Αντί να είναι εκλογές σχετικά με τις μεγάλες
επιλογές της Βρετανίας στην σύγχρονη εποχή,
αυτές οι εκλογές μέχρι στιγμής ήταν μια
μικροαστική μάχη, μερικές φορές δυσάρεστη και
καταθλιπτική, και, όπως δείχνουν οι πρόσφατοι
τίτλοι των εφημερίδων, συχνά διολισθαίνουν σε
ασημαντότητες.
-------------
Λίγες μέρες πριν το
Ηνωμένο Βασίλειο
οδηγηθεί στις κάλπες για
τις πιο σοβαρές εκλογές
σε μια γενιά, τα κύρια
θέματα στα websites των
δύο πιο διαδεδομένων
εφημερίδων της χώρας
συνοψίζουν τη μικρότητα
της βρετανικής πολιτικής.
«Ο Μπόρις Τζόνσον
αρνείται να αστειευτεί
για τον Ντόναλντ Τραμπ
στην υποδοχή του ΝΑΤΟ
και να μην τον πάρει στα
σοβαρά», κραύγασε η [εφημερίδα]
The Guardian αναφερόμενη
στην εμφάνιση του
πρωθυπουργού σε ένα
βίντεο που φάνηκε να
δείχνει ηγέτες του
κόσμου να περιγελούν τον
πρόεδρο των ΗΠΑ στην
πρόσφατη διάσκεψη
κορυφής του ΝΑΤΟ. «Δεν
βλέπεις την ομιλία της
Βασίλισσας, έτσι δεν
είναι Jeremy Corbyn;»
έσκουξε η Daily Mail ως
αντίδραση στην απροθυμία
του ηγέτη του Εργατικού
Κόμματος να επιβεβαιώσει
αν καθόταν μαζί με την
οικογένειά του για να
παρακολουθήσει την
ετήσια τηλεοπτική ομιλία
της βασίλισσας για την
Ημέρα των Χριστουγέννων.
Ο πρωθυπουργός, Μπόρις
Τζόνσον, χρησιμοποιεί
ραπτομηχανή στο Matlock,
στο Ηνωμένο Βασίλειο,
τον Δεκέμβριο του 2019.
Hannah McKay / Reuters
Οι εκλογές στις 12
Δεκεμβρίου αποτελούν μια
επιλογή ανάμεσα σε δύο
πολύ διαφορετικά -και
πολύ ριζοσπαστικά-
οράματα για το τι πρέπει
να είναι το Ηνωμένο
Βασίλειο. Το
αντιπολιτευόμενο
Εργατικό Κόμμα βρίσκεται
υπό την ηγεσία του
Jeremy Corbyn [1], ενός
70χρονου σοσιαλιστή που
πέρασε όλη την πολιτική
του σταδιοδρομία στο
περιθώριο του κόμματος
προτού κερδίσει
δραματικά την ηγεσία το
2015. Δεν προτείνει
τίποτα άλλο παρά μια
θεμελιώδη ανακατάταξη
της βρετανικής
οικονομίας, με το να
πάρει μια σειρά
επιχειρήσεων κοινής
ωφέλειας και υπηρεσιών
από τα ιδιωτικά χέρια,
να επενδύσει εκατοντάδες
δισεκατομμύρια λίρες σε
μια βρετανική έκδοση του
Green New Deal, και
υποσχόμενος τον
τερματισμό κάποιων από
τις πιο οδυνηρών
περικοπών των
Συντηρητικών στις
δημόσιες υπηρεσίες και
κράτος πρόνοιας.
