Από
το ξέσπασμα της υγειονομικής κρίσης τον περασμένο Μάρτιο,
ξεδιπλώθηκε μια πρωτοφανή συντονισμένη δράση στήριξης της
οικονομίας τόσο από τις εθνικές κυβερνήσεις (δημοσιονομικά
μέτρα) όσο και από τις κεντρικές τράπεζες (νομισματικά μέτρα).
Ωστόσο, το τελευταίο χρονικό διάστημα, υπάρχουν ενδείξεις
σημαντικής επιβράδυνσης του ρυθμού νομισματικής τόνωσης, με
αποτέλεσμα οι κυβερνήσεις να κινδυνεύουν να μείνουν μόνες
στη «μάχη» ανάσχεσης των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας.
Όπως πριν
από μερικές ημέρες είχε γράψει το Reuters, είναι
χαρακτηριστικό ότι οι κεντρικές τράπεζες έχουν ήδη
επιβραδύνει στο 1/10 την κυκλοφορία νέου χρήματος σε σχέση
με την κορύφωση του α’ κύματος του ιού. Ενδεικτικά, οι
κεντρικές τράπεζες σε Ευρωζώνη, ΗΠΑ, Αγγλία και Ιαπωνία
αύξησαν τον ισολογισμό τους κατά μόλις 363 δισεκατομμύρια
δολάρια τον Σεπτέμβριο, όταν το αντίστοιχο ποσό ανερχόταν
στο 1,89 τρισεκατομμύριο δολάρια τον Απρίλιο του 2020.
Όπως είχε σχολιάσει το
Reuters,
η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα
απέφυγε να προχωρήσει στη λήψη νέων μέτρων, παρότι κάτι
τέτοιο δεν αποκλείεται να πάρει σάρκα και οστά τον
προσεχή Δεκέμβριο.
Άλλωστε, το γεγονός ότι ολοένα και περισσότερες χώρες
προχωρούν σε νέα lockdowns, αυξάνει τους κινδύνους για την
οικονομία και κατ’ επέκταση την ανάγκη ανάληψης νέας δράσης
εκ μέρους των αρμόδιων αρχών.
Σε κάθε
περίπτωση, ωστόσο, κατά τη σημερινή συνέντευξη Τύπου, η
επικεφαλής της ΕΚΤ , Κριστίν Λαγκάρντ, ήταν και πάλι σαφής,
πετώντας εκ νέου το μπαλάκι στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις: «Παραμένει
κρίσιμης σημασίας η υιοθέτηση μιας φιλόδοξης και
συντονισμένης δημοσιονομικής δράσης.
Όμως, δεν
είναι μόνο η περίπτωση της ΕΚΤ, η οποία έχει «παγώσει» τη
νομισματική στήριξη, περιμένοντας τη λήψη μέτρων μόνο σε
επίπεδο δημοσιονομικών. Το ίδιο έπραξε και η Τράπεζα της
Ιαπωνίας, η οποία κατέστησε σαφές ότι «έχει ήδη παράσχει
αρκετή στήριξη».
«Οι χώρες
πρέπει να διασφαλίσουν ότι η δημοσιονομική στήριξη δεν
πρέπει να αποσυρθεί τόσο γρήγορα» διαμήνυε λίγες ημέρες
νωρίτερα, στο ίδιο πλαίσιο, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).
Σύμφωνα
πάντα με το Reuters, μέχρι στιγμής, η δημοσιονομική στήριξη
των χωρών της Ευρωζώνης, των ΗΠΑ, της Αγγλίας, της Ιαπωνίας
και της Κίνας αριθμεί σε 8 τρισεκατομμύρια δολάρια, επίπεδα
σαφώς υψηλότερα από τον μέσο όρο του 1,4 τρισεκατομμυρίου
δολαρίων ετησίως.
Ωστόσο,
είναι άγνωστές οι ακριβείς προθέσεις των περισσότερων χωρών,
όπως και τα διαθέσιμα περιθώρια δημοσιονομικής ευελιξίας.
Στις ΗΠΑ, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι αδυνατούν να
λάβουν μια οριστική απόφαση για το δεύτερο πακέτο
δημοσιονομικής στήριξης, ενώ στη Γηραιά Ήπειρο έχουν ήδη
αρχίσει οι γκρίνιες για τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα,
παρά την «ελευθέρας» της Κομισιόν.
Βέβαια, η
ξέφρενη πορεία του β’ κύματος της πανδημίας ενδεχομένως να
αναγκάσει κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες να δράσουν εκ
νέου, προκειμένου από κοινού να διασώσουν ο,τι έχει
απομείνει από την οικονομική λαίλαπα του ιού.
«Η
πραγματικότητα απαιτεί ένα νέο δημοσιονομικό πακέτο στήριξης»
δηλώνει ο Όλιβερ Μπούλιντ, αναλυτής της HSBC, ο οποίος
βέβαια, δεν παραλείπει να απευθύνει έκκληση και στις
κεντρικές τράπεζες, καλώντας τες να διδαχθούν από τα
μαθήματα του παρελθόντος και να κρατήσουν τις κάνουλες της
νομισματικής χαλάρωσης για περισσότερο χρόνο ανοιχτές.
|