Ένα πολύ
ενδιαφέρον άρθρο-ανάλυση έγραψε για ακόμη μια φορά ο γνωστός
οικονομολόγος της επενδυτικής τράπεζας Berenberg, Holger
Schmieding, σχολιάζοντας πως η
γερμανική οικονομία το δεύτερο τρίμηνο του 2020 τα πήγε
χειρότερα από όσο αναμενόταν και εμφάνισε τη μεγαλύτερη
περιστολή από οποιοδήποτε τρίμηνο, αρχής γενομένης από το
1970 και μέχρι σήμερα.
Εκείνη τη χρονιά ξεκίνησε επισήμως ο υπολογισμός και η
καταγραφή του γερμανικού ΑΕΠ από τη στατιστική υπηρεσία
Destatis. Ενδεχομένως, η
συρρίκνωση να είναι και η δραστικότερη από τον Β΄ Παγκόσμιο
Πόλεμο. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας και των μέτρων για
την ανάσχεσή της, το ΑΕΠ της χώρας μειώθηκε κατά 10,1% σε
τριμηνιαία βάση, εξανεμίζοντας ανάπτυξη σχεδόν μιας
δεκαετίας.
Όπως έγραψε ο
οικονομολόγος της επενδυτικής τράπεζας Berenberg,
μέχρι πρότινος η μεγαλύτερη μείωση του ΑΕΠ είχε εμφανιστεί
το πρώτο τρίμηνο του 2009 και ήταν 4,7%. Σύμφωνα με την
Destatis, εξαιρουμένης κάποιας αύξησης στις δημόσιες δαπάνες,
όλα τα επιμέρους στοιχεία, που συναπαρτίζουν το ΑΕΠ, δηλαδή
η κατανάλωση των νοικοκυρών, οι
επενδύσεις σε εξοπλισμό και οι εξαγωγές, σημείωσαν δραστική
πτώση. Σε συνδυασμό με την πτώση 2% το πρώτο τρίμηνο και σε
τριμηνιαία βάση, η συρρίκνωση φθάνει το 12% εν συγκρίσει με
τα προ κρίσης επίπεδα το τελευταίο τρίμηνο του 2019 και
επισκιάζει την αιφνίδια περιστολή 7% της διεθνούς
χρηματοπιστωτικής κρίσης – αυτή, όμως, ήταν σταδιακή και
συντελέσθηκε εντός τεσσάρων τριμήνων από το πρώτο του 2008
έως το πρώτο του 2009.
Βέβαια, θα
μπορούσε να είναι και χειρότερα. Πρώτον, τα τριμηνιαία
στοιχεία του ΑΕΠ συγκαλύπτουν την κάμψη στη δραστηριότητα, η
οποία τον Απρίλιο είχε πιθανώς βυθιστεί 20% και πλέον από τα
προ κρίσης επίπεδα. Μία ανάκαμψή της από τον Μάιο και μετά,
η οποία ανέκτησε πιο πολύ τον βηματισμό της μέσα στον Ιούνιο,
συνέβαλε στην ενίσχυση του τριμηνιαίου μέσου όρου του ΑΕΠ
και περιόρισε τη συρρίκνωση σε συσχετισμό με το πρώτο
τρίμηνο. Δεύτερον, η γερμανική οικονομία πιθανώς να υπέστη
λιγότερο δριμύ χτύπημα από την Ιταλία, την Ισπανία και άλλες
χώρες της Ευρωζώνης. Επιπλέον, και η γερμανική κυβέρνηση
ανταποκρίθηκε με ένα από τα πιο ολοκληρωμένα δημοσιονομικά
πακέτα στήριξης στον κόσμο. Οπότε, αυτό άμβλυνε περαιτέρω
τον δυσμενή αντίκτυπο και επίσπευσε την ανάκαμψη.
Οσον αφορά,
τώρα, τις προοπτικές, βάσει των στοιχείων των οικονομικών
ινστιτούτων και της Κομισιόν, η οικονομική δραστηριότητα
ενδυναμώθηκε περαιτέρω τον Ιούλιο, πρώτο μήνα του τρίτου
τριμήνου. Με τη βοήθεια της τύχης, η οικονομία ίσως
ανακτήσει ένα σχεδόν 40% των απωλειών του δευτέρου τριμήνου
εντός του τρίτου.
Το ουσιώδες ερώτημα έχει να κάνει με το πώς η βελτίωση αυτή
θα εξελιχθεί σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Αφότου η προσφορά, ως
επί το πλείστον, αποκατασταθεί ο ρυθμός της ανάκαμψης θα
εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη ζήτηση και πώς θα επανέλθει.
Φόβοι για τυχόν δεύτερο κύμα θα περιορίσουν την κατανάλωση
των νοικοκυριών και τις εταιρικές επενδύσεις. Η δε ζήτηση
από το εξωτερικό θα παραμείνει υποτονική, ενώ παράλληλα τα
δημοσιονομικής και νομισματικής φύσεως μέτρα είναι τεράστια.
Τέλος, πιστεύουμε ότι θα υπάρξει ήπια ανάκαμψη που θα
οδηγήσει τη γερμανική οικονομία στα προ κρίσης επίπεδα του
ΑΕΠ στις αρχές του 2022 και την υπόλοιπη Ευρώπη εντός αυτής
της χρονιάς. |