Για τους Συντηρητικούς,
που τώρα καθοδηγούνται
από τον Μπόρις Τζόνσον
[2], οι εκλογές αυτές
αφορούν μόνο το Brexit,
το ενοχλητικό ζήτημα της
αποχώρησης της Βρετανίας
από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μια νέα Συντηρητική
πλειοψηφία, ανάλογα με
το μέγεθός της, θα
επιβεβαιώσει το Brexit˙
μια πλειοψηφία των
Εργατικών (απίθανο) ή
μια κυβέρνηση μειοψηφίας
των Εργατικών (πιθανό)
θα άνοιγε την δυνατότητα
ενός νέου δημοψηφίσματος
που θα μπορούσε να
οδηγήσει στην παραμονή
του Ηνωμένου Βασιλείου
στην ΕΕ. Ως ο
σημαντικότερος πολιτικός
που τάχτηκε υπέρ του
Brexit πριν από το
δημοψήφισμα του 2016 και
ως ο πρωθυπουργός που
εξασφάλισε μια συμφωνία
αποχώρησης με την ΕΕ τον
Νοέμβριο, ελπίζει ότι
αρκετοί από το 52% των
Βρετανών που υποστήριξαν
το Brexit,
συμπεριλαμβανομένης μιας
σημαντικής μειονότητας
ψηφοφόρων των Εργατικών,
είναι διατεθειμένοι να
του δώσουν την ευκαιρία
να καταφέρει τελικά την
αποχώρηση.
Το όραμά του για το
Brexit, όπως και οι
πολιτικές του Εργατικού
Κόμματος για τις
εθνικοποιήσεις και τις
επενδύσεις, θα
ανατρέψουν το βρετανικό
οικονομικό πλαίσιο των
τελευταίων 50 ετών. Και
οι δύο πολιτικές των
μεγάλων κομμάτων θα
αλλάξουν δραματικά τον
τρόπο με τον οποίο
λειτουργεί η χώρα στον
κόσμο -και μέχρι που θα
οδηγήσουν στην
αποσύνθεση της ίδιας της
χώρας. Αλλά αντί για
εκλογές σχετικά με τις
μεγάλες επιλογές, αυτές
οι εκλογές μέχρι στιγμής
ήταν μια μικροαστική
μάχη, μερικές φορές
δυσάρεστη και
καταθλιπτική, και, όπως
δείχνουν οι πρόσφατοι
τίτλοι των εφημερίδων,
συχνά διολισθαίνουν σε
ασημαντότητες. Οι
δημοσιογράφοι έχουν την
συνήθεια να ισχυρίζονται
ότι κάθε [φορά που
γίνονται] γενικές
εκλογές είναι οι πιο
σημαντικές της εκάστοτε
γενιάς, αλλά αυτές είναι
όντως οι σημαντικότερες
γενικές εκλογές σε μια
γενιά.
ΜΠΛΕΓΜΕΝΟΙ ΜΕ ΤΟ BREXIT
Προφανώς, το ζήτημα της
ενδεχόμενης αποχώρησης
του Ηνωμένου Βασιλείου
από την Ευρωπαϊκή Ένωση
επικρέμαται πάνω από τις
εκλογές, όπως κυριαρχεί
επί της βρετανικής
πολιτικής μετά το
δημοψήφισμα του 2016. Η
Sky News, το κυρίαρχο
portal ειδήσεων στην
χώρα, τις χαρακτήρισε «εκλογές
Brexit», αλλά οι
λεπτομέρειες του Brexit
απουσιάζουν από την [προεκλογική]
εκστρατεία. Τι θα
σημαίνει, πράγματι, η
συμφωνία [3] του Johnson
με τους εκπροσώπους της
ΕΕ τον Οκτώβριο για το
μέλλον της χώρας; Πώς θα
επηρεάσει τις θέσεις
εργασίας ή τις τιμές;
Πώς θα έμοιαζε η
συμφωνία ελευθέρων
συναλλαγών με την
Ευρωπαϊκή Ένωση, εάν,
όπως υποσχέθηκε ο
Johnson, το Ηνωμένο
Βασίλειο υιοθετήσει πολύ
διαφορετικά πρότυπα για
τα βρετανικά προϊόντα
από αυτά που έθεσε σε
εφαρμογή η ΕΕ; Αυτά τα
ερωτήματα μόλις που
έχουν τεθεί, πόσω μάλλον
απαντηθεί. Αυτό
συμβαίνει εν μέρει
επειδή κανένα από τα
κόμματα της
αντιπολίτευσης δεν
πιστεύει ότι είναι προς
το συμφέρον τους να
κάνουν αυτές τις εκλογές
«εκλογές Brexit». Οι
Εργατικοί θέλουν να
μιλήσουν για οτιδήποτε
άλλο εκτός από το Brexit,
ενώ οι Φιλελεύθεροι
Δημοκράτες -ένα κεντρώο,
κοινωνικά φιλελεύθερο
κόμμα που τα τελευταία
χρόνια έχει αποσπάσει
πολλούς φιλοευρωπαϊστές
ψηφοφόρους από τους
Εργατικούς-
ενδιαφέρονται
περισσότερο να
απορροφήσουν τους
ψηφοφόρους που είναι
αφοσιωμένοι στην
παραμονή στην Ευρωπαϊκή
Ένωση παρά στο να
εστιάσουν στα κενά στην
πολιτική του
Συντηρητικού Κόμματος.
