Γεννήθηκε στο σχετικά
ασήμαντο προάστιο του
Montreuil, από σχετικά
ασήμαντους γονείς, για
να σπουδάσει Πολιτικές
Επιστήμες που είναι μία
σχετικά ασήμαντη επιλογή.
Δούλεψε ως δημοσιογράφος
στην σχετικά ασήμαντη
αλλά αρκούντως
συντηρητική Quotidien de
Paris για να μετεγγραφεί
στην επίσης δεξιόστροφη
Figaro απ’ όπου «παραιτήθηκε»
το 2009. Στην ουσία «την
έκανε με ελαφρά
πηδηματάκια» μετά την
καταδίκη του για «ρατσιστικές
διακρίσεις». Την γλύτωσε
με 2000 ευρώ πρόστιμο.
Συνέχισε ωστόσο
ανενόχλητος την πορεία
του στα «εφαπτόμενα» τη
ακροδεξιάς ΜΜΕ στη
Γαλλία. Με άλλοθι ή
πρόσχημα την μάχη με το
«politically correct»
και την «κυριαρχία της
αριστερής άποψης» ο Eric
Zemmour έκανε καριέρα
καλλιεργώντας ό,τι πιο
ρατσιστικό, ό,τι πιο
εθνικιστικό και ό,τι πιο
λαϊκιστικό ανακλαστικό της
«Βαθιάς Γαλλίας». Με την
ολοκλήρωση του
ιδεολογικού του κύκλου
στα μονοπάτια του
διαχρονικά παρόντος στα
πολιτικά πράγματα
γαλλικού φασισμού, ο
Zemmour κατόρθωσε να
πείσει το πολυπληθές
ακροατήριο του πως στη
Γαλλία και τον κόσμο
υπάρχουν μόνον δύο
προβλήματα: Οι
Μουσουλμάνοι και οι
Μετανάστες.
Παίζοντας με αυτό το
υπεραπλουστευτικό
λεκτικό δίδυμο, ο
σύγχρονος Άλφρεντ
Ρόζεμπεργκ του
διαχρονικού Ναζισμού,
πλασάρεται τελικά αν και
ανεπίσημα ως ένας από
τους βασικούς
διεκδικητές της εκλογής
στο ανώτατο αξίωμα της
χώρας του στις
προεδρικές εκλογές την
άνοιξη του 2022. Και
λέμε ανεπίσημα διότι ο
Zemmour μέχρι στιγμής
δεν έχει καταθέσει
επίσημα την υποψηφιότητα
του για την εκλογική
αναμέτρηση. Προτιμά να
κινείται μέσα σε μία
επικοινωνιακή «γκρίζα
ζώνη» εκμεταλλευόμενος
την απίστευτη «αδυναμία»
που τρέφουν για το
πρόσωπο του τα συστημικά
ΜΜΕ. Για τα λεγόμενα
αντισυστημικά ΜΜΕ δεν το
συζητάμε. Ο Zemmour
είναι ο απόλυτος ήρωας
τους, ο δικός τους «άνθρωπος»,
ο αντισυστημικός τους
υποψήφιος. Η καμπάνια
του λειτουργεί μέσα από
τα δαιδαλώδη μονοπάτια
των Social Media. Το
συμπλεγματικό ρευστό
προϊόν των παραδοσιακών
ακροδεξιών, των
φανατικών ρατσιστών, των
δαιμονισμένων
αντιεμβολιαστών, των «Ζηλωτών»
του Καθολικισμού, των
πικραμένων μοναρχικών,
των οπαδών του
φασιστικού καθεστώτος
του Βισύ και του
Στρατάρχη Πεταίν , όλος
αυτός ο χυλός αντανακλάται
με ακρίβεια στο
ιδεολογικό κοκτέιλ που
προτείνει το «τρομερό
παιδί» της γαλλικής
υποκουλτούρας, Όσο πιο
υποβαθμισμένο, ανόητο
και ακραίο είναι το
προτεινόμενο πολιτικό
προϊόν τόσο πιο
δημοφιλής γίνεται ο
εκφραστής του.
Έτσι
η Μαρίν Λεπέν που χρόνια
τώρα συνήθισε να
μονοπωλεί την ηγεσία της
γαλλικής ακροδεξιάς
κληρονομώντας την
πραξικοπηματικά από τον
πατέρα της, έχει αρχίσει
να αντιλαμβάνεται πώς
κινδυνεύει να
παραμεριστεί από το «Ρεύμα
Zemmour». Οι
δημοσκοπήσεις, σωστές ή
λανθασμένες, δίνουν
σημαντικά ποσοστά στον
ενδεχόμενο υποψήφιο για
τις προεδρικές εκλογές
του 2022. Σε μία από
αυτές τις δημοσκοπήσεις
μάλιστα που
παρουσιάστηκε την
εβδομάδα που μας πέρασε,
ο Eric Zemmour βρίσκεται
μπροστά από την Μαρίν
Λεπέν και μπαίνει στον
δεύτερο γύρο με τον
Εμανουέλ Μακρόν όπου
βεβαίως θα ηττηθεί. Μία
τέτοια εξέλιξη ωστόσο
σημαίνει πως η κυρίαρχη
στην ακροδεξιά παράταξη
Μαρίν Λεπέν θα
παραμεριστεί από τον
πολιτικό χάρτη. Με
δεδομένο ότι η
παραδοσιακή γαλλική
δεξιά είναι
κατακερματισμένη και
ακέφαλη ο Eric Zemmour έχει
κατά τους δημοσκόπους
την δυνατότητα «εισοδισμού»
σε όλο το φάσμα του
συντηρητικού τμήματος
της γαλλικής κοινωνίας.
