Δεν
υπάρχει καμία αμφιβολία πως από τα χρόνια της μεγάλης κρίσης
της Lehman Brothers πριν από περίπου 12 χρόνια μέχρι τη
μεγάλη οικονομική κρίση του σήμερα λόγω Covid-19. Οι
κεντρικές τράπεζες έκαναν το χρέος τους και μάλιστα με το
παραπάνω. Δε θα είναι υπερβολή να πει κανείς πως
λειτούργησαν τόσο γρήγορο κατά την τελευταία κρίση του
Covid-19, σώζοντας έτσι την παρτίδα, κρατώντας την παγκόσμια
οικονομία ζωντατή, με τη βοήθεια φυσικά και των «κρατικών
πακέτων στήριξης». Όπως χαρακτηριστικά έγραφαν οι New York
Times, αντιμέτωποι με μια κρίση πρωτοφανή στη σύγχρονη
ιστορία, οι διοικητές των κεντρικών τραπεζών έχουν αποδυθεί
σε νέες προσπάθειες να διατηρήσουν ανεμπόδιστη τη ροή των
πιστώσεων στον μηχανισμό της οικονομίας, ώστε να
διαμορφώσουν συνθήκες προκειμένου αυτή να μπορέσει να
ορθοποδήσει. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, λόγου χάριν, η Fed
αγοράζει ομόλογα δήμων και εταιρειών αποσκοπώντας να
χρηματοδοτήσει μεσαίες επιχειρήσεις – ουσιαστικά, κάνει
πρωτόγνωρα πράγματα για να εξακολουθήσει η εύρυθμη
λειτουργία της αγοράς πιστώσεων. Από την άλλη πλευρά, η ΕΚΤ
αναγνωρίζει ως εγγυήσεις ομόλογα-σκουπίδια με αντάλλαγμα
φθηνά δάνεια. Όπως σχολίασαν οι NYT, η δε Τράπεζα της
Αυστραλίας αγοράζει κρατικούς τίτλους ούτως ώστε να
διατηρήσει το επιτόκιο στα τριετή ομόλογα σταθερό στο 0,25%.
Αυτές οι απόπειρες σε συνδυασμό και με άλλες σε διαφορετικά
πεδία υπερκεράζουν όλα όσα έπραξαν οι κεντρικές τράπεζες
ακόμα και στις σκοτεινότερες περιόδους της κρίσης του 2008,
διότι εν μέρει ουδέποτε στο παρελθόν ένα οικονομικό σοκ όπως
αυτό της πανδημίας δεν έκλεισε όλον τον μηχανισμό σε όλον
τον κόσμο ταυτόχρονα. Οι διοικητές των κεντρικών τραπεζών
μπήκαν στην κρίση με χαμηλά επιτόκια, οπότε είχαν λιγότερα
περιθώρια να τονώσουν την ανάπτυξη χρησιμοποιώντας τα
δοκιμασμένα εργαλεία τους.
Εν τω
μεταξύ, οι προσπάθειές τους συντονίστηκαν με τις
δημοσιονομικές πρωτοβουλίες των εκλεγμένων κυβερνήσεων, που
μπορούν να επιβάλουν φόρους και να αποφασίσουν για κρατικές
δαπάνες. ΗΠΑ, Γερμανία, Γαλλία και πολλές άλλες χώρες
διοχέτευσαν τρισεκατομμύρια δολάρια στις οικονομίες τους
μέσω φοροαπαλλαγών, φθηνών δανείων και απευθείας
χρηματοδότησης. Η νομισματική και η δημοσιονομική πολιτική
μπορεί να λειτουργήσουν συμπληρωματικά διαρκούσης της κρίσης,
ώστε να επαναφέρουν την οικονομία στην οδό της ανάπτυξης.
Βέβαια, η προθυμία να ληφθούν περαιτέρω δημοσιονομικά μέτρα
εξατμίζεται σε ορισμένες χώρες, συμπεριλαμβανομένων και των
Ηνωμένων Πολιτειών. Τόσο η Fed όσο και οι λοιπές κεντρικές
τράπεζες μετατοπίζονται από τη στρατηγική της αντιμετώπισης
της κρίσης, οπότε και ασχολούνταν με το να διατηρήσουν εν
λειτουργία τις αγορές πιστώσεων, σε μια επόμενη φάση. Σε
αυτή θα πρέπει να ενισχυθούν ο δανεισμός και οι δαπάνες,
ώστε οι οικονομίες να αρχίσουν και πάλι να παράγουν.
Ιστορικά μιλώντας, οι κεντρικές τράπεζες μειώνουν τα
επιτόκιά τους, ώστε να στηρίξουν την οικονομία σε περιόδους
κρίσεων. Αλλά ήδη το κόστος δανεισμού ήταν πολύ φθηνό όταν
ξέσπασε η ύφεση της πανδημίας, οπότε τώρα θα πρέπει να
καταφύγουν σε αντισυμβατικές προσεγγίσεις. Η Τράπεζα της
Ιαπωνίας, για να σταθεροποιήσει τις αγορές, αγοράζει
περιουσιακά στοιχεία, ενώ η ΕΚΤ κατάρτισε σχέδιο για την
αγορά ομολόγων, ώστε να αντεπεξέλθει στην πανδημία – κάποιες
άλλες κεντρικές τράπεζες σύντομα θα γίνουν κι αυτές
επινοητικές.
|