Όσο για τους
Συντηρητικούς, επίσης
δεν θέλουν να μιλήσουν
για την πολιτική τους
για το Brexit. Ακριβώς
όπως το δημοψήφισμα της
ΕΕ κατέληξε στο τριών
λέξεων σύνθημα «Ξαναπαίρνουμε
τον έλεγχο», οι
Συντηρητικοί ελπίζουν
ότι αυτές οι εκλογές θα
καθοριστούν από μια
επίσης σύντομη φράση: «Πραγματοποιούμε
το Brexit» [4]. Αυτές οι
τρεις λέξεις, που
επαναλαμβάνονται αενάως
κάθε φορά που
εμφανίζεται ο Τζόνσον
μπροστά από ένα
μικρόφωνο, είναι
αποκαλυπτικές με τον
δικό τους τρόπο. Δεν
υπάρχει τίποτα σε αυτές
που να δείχνει ότι το
Brexit είναι καλό. Η
χώρα το έχει ξεπεράσει
αυτό πλέον. Είναι «Ας
τελειώνουμε με όλο αυτό
το πράγμα». Και με
κάποιο τρόπο, το μήνυμα
καταφέρνει να
προσελκύσει τόσο
εκείνους που επιθυμούν
την έξοδο (Leavers) όσο
και εκείνους που
επιθυμούν την παραμονή (Remainers).
Το Brexit κυριάρχησε
στις βρετανικές ειδήσεις
για τρία και μισό χρόνια.
Οι ψηφοφόροι βαρέθηκαν.
Και τώρα έρχεται ο
Τζόνσον, υποσχόμενος να
τους βγάλει από την
δυστυχία τους. Ο
πρωθυπουργός ελπίζει ότι
αρκετοί άνθρωποι που
κανονικά δεν θα εξέταζαν
το να ψηφίσουν
Συντηρητικούς,
αναστενάζουν, σηκώνουν
τους ώμους και να
σκέπτονται: «Ας πάει».
Το πρόβλημα, φυσικά,
είναι ότι, ακόμη και με
μια αποφασιστική νίκη
των Συντηρητικών, το
Brexit δεν θα γίνει, όχι
όσο μπορεί να φανταστεί
κανείς. Θα υπάρξει ένα
ακόμη έτος
διαπραγματεύσεων για μια
εμπορική συμφωνία μεταξύ
του Ηνωμένου Βασιλείου
και της ΕΕ,
ακολουθούμενο είτε από
μακρά παράταση (επειδή
είναι απίστευτα απίθανο
να μπορεί να τύχει
διαπραγμάτευσης μια
πολύπλοκη εμπορική
συμφωνία σε τόσο σύντομο
χρονικό διάστημα) είτε
μια επικίνδυνη αποχώρηση
χωρίς καμία συμφωνία.
Όταν δεν απέφευγε το
θέμα, ο Corbyn δοκίμαζε
την δική του εκδοχή
αυτού του σλόγκαν: «Get
Brexit Sorted» (Επιλύστε
το Brexit) [5]. Αλλά το
σχέδιό του να «επιλύσει»
το Brexit δεν είναι πολύ
πιο πειστικό από του
Johnson. Περιέχει μια
τρίτη διαπραγμάτευση με
την Ευρωπαϊκή Ένωση, η
οποία θα απαιτήσει τρεις
μήνες κατά τους
ισχυρισμούς των
Εργατικών, ακολουθούμενη
από δημοψήφισμα επί της
συμφωνίας έξι μήνες μετά.