Αυτός είναι και ο λόγος
για τον οποίο ο
αυθεντικότερος εκφραστής
του ακροδεξιού λαϊκισμού
στη Γαλλία χαρακτηρίζει
τον εαυτό του ως «Γκωλικό»
και «Βοναπαρτιστή».
Φλερτάρει δηλαδή με τα
παραδοσιακά συντηρητικά
ανακλαστικά του μέσου
γάλλου, ιδιαίτερα της
επαρχίας, που ήταν και
είναι διαχρονικά εθνικιστής
με έκδηλη ξενοφοβία,
προσεκτικά
κρυπτορατσιστής διότι
έχει στη δούλεψη του και
κάμποσους
βορειοαφρικανούς εργάτες,
εκνευριστικά Καθολικός
αλλά μόνον ως προς την
προς τα έξω βιτρίνα του,
τελεσίδικά
υπερσυντηρητικός όσον
αφορά τις φορολογικές
μεταρρυθμίσεις , λάτρης
του «Γαλλικού
παρελθόντος» και κρυφά
Βοναπαρτιστής. Πέρα
δηλαδή από την αυθεντική
ακροδεξιά εκλογική
δεξαμενή ο ανερχόμενος
αστέρας του γαλλικού
φασισμού , απευθύνεται
και στην ογκώδη
συντηρητική δεξαμενή του
γαλλικού μικροαστισμού
που αποτελεί
μεταπολεμικά και
κινητήρια μηχανή της
γαλλικής δεξιάς.
Ο
Eric Zemmour, παρά την
διπλή καταδίκη του για
ρατσισμό και φυλετικές
διακρίσεις αλλά και τις
κατηγορίες που έχουν
διατυπωθεί επίσημα
εναντίον του για
σεξουαλική κακοποίηση
γυναικών, φαίνεται πως
απολαμβάνει μίας
δυσεξήγητης ασυλίας από
τα ΜΜΕ της χώρας του.
Προφανώς το πρόσωπο
Zemmour «πουλάει» στην
κίβδηλη επικοινωνιακή
αγορά. Στις 24
Σεπτεμβρίου η βελγική «
Le Soir» επισημαίνει πώς
ο Eric Zemmour «κεφαλαιοποιεί
την αφέλεια των ΜΜΕ» . Η
ίδια εφημερίδα
διερωτάται ωστόσο μήπως
η αφύπνιση των media θα
έρθει πολύ αργά. «
Νομίζαμε πώς τα ΜΜΕ
πήραν το μάθημα του από
την υπόθεση Ντόναλντ
Τράμπ» διερωτάται και
πολύ σωστά η βελγική
εφημερίδα διαπιστώνοντας
εμμέσως πλην σαφώς πώς η
στάση ανοχής αν όχι «δυναμικής
προώθησης» ενός
αμφιλεγόμενου εξ αρχής
προσώπου ,όπως αυτό του
Τράμπ και των συμβούλων
του φαίνεται πώς
επαναλαμβάνεται.
Η
φλαμανδική «De Standaard»
καταλήγει: «Ο Eric
Zemmour δεν θα εκλεγεί
πρόεδρος της Γαλλίας.
Ωστόσο είναι ανάγκη να
του παραχωρείται τόσο
εύκολα και με τόση
συχνότητα ένα τόσο
μεγάλο δημόσιο forum για
απευθύνεται στην
κοινωνία;». Η επίσης
βελγική εφημερίδα
δείχνει και αυτή την
δυσεξήγητη ανεκτικότητα
των ΜΜΕ τα οποία
λειτουργούν ως
«promotion mechanism» σε
αυτό το ανελέητο μίξερ
που όλα τα αλέθει.
Η
εκλογική μάχη στη Γαλλία
έχει εισέλθει στην
κρίσιμη φάση της. Με τη
γαλλική αριστερά σε
υπαρξιακή διάλυση, τον
κατακερματισμό της
κεντροδεξιάς και τον
διχασμό της ακροδεξιάς,
μία νίκη του κεντρώου
Εμανουέλ Μακρόν φαντάζει
πιθανότατη. Ωστόσο αν
κάποιος προσθέσει τα
ποσοστά των ακροδεξιών
τάσεων και των
υπερσυντηρητικών εκδοχών
τότε δυστυχώς το
συγκεντρωτικό αποτέλεσμα
κυμαίνεται από το 35%
έως το 40% της γαλλικής
κοινωνίας. Είναι μία
εικόνα η οποία προκαλεί
τρόμο σε εκείνους τους
πολίτες που ακόμη
επενδύουν στο κοινό
ευρωπαϊκό μέλλον με
ομοσπονδιακή προοπτική.
Νίκος
Γεωργιάδης (Athens
Voice) |