Όπως πριν από μερικές ημέρες είχε γράψει το Reuters, σε ένα
πολύ ενδιαφέρον άρθρο του. Εν μέσω και μιας διαρκούς
συζήτησης για τις εισοδηματικές ανισότητες.
«Ενα
δισεκατομμύριο εδώ, ένα πιο πέρα πολύ σύντομα, μιλάμε για
πραγματικά πολλά λεφτά». Είναι μια ρήση που αποδίδεται στον
Αμερικανό πολιτικό Εβερετ Ντίρκσεν και αφορά ένα μεγάλο
κράτος. Σε ατομικό επίπεδο, η Ισαμπέλ ντος Σάντος, ας πούμε,
το να είναι χιλιάδες φορές εκατομμυριούχος σημαίνει πως έχει
στα χέρια της όντως πολλά χρήματα.
Το
περιοδικό Forbes υπολογίζει την περιουσία της σε 2,1
δισεκατομμύρια δολάρια. Πώς το κατόρθωσε αυτό η κόρη του
πρώην προέδρου της Ανγκόλας; Το ελάχιστο ετήσιο εισόδημα που
απαιτείται να έχει κανείς για να συμπεριληφθεί στο 1% των
πλουσίων των ΗΠΑ είναι 328.551 δολάρια, βάσει του
οικονομικού ιστοτόπου Don’t Quit Your Day Job. Με το
κριτήριο αυτό, η Ντος Σάντος θα χρειαζόταν 6.392 χρόνια για
να σωρεύσει τον πλούτο που έχει σήμερα, χωρίς να
υπολογιστούν φόροι και δαπάνες. Βέβαια, εάν πρόκειται να
δώσει κανείς βάση σε πρόσφατα δημοσιεύματα, η Ντος Σάντος
δεν συγκέντρωσε τα χρήματά της δουλεύοντας σκληρά επί χρόνια.
Η σημερινή κυβέρνηση της Ανγκόλας την κατηγορεί για «ξέπλυμα,
χάλκευση εγγράφων και αθέμιτη άσκηση επιρροής μεταξύ άλλων
οικονομικών εγκλημάτων». Κι εκείνη τα αρνείται όλα. Θέτοντας
κατά μέρος τα νομικά ερωτήματα, ας σκεφθούμε κάποια βασικά
ηθικά οικονομικά ζητήματα.
Η Ισαμπέλ
ντος Σάντος αξίζει να έχει τόσο μεγάλο πλούτο και, τελικά,
όντως υπάρχει κανείς που να δικαιούται περιουσία
δισεκατομμυρίων δολαρίων; Οι υπέρμαχοι της ελεύθερης αγοράς
θα απαντήσουν πιθανώς στη γενικευμένη ερώτηση με ένα ναι,
που θα ξεσήκωνε τα πλήθη. Θα ισχυρίζονταν ότι περιουσίες
δισεκατομμυρίων αποτελούν το προϊόν επιτυχημένων επενδύσεων
και συχνά σε μετοχές εταιρειών που ιδρύθηκαν και διοικούνται
από τους ίδιους τους δισεκατομμυριούχους, ή τουλάχιστον από
τους γονείς ή τους προγόνους τους. Αυτά τα κεφαλαιακά κέρδη
είναι η αμοιβή της αγοράς για την εξυπνάδα τους και τη
σκληρή δουλειά τους.
Όπως
έγραψε το Reuters, η περιουσία της Ντος Σάντος ίσως να μην
είναι και το καλύτερο παράδειγμα της άποψης αυτής, μιας και
το μεγαλύτερο τμήμα της δημιουργήθηκε από τα έσοδα των
πωλήσεων πετρελαίου της χώρας. Κατά την έκθεση της κεντρικής
τράπεζας της Ανγκόλας, ετησίως τα έσοδα από τις εξαγωγές
πετρελαίου φθάνουν τα 36 δισεκατομμύρια δολάρια ή τα 1.000
δολάρια το χρόνο ανά κάτοικο. Το ύψος της περιουσίας της
Ντος Σάντος φαίνεται εντελώς εκτός τόπου και χρόνου σε μια
χώρα όπου το 42% των ανθρώπων ζει σε συνθήκες φτώχειας,
σύμφωνα με εκτιμήσεις της Καθολικής Εκκλησίας της Ανγκόλας.
Η διαφορά
μεταξύ της ευμάρειας της Ντος Σάντος και της δυστυχίας των
συμπατριωτών της είναι ιδιαζόντως χτυπητή, αλλά δεν είναι η
μόνη. Σε πολλές περιπτώσεις δισεκατομμυριούχων ο πλούτος
τους δεν προέρχεται από τίποτε περισσότερο πέραν του
γεγονότος ότι έχουν τους σωστούς γονείς, καλούς φίλους σε
υψηλές θέσεις ή την ευκαιρία να εκμεταλλευθούν την κακή
διακυβέρνηση μιας χώρας. Περιουσίες που γεννήθηκαν σε πιο
ανταγωνιστικές αγορές δεν είναι απαραίτητα αμφιλεγόμενες.
Παρά ταύτα, υπάρχει ένας καλός λόγος να είναι κάποιος
ανήσυχος με όλους τους 2.057 δισεκατομμυριούχους της λίστας
του Forbes, από τον Τζεφ Μπέζος της Αmazon και τα 131
δισεκατομμύρια δολάρια έως τον Ντου Σα, ιδρυτή της κινεζικής
Home World Group με το 1 δισεκατομμύριο δολάρια.
Προφανώς,
αυτοί οι επιχειρηματίες συνέβαλαν τα πλείστα στην επιτυχία
των εταιρειών τους, αλλά η αμοιβή τους εξακολουθεί να είναι
δυσανάλογα μεγάλη. Η ευημερία και στο σύνολό της και στην
περίπτωση μιας συγκεκριμένης εταιρείας είναι σε πολύ μεγάλο
βαθμό κοινό αγαθό, ώστε να μπορεί ο οποιοσδήποτε να έχει
απολαβές δισεκατομμυρίων. Αφ’ ης στιγμής η σιωπηρή εισφορά
της κοινωνίας στον πλούτο αναγνωρισθεί, τότε σημαντικό τμήμα
όλων των δισεκατομμυρίων των πλουτοκρατών θα μοιάζει
παράνομης προέλευσης. Η δικαιοσύνη απαιτεί επανόρθωση έναντι
της κοινωνίας, που συνέδραμε στη δημιουργία των περιουσιών.
Με το υπάρχον σύστημα η φορολόγηση του πλούτου είναι ίσως ο
αποτελεσματικότερος τρόπος για να διασφαλιστεί η ευρύτερη
κατανομή των εταιρικών κερδών.
|