Με άλλα λόγια, άλλους
εννέα μήνες -τουλάχιστον-
στην ίδια συζήτηση την
οποία η χώρα έχει
υπομείνει από το
καλοκαίρι του 2016. Δεν
αποτελεί έκπληξη το
γεγονός ότι οι Εργατικοί
έχουν απομακρυνθεί από
την συζήτηση περί Brexit
και κατευθύνθηκαν προς
μια πιο βολική περιοχή,
όπως την υπεράσπιση της
Εθνικής Υπηρεσίας Υγείας
από περικοπές και
ιδιωτικοποιήσεις.
Το Brexit δεν ήταν ποτέ
εύκολο θέμα για τον
Corbyn. Ένας ισόβιος
ευρωσκεπτικιστής,
βρέθηκε να είναι ηγέτης
ενός φιλοευρωπαϊκού
κόμματος το 2015 στην
πορεία προς το
δημοψήφισμα του Brexit
το 2016. Δάγκωσε την
γλώσσα του και στήριξε
την ψήφο υπέρ της
παραμονής [στην ΕΕ], αν
και οι σπάνιες ομιλίες
του κατά την διάρκεια
της [προεκλογικής]
εκστρατείας ήταν συχνά
επικριτικές για την
Ευρωπαϊκή Ένωση. Τις
ώρες μετά το αποτέλεσμα
του δημοψηφίσματος,
κάλεσε τον πρωθυπουργό
να ξεκινήσει την
διαδικασία της
αποχώρησης αμέσως,
πυροδοτώντας μια
κατακλυσμική φιλονικία
στο Εργατικό Κόμμα που
είδε σχεδόν το 80% των
βουλευτών του να
ψηφίζουν μη εμπιστοσύνη
στην ηγεσία του. Στις
τελευταίες εκλογές το
2017, ο Corbyn επέμεινε
ότι οι Εργατικοί θα
στηρίξουν το Brexit,
παρόλο που η πλειοψηφία
των μελών του κόμματος -για
να μην αναφέρουμε τους
βουλευτές- διαφώνησε.
Μόνο μετά την
καταστροφική εμφάνιση
του κόμματος στις
φετινές ευρωεκλογές,
όταν οι Εργατικοί
ξυλοκοπήθηκαν από τους
ασταμάτητους υπέρ της
παραμονής Φιλελεύθερους
Δημοκράτες, συμφώνησε
απρόθυμα να προσεγγίσει
την τρέχουσα θέση του
κόμματος, υποσχόμενος να
διεξαγάγει νέο
δημοψήφισμα [6] σχετικά
με την θέση της
Βρετανίας στην Ευρώπη,
με την παραμονή στην ΕΕ
να είναι μια από τις
επιλογές στην ψηφοφορία.
Η πολιτική αυτή επέτρεψε
στους υπόλοιπους
Εργατικούς που
υποστηρίζουν την
παραμονή να επιστρέψουν
στις τάξεις [του
κόμματος], μειώνοντας
την πιθανή ψήφο των
Φιλελεύθερων Δημοκρατών.
Ο ίδιος όμως ο Κόρμπιν
αρνείται να πει με ποιον
τρόπο θα ψηφίσει σε
οποιοδήποτε μελλοντικό
δημοψήφισμα. Υπάρχει μια
ασαφής λογική σε αυτό.
Από τη μια πλευρά, αν
υποστηρίξει τη μια
πλευρά και η κερδίσει η
άλλη, θα το έβρισκε -όπως
ο Ντέιβιντ Κάμερον πριν
από αυτόν- αδύνατο να
παραμείνει πρωθυπουργός,
εφαρμόζοντας μια
πολιτική για την οποία
είχε αγωνιστεί εναντίον
της. Αλλά από την άλλη
πλευρά: Αλήθεια; Στο πιο
διχαστικό ζήτημα της
βρετανικής πολιτικής, ο
Corbyn είναι το μοναδικό
άτομο στην χώρα χωρίς
μια άποψη.
