Ας κλείσουμε την εβδομάδα, με
ένα σχόλιο από τον αγαπημένο μας οικονομολόγο. Τον
επικεφαλής
οικονομολόγο της Berenberg Bank,
Holger Schmieding, ο οποίος εμφανίζεται ιδιαίτερα αισιόδοξος
για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Όπως αναφέρει ο
Schmieding, οι
εμπορικές διενέξεις που προκάλεσε ο Αμερικανός πρόεδρος
Ντόναλντ Τραμπ, η επιβράδυνση της οικονομίας της Κίνας και η
αβεβαιότητα σχετικά με την έξοδο της Βρετανίας από την
Ευρωπαϊκή Ενωση προξενούν σοβαρές επιπτώσεις στην παγκόσμια
μεταποίηση και στο εμπόριο.
Όπως
γράφει ο Schmieding, αν και η τελική εγχώρια ζήτηση
διατηρείται ζωηρή, αυτοί οι κραδασμοί υποχρέωσαν τον ρυθμό
οικονομικής ανάπτυξης στις χώρες του προηγμένου κόσμου σε
επίπεδα κάτω από τη μακροπρόθεσμη τάση. Οι οικονομίες δε που
εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εξαγωγές, όπως η Γερμανία,
παραπαίουν στο χείλος της ύφεσης. Τα στοιχεία ερευνών από
τον κλάδο παροχής υπηρεσιών και τα επίσημα από την αγορά
εργασίας φανερώνουν ότι η δυσπραγία στον κλάδο της
μεταποίησης διαχέεται αργά σε άλλους κλάδους της οικονομίας.
Συνεπώς το ερώτημα που εγείρεται για το 2020 είναι πια
προφανές: μήπως βαθύνει έτι περαιτέρω η εξασθένηση της
μεταποίησης και τελικώς ανακόψει τον βηματισμό σε άλλους
τομείς, οι οποίοι μέχρι στιγμής έχουν φανεί ανθεκτικοί, ή η
μεταποίηση θα ανακάμψει αρκετά σύντομα, ώστε να αποτρέψει να
συμβεί κάτι τέτοιο; Σε αντιστάθμισμα, οι πρόσφατες εξελίξεις
αναθερμαίνουν την ελπίδα ότι σε λίγους μήνες η παραγωγή της
μεταποίησης και το παγκόσμιο εμπόριο θα σταθεροποιηθούν,
ανοίγοντας τον δρόμο για μια σταδιακή επαναφορά του
βηματισμού της διεθνούς οικονομίας σε ορίζοντα δωδεκαμήνου.
Ιδού
ορισμένες ελπιδοφόρες ενδείξεις. Δεύτερη φορά μέσα στη
χρονιά ορισμένοι βασικοί δείκτες φανερώνουν ότι η μεταποίηση
και το εμπόριο συντόμως θα ανακάμψουν. Εάν ο Αμερικανός
πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δεν ταράξει τη διεθνή οικονομία,
οξύνοντας τις εμπορικές διενέξεις, όπως τον Μάιο, τα
χειρότερα θα έχουν σύντομα περάσει. Κατόπιν, οι
χρηματιστηριακοί δείκτες προοικονομούν μια πιθανή ανάκαμψη
εδώ και πολύ καιρό. Εντούτοις, οι κεφαλαιαγορές είναι
άστατες. Aλλοτε μπορούν και άλλοτε όχι να προαναγγείλουν τα
σημεία καμπής της οικονομίας. Εάν, όμως, τα αληθινά δεδομένα,
όπως οι προσδοκίες των εταιρειών, αρχίσουν να επιβεβαιώνουν
το μήνυμα των αγορών, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι σε λογικά
πλαίσια ότι έρχονται καλύτερες ημέρες. Τα οικονομικά
στοιχεία, βέβαια, συνεχίζουν να δείχνουν αποδυνάμωση. Αλλά,
ορισμένα στοιχεία, όπως το ΑΕΠ των ΗΠΑ και της Ευρωζώνης,
δεν προκαλούν έκπληξη με το να φανερώνουν κάμψη. Οι
προσδοκίες γίνονται πιο ρεαλιστικές. Κι αν τα νοικοκυριά και
οι επιχειρήσεις δεν χρειάζονται πλέον να περιορίσουν
περισσότερο τις δαπάνες τους, η αύξηση της παραγωγής μπορεί
να σταθεροποιηθεί.
Στην
περίπτωση της εξαγωγικής οικονομίας της Γερμανίας, τέλος,
αυτή έχει πληγεί από τους εμπορικούς πολέμους, την
επικείμενη αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε. και την
επιβράδυνση της οικονομίας της Κίνας – και μάλιστα, τα
πλήγματα είναι βαρύτερα από κάθε άλλη προηγμένη οικονομία.
Παρά ταύτα, οι προσδοκίες των επιχειρήσεων στη μεταποίηση το
καλοκαίρι σταθεροποιήθηκαν και βελτιώθηκαν κατά τι τον
Οκτώβριο, φθάνοντας στα υψηλότερα τετραμήνου.
|