Όπως πριν από μερικές ημέρες
έγραψε σε ανάλυση του ο οικονομολόγος της Berenberg,
Holger Schmieding, μια
άσχημη ιστορία έχει αρχίσει να στοιχειώνει τις αγορές, πως
όλα βρίσκονται είτε στα όριά τους είτε στο αποκορύφωμά τους.
Η ανάπτυξη θα αποκλιμακωθεί μετά τη γρήγορη και αιφνίδια
ανάκαμψή της από την πανδημία, ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει,
όπως και οι αποτιμήσεις των μετοχών των εταιρειών, η
δημοσιονομική πολιτική έχει σχεδόν εξαντλήσει τις
δυνατότητές της και τα μέτρα νομισματικής στήριξης σε λίγο
θα πρέπει να περισταλούν. Τα καλύτερα θα τελειώσουν σε λίγο,
οπότε και οι αγορές που επενδύουν στο ρίσκο τελούν σε
κίνδυνο. Συνήθως οι απλές ιστορίες εμπεριέχουν μία δόση
αλήθειας και κάτι παραπάνω, αλλά χάνουν την εικόνα συνολικά.
Για όσο διάστημα η οικονομική πολιτική δεν περιπέσει σε
σοβαρά λάθη και δεν βλάψει τις προοπτικές, το πλαίσιο για
την οικονομία, τα εταιρικά κέρδη και τις κεφαλαιαγορές στις
προηγμένες χώρες παραμένει ευνοϊκό. Η ανάπτυξη, λόγου χάριν,
στις εν λόγω οικονομίες πέρυσι το καλοκαίρι ανέκαμψε
εντυπωσιακά μετά τη βουτιά κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας
του κορωνοϊού. Κάτι αντίστοιχο αλλά σε ηπιότερους ρυθμούς
παρατηρείται και τώρα, χάρη στην άρση των λιγότερο αυστηρών
περιορισμών για τη συγκράτηση των κρουσμάτων του επόμενου
χειμώνα. Μετά την πρωτοφανή κάμψη της οικονομικής
δραστηριότητας πέρυσι τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, οι θετικοί
ρυθμοί που καταγράφηκαν σε ετήσια βάση το δεύτερο τρίμηνο
του 2021 μάλλον δεν θα επαναληφθούν.
Και ίσως υπό το πρίσμα αυτό η
κορύφωση της ανάπτυξης να βρίσκεται πίσω μας, αν και για μας
το καίριο ερώτημα έχει να κάνει με το εάν οι οικονομίες
επιστρέψουν στον ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης που είχαν στη μετά
τη διάλυση της Lehman εποχή ή θα διατηρήσουν υψηλότερη
ταχύτητα.
Αναφορικά με τον πληθωρισμό
και μετά την πτώση τιμών που παρατηρήθηκε σε πολλά προϊόντα
το 2020, ορισμένοι εφάπαξ παράγοντες έχουν οδηγήσει σε άνοδό
του στα υψηλότερα επίπεδα εδώ και πολλά χρόνια σε πολλές
προηγμένες οικονομίες. Κι ενώ παρατηρείται αναζωογόνηση της
ζήτησης από πλευράς καταναλωτών και επενδυτών, ταυτόχρονα
υπάρχουν ελλείψεις στην τροφοδοτική αλυσίδα και οι πιέσεις
στις τιμές παραμένουν ασυνήθιστα έντονες. Και αυτό οφείλεται
κυρίως στη συμφόρηση στα δίκτυα μεταφορών, στο ότι σπανίζουν
σημαντικές πρώτες ύλες και ότι σημειώνεται έλλειψη εργατικών
χεριών, διότι αρκετοί άνθρωποι δεν επιστρέφουν στις αρχικές
ή άλλες δουλειές τόσο γρήγορα όσο τις είχαν εγκαταλείψει
λόγω εγκλεισμού. Η κάλυψη των πρώτων υλών θα αντισταθμίσει
τις υψηλές τιμές και η αύξηση της ζήτησης θα σταθεροποιηθεί
σε έναν εξίσου δυναμικό αλλά όχι τόσο εντυπωσιακό ρυθμό,
προϊόντος του χρόνου. Αναμένουμε ο πληθωρισμός να
εξασθενήσει κάπως το 2022 και να σταθεροποιηθεί,
ακολουθώντας έναν λιγότερο ήπιο ρυθμό από εκείνον που
προσδοκούν οι κεντρικές τράπεζες και οι αγορές.
|