Ο ηγέτης των Εργατικών
θα προτιμούσε πολύ
περισσότερο να
πλαισιώσει αυτές τις
εκλογές ως μια μάχη για
την λιτότητα. Τα
τελευταία εννέα χρόνια,
μια σειρά συντηρητικών
κυβερνήσεων έχει μειώσει
τις δημόσιες δαπάνες
περισσότερο από
οποιαδήποτε άλλη στιγμή
μετά τον Β’ Παγκόσμιο
Πόλεμο. Πολλά σχολεία
είναι πλέον ανοιχτά
μόλις τεσσερισήμισι
μέρες την εβδομάδα,
τοπικές ιατρικές
κλινικές εξαφανίζονται,
βιβλιοθήκες έχουν
κλείσει και οι τοπικές
Αρχές -οι οποίες έχουν
την ευθύνη για ορισμένες
από τις σημαντικότερες
αλλά λιγότερο ορατές
υπηρεσίες, όπως η
φροντίδα των ευάλωτων
παιδιών και συντήρηση
οίκων φροντίδας για
ηλικιωμένους- έχουν
περικοπεί μέχρι το
κόκκαλο. Η κυβέρνηση
έχει επίσης μειώσει τα
επιδόματα αναπηρίας, ενώ
ένα νέο σύστημα
κοινωνικής πρόνοιας με
αυστηρότερες κυρώσεις
για υποτιθέμενες
παραβιάσεις έχει
οδηγήσει σε δραματική
αύξηση του αριθμού των
ατόμων που βασίζονται σε
τράπεζες τροφίμων. Οι
άστεγοι [7], οι οποίοι
μειώθηκαν σημαντικά από
την τελευταία κυβέρνηση
των Εργατικών,
αυξάνονται και πάλι.
Αντί να υπερασπιστεί
αυτό το θλιβερό ιστορικό
της διακυβέρνησης των
Τόρι, ο Τζόνσον -ο
οποίος ανέλαβε
πρωθυπουργός τον Ιούλιο-
προσπάθησε να
επικεντρωθεί στο μέλλον,
υποσχόμενος
περισσότερους
αστυνομικούς,
περισσότερους νοσοκόμους,
και περισσότερη
χρηματοδότηση για τα
σχολεία. Είναι δύσκολο
να το πουλήσει, όμως. Η
δέσμευση των
Συντηρητικών να
προσλάβουν 20.000
περισσότερους
αστυνομικούς, για
παράδειγμα,
αντιμετωπίστηκε με την
αληθή κριτική ότι οι
κυβερνήσεις υπό την
ηγεσία των Συντηρητικών
έχουν περικόψει 21.000
θέσεις αστυνομικών [8]
από το 2010.
Η ΒΡΕΤΑΝΙΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Παρόλο που το Brexit
είναι από ορισμένες
απόψεις ένα ζήτημα
εξωτερικής πολιτικής,
καμία από τις
εκστρατείες δεν έδωσε
σοβαρή προσοχή στις
σχέσεις της Βρετανίας με
τον υπόλοιπο κόσμο. Η
εξωτερική πολιτική
σπανίως είναι
αποφασιστική για τις
εκλογές στο Ηνωμένο
Βασίλειο -το 2005, δύο
χρόνια αφότου οδήγησε
την χώρα στον
καταστροφικό πόλεμο στο
Ιράκ, ο Τόνι Μπλερ
κέρδισε μια άνετη
πλειοψηφία [9]. Αλλά
αυτές οι εκλογές είναι
μοναδικές στο ότι οι
πλατφόρμες εξωτερικής
πολιτικής και των δύο
μεγάλων κομμάτων ζητούν
δραματικές αλλαγές στο
status quo: Οι
Συντηρητικοί επιδιώκουν
να εξαφανίσουν το
Ηνωμένο Βασίλειο από την
ΕΕ και οι Εργατικοί
θέλουν μια θεμελιώδη
απομάκρυνση από τον
φιλελεύθερο παρεμβατισμό
της εποχής του Blair.
