το
περασμένο φθινόπωρο
κατηγορηματικά το
ενδεχόμενο αναβολής της
ημερομηνίας εξόδου της
χώρας του από την ΕΕ,
για να ζητήσει εν τέλει
λίγο αργότερα παράταση
από τις Βρυξέλλες.
Τα στενά χρονικά
περιθώρια δεν θα είναι
όμως το μοναδικό
πρόβλημα στις
επικείμενες
διαπραγματεύσεις, εκτιμά
ο καθηγητής Οικονομικών
στο Kings College του
Λονδίνου Τζόναθαν Πόρτες,
αμφισβητώντας εν γένει
εάν οι δυο πλευρές
δύνανται να καταλήξουν
σε συμφωνία. «Εάν δω τις
θέσεις των δυο πλευρών
όσον αφορά το πλαίσιο
για δίκαιες συνθήκες
ανταγωνισμού, ειδικά σε
ό,τι αφορά την κρατική
βοήθεια αλλά και κανόνες
ανταγωνισμού, τότε τα
περιθώρια σύγκλισης
είναι εξαιρετικά μικρά».
Για τους Βρετανούς η ΕΕ
είναι ο σημαντικότερος
εμπορικός εταίρος. Από
τους πρώην ευρωπαίους
εταίρους προέρχεται το
53% των εισαγόμενων
προϊόντων και σε αυτούς
καταλήγει το 45% των
βρετανικών εξαγωγών.
Σημαντικό ρόλο στις
διαπραγματεύσεις
αναμένεται να
διαδραματίσει ο
νευραλγικός βρετανικός
τομέας παροχής
χρηματοοικονομικών
υπηρεσιών. «Συνεισφέρει
το 10-11% του βρετανικού
ΑΕΠ, είναι η μεγαλύτερη
πηγή φορολογικών εσόδων,
ο σημαντικότερος
εξαγωγικός κλάδος και
απασχολεί 2,3
εκατομμύρια ανθρώπους»,
εξηγεί ο Γκάρι Κάμπκιν
από τον Σύνδεσμο
Χρηματοπιστωτικού Κλάδου
TheCityUK. «Η σημασία
του κλάδου θα πρέπει να
ληφθεί υπόψη στις
διαπραγματεύσεις».
Worst case scenario
Οι Βρετανοί ελπίζουν να
έχουν και μελλοντικά οι
τράπεζες και ο
χρηματοοικονομικός τους
τομέας τη μέγιστη δυνατή
πρόσβαση στην ΕΕ. Οι
Ευρωπαίοι, από την
πλευρά τους, εκφράζουν
φόβους ότι οι Βρετανοί
θα προχωρήσουν σε
χαλάρωση των κανόνων που
διέπουν τις
χρηματοοικονομικές
υπηρεσίες. «Το Λονδίνο
ανταγωνίζεται αγορές
όπως εκείνη της Νέας
Υόρκης και υπό αυτή την
έννοια μπαίνει στον
πειρασμό να χαλαρώσει
τους κανόνες για τις
τράπεζές του», εκτιμά το
μέλος του διοικητικού
συμβουλίου της
γερμανικής Bundesbank
Γιοάχιμ Βύρμελινγκ.
Σε περίπτωση που οι 27
δεν καταφέρουν να έρθουν
σε συμφωνία με το
Λονδίνο και αποτύχουν οι
διαπραγματεύσεις
απομένει μόνον το worst
case scenario που
σημαίνει εμπορικές
σχέσεις σύμφωνα με τους
κανόνες του Παγκόσμιου
Οργανισμού Εμπορίου.
Αυτό συνεπάγεται την
επιβολή δασμών σε
προϊόντα και υπηρεσίες.
«Τα εμπορικά κόστη θα
ανέβαιναν σημαντικά»,
εκτιμά ο Αλεξάντερ
Σάντκαμπ από το
Ινστιτούτο της
Παγκόσμιας Οικονομίας
του Κιέλου. «Ακολούθως
θα μειώνονταν οι
εμπορικές συναλλαγές
μεταξύ των δυο πλευρών».
Μολονότι για αμφότερες
πλευρές το διακύβευμα
είναι πολύ μεγάλο, κάθε
πρόβλεψη περί επίτευξης
συμφωνίας είναι αρκετά
επισφαλής. Η αβεβαιότητα
αυτή ωστόσο είναι «δηλητήριο»
για την οικονομία. «Στο
παρελθόν έχει οδηγήσει
ήδη σε αρνητικές
διακυμάνσεις της
συναλλαγματικής
ισοτιμίας της λίρας.
Επιπλέον […] οι
επιχειρήσεις που θέλουν
να επενδύσουν στη Μεγάλη
Βρετανία δεν ξέρουν πώς
θα διαμορφωθεί η
εμπορική πολιτική της
χώρας […]», επισημαίνει
ο Σάντκαμπ.
Σύμφωνα με το Bloomberg
το Brexit έχει
προκαλέσει ήδη τεράστια
ζημιά στη βρετανική
οικονομία. Το κόστος
υπολογίζεται μέχρι
στιγμής στα 150 δις ευρώ
ενώ μέχρι τα τέλη της
χρονιάς αναμένεται να
προστεθούν άλλα 80 δις
ευρώ.
Αντρέας Μπέκερ
Επιμέλεια: Κώστας
Συμεωνίδης
Deutsche Welle
Greek Finance Forum
Σχόλια Χρηστών
Trading
σε ελληνικές μετοχές μέσω
της Πλατφόρμας Συναλλαγών Plus 500 (Κάντε Click και
Κατεβάστε την μοναδική πλατφόρμα συναλλαγών, χωρίς καμία
οικονομική υποχρέωση, περιλαμβάνει και λογαριασμό "επίδειξης"
- Demo).