Ο ριζοσπαστισμός της
πλατφόρμας του Εργατικού
Κόμματος [10] έχει
υποτιμηθεί εξαιρετικά,
πιθανώς επειδή το κόμμα
ακολουθεί τους
Συντηρητικούς με μεγάλη
διαφορά στις
δημοσκοπήσεις. Αλλά
εκτός από τις συμβολικές
πολιτικές όπως η
αναγνώριση της
Παλαιστίνης, οι
Εργατικοί σκοπεύουν να
τερματίσουν τις πωλήσεις
όπλων στην Σαουδική
Αραβία και άλλες
δικτατορίες, και έχουν
δεσμευθεί να θέσουν τα
ανθρώπινα δικαιώματα στο
επίκεντρο της βρετανικής
εξωτερικής πολιτικής.
Εάν ο Corbyn γινόταν
πρωθυπουργός, οι σχέσεις
ΗΠΑ-Ηνωμένου Βασιλείου
θα εισέρχονταν σε μια
μάλλον νέα φάση, ακόμα
κι αν ένας Δημοκρατικός
εισερχόταν στον Λευκό
Οίκο το 2021. Το
ιστορικό του Corbyn σε
ανοιχτή κριτική της
ηγεμονίας των ΗΠΑ θα
περιπλέξει σίγουρα την
διατλαντική συμμαχία.
Ο Corbyn έχει συλλέξει
μια εκλεκτική δέσμη
αιτιών από όλο τον κόσμο
τα τελευταία 30 χρόνια
και ένας περίεργος
συνδυασμός τους βρέθηκε
υπό το φως στο μανιφέστο
του κόμματός του το
2019. Υποσχέθηκε να
στηρίξει τα δικαιώματα
της αυτοδιάθεσης της
Δυτικής Σαχάρας και της
Δυτικής Παπούα -η πρώτη
φορά που αυτές οι
περιοχές έχουν αναφερθεί
ποτέ σε βρετανικό
εκλογικό μανιφέστο. Πιο
αμφιλεγόμενα, οι
Εργατικοί υποσχέθηκαν να
αναγνωρίσει το δικαίωμα
των νησιωτών Chagos και
των απογόνων τους να
επιστρέψουν στην πατρίδα
τους. Το πρόβλημα είναι
ότι η «πατρίδα» των
νησιωτών Chagos είναι
ένα νησί στον Ινδικό
Ωκεανό που ονομάζεται
Diego Garcia [11] που
έχει μισθωθεί από το
1966 στις Ηνωμένες
Πολιτείες για να
χρησιμοποιηθεί ως
στρατιωτική βάση. Η
επιθυμητή πολιτική του
Corbyn θα τον έφερνε
κατευθείαν σε σύγκρουση
με την Ουάσινγκτον.
Σε αντιδιαστολή, αυτό
που είναι αξιοσημείωτο
με την πλατφόρμα
εξωτερικής πολιτικής των
Συντηρητικών, είναι το
πόσο λίγα λέει για
οτιδήποτε πέρα από το
Brexit. Από τις 59
σελίδες του μανιφέστου
του κόμματος [12], μόνο
τρεις σελίδες είναι
αφιερωμένες στον
υπόλοιπο κόσμο και μια
από αυτές συνοδεύεται
από μια ολοσέλιδη
φωτογραφία του Dominic
Raab, του Υπουργού
Εξωτερικών. Η Κίνα δεν
αναφέρεται ούτε μια φορά
-οι Συντηρητικοί δεν
έχουν τίποτα να πουν για
τις διαμαρτυρίες στο
Χονγκ Κονγκ ή για την
καταστολή των
Μουσουλμάνων Ουιγούρων,
πόσω δε μάλλον το
Ηνωμένο Βασίλειο να
ασχοληθεί με την
αυξανόμενη παγκόσμια
ισχύ της Κίνας. Ούτε το
κόμμα έχει τίποτα να πει
για τις μεγαλύτερες
ανθρωπιστικές κρίσεις
στον κόσμο -ούτε η Συρία
ούτε η Υεμένη αξίζουν
μια αναφορά.
Αντίθετα, το μανιφέστο
είναι γεμάτο με
κομπασμούς για το Brexit.
Παραδείγματος χάριν,
υποστηρίζει ότι «η
εκτέλεση του Brexit θα
μας επιτρέψει να κάνουμε
περισσότερα στην διεθνή
σκηνή», ενώ σε ένα
σύντομο απόσπασμα για τα
ανθρώπινα δικαιώματα
λέει ότι «μόλις
εγκαταλείψουμε την ΕΕ,
θα προασπιζόμαστε ακόμα
πιο έντονα αυτές τις
αξίες». Δεν παρέχεται
καμία εξήγηση ως προς το
γιατί η συμμετοχή στην
ΕΕ καθιστά το Ηνωμένο
Βασίλειο
αναποτελεσματικό στην
παγκόσμια σκηνή ή το
εμποδίζει να
υπερασπιστεί τα
ανθρώπινα δικαιώματα.
Βρετανοί ψηφοφόροι στο
Λονδίνο, τον Μάιο του
2015. Martin Lengemann /
laif / Redux
Οι δημοσκοπήσεις
δείχνουν ότι μια
πλειοψηφία των
Συντηρητικών είναι
πιθανή, αν και μια
κατάσταση μη
αυτοδυναμίας ή ακόμη και
οι Εργατικοί να
συμπήξουν μια συμμαχία ή
μια κυβέρνηση μειοψηφίας
δεν μπορεί να
αποκλειστεί [13]. Οι
δημοσκοπήσεις μπορούν να
αλλάξουν και οι
πολιτικοί δημοσιογράφοι
δεν γνωρίζουν ακόμα όλες
τις μεταβλητές που
μπορεί να επηρεάσουν το
αποτέλεσμα. Και τα δύο
βασικά κόμματα κέρδισαν
περισσότερο από το 40%
των ψήφων το 2017 και
έκτοτε αμφότερα έχασαν
μεγάλα κομμάτια των
αυτών συνασπισμών σε
όλες τις τοπικές και
ευρωπαϊκές εκλογές. Δεν
είναι σαφές εάν οι
ψηφοφόροι που αποχώρησαν
από τους Εργατικούς για
να ψηφίσουν κόμματα
σαφώς αντίθετα με την
αποχώρηση από την ΕΕ θα
επιστρέψουν τώρα στους
Εργατικούς, ή αν οι
συντηρητικοί ψηφοφόροι
που επιθυμούν να
παραμείνουν στην ΕΕ θα
μπορούσαν να χωνέψουν
τον Κόρμπιν ως
πρωθυπουργό.
Από την δεκαετία του
1970, το Ηνωμένο
Βασίλειο -όπως και
μεγάλο μέρος του
υπόλοιπου Δυτικού κόσμου-
γνώρισε μια αργή
ανακατάταξη στις
κομματικές πολιτικές
[14]. Η τάξη και το
εισόδημα συνηθιζόταν να
προσδιορίζουν τις
κομματικές επιλογές των
ψηφοφόρων˙ τώρα η φυλή
και η παιδεία παίζουν
μεγαλύτερο ρόλο. Ο
κοινωνικός άξονας
ανάμεσα στο φιλελεύθερο
και το αυταρχικό γίνεται
όλο και πιο σημαντικός˙
ο παλιός οικονομικός
άξονας μεταξύ της
αριστεράς και της δεξιάς,
λιγότερο. Υπάρχει ένα
αυξανόμενο χάσμα μεταξύ
πόλεων (Εργατικών) και
κωμοπόλεων (Συντηρητικοί).
Αυτή η σταδιακή
ανακατάταξη έχει
καταστήσει πιο δύσκολη
την πρόβλεψη των εκλογών.
Οι ψηφοφόροι, εξάλλου,
είναι πιο περίπλοκοι από
όσο τους φαντάζονται
συχνά. Μια ροή Twitter
που ονομάζεται British
Voter Bot [15] έχει
γίνει ένα πολύ αναγκαίο
διορθωτικό [μέσο] για
την προπαγάνδα, την πόζα
και την μικροπρέπεια της
προεκλογικής εκστρατείας
για τις γενικές εκλογές.
Κάθε λίγες ώρες,
εκτοξεύει τις ανώνυμες
λεπτομέρειες ενός
πραγματικού Βρετανού
ψηφοφόρου ληφθείσες από
την πιο πρόσφατη
Βρετανική Εκλογική
Μελέτη (British
Electoral Study): Από
πού προέρχονται, πώς
μαθαίνουν τις ειδήσεις,
τι σκέφτονται σε τρία
μεγάλα ζητήματα. Τότε
σας λέει πώς ψήφισαν στο
δημοψήφισμα και στις
τελευταίες εκλογές.
Μερικές φορές είναι
προφανές: Ο ψηφοφόρος
που σκέφτεται ότι το
Brexit ήταν μια
καταστροφή και ότι οι
δημόσιες υπηρεσίες είναι
καταπληκτικές, ψήφισαν «εντός»
και Εργατικούς. Αλλά
συχνά υπάρχει
τουλάχιστον μια
λεπτομέρεια που δεν
ταιριάζει αρκετά με την
ιστορία που οι πολιτικοί
δημοσιογράφοι υφαίνουν
για το κοινό που ψηφίζει:
Η γυναίκα που
υποστηρίζει την θανατική
ποινή αλλά ψήφισε
Εργατικούς, για
παράδειγμα, ή ο άνθρωπος
που υποστηρίζει την
ανακατανομή του πλούτου
αλλά ψήφισε
Συντηρητικούς.
Οι ψηφοφόροι αυτοί
απέτυχαν σε αυτήν την
προεκλογική εκστρατεία.
Η εμπιστοσύνη τους στην
πολιτική, η οποία υπέστη
σοβαρό πλήγμα από το
σκάνδαλο του 2009 [16]
που εμφάνισε εκατοντάδες
βουλευτές να
αναγκάζονται να
επιστρέψουν χρήματα που
εσφαλμένα είχαν
απαιτήσει ως αποζημίωση
για δαπάνες, έχει
διαβρωθεί περαιτέρω από
μια πολιτική διαδικασία
που μαστίζεται ολοένα
και περισσότερο από
μισές αλήθειες και
απόλυτα ψέματα. Τα
τηλεοπτικά μέσα,
απογοητευμένα στο να
προσπαθούν να αποκτήσουν
την συνηθισμένη πρόσβαση
στους ηγέτες -ο Johnson
αρνήθηκε να καθίσει με
τον κύριο συνεντευξιαστή
του BBC- αγωνίστηκαν να
επικεντρωθούν στα θέματα
που έχουν σημασία. Οι
εφημερίδες, οι οποίες
ποτέ δεν έκρυψαν τις
πολιτικές προκαταλήψεις
τους, έγιναν πλέον
σούπερ κομματικές
μαζορέτες, ιδιαίτερα η
κάποτε σοβαρή Daily
Telegraph (η οποία
απασχολούσε τον Johnson
ως αρθρογράφο). Τα
κοινωνικά μέσα και τα
smartphones έχουν ωθήσει
τους ψηφοφόρους πιο
μακριά από τις
επικρατούσες πηγές
ειδήσεων προς τους
φίλους, τα μιμίδια
(memes), και το Facebook
για «ειδήσεις» που
μπορεί να είναι
οτιδήποτε άλλο εκτός από
αυτό. Οι Βρετανοί
ψηφοφόροι είναι
βουτηγμένοι σε μια
θάλασσα ασημαντοτήτων,
προπαγάνδας, και
συνθημάτων των τριών
λέξεων -και κανείς δεν
ξέρει τι θα κάνουν με
όλα αυτά.
Ο STEVE BLOOMFIELD είναι
αναπληρωτής διευθυντής
του περιοδικού Prospect
και βραβευμένος το 2019
με το βραβείο Orwell για
την Δημοσιογραφία.
Trading
σε ελληνικές μετοχές μέσω
της Πλατφόρμας Συναλλαγών Plus 500 (Κάντε Click και
Κατεβάστε την μοναδική πλατφόρμα συναλλαγών, χωρίς καμία
οικονομική υποχρέωση, περιλαμβάνει και λογαριασμό "επίδειξης"
- Demo).