Παρελθόν αποτελεί πλέον το 2020, μια χρονιά η οποία όπως
είναι λογικό θα μείνει στην ιστορία, με το μεγάλο ερώτημα να
είναι αν το 2021 θα είναι η χρονιά οριστικού τέλους της
πανδημίας και η αρχή μιας νέας εποχής για την παγκόσμια
οικονομία, με οδηγό και με τις παρεμβάσεις κεντρικών
τραπεζών, αλλά και κρατών.
Και φυσικά
όσον αφορά τις αγορές, οι εκτιμήσεις για τη νέα χρονιά
δίνουνε και παίρνουνε. Όπως χαρακτηριστικά έγραψε στο Forbes
ο Jonathan
Ponciano, οι
άνευ προηγουμένου δαπάνες στις οποίες έχουν προχωρήσει τόσο
το Κογκρέσο όσο και η Federal Reserve για να αποτρέψουν τη
συντριβή της αγοράς από την πανδημία του κορονοϊού,
συνέβαλαν στην άνοδο των μετοχών σε νέα ιστορικά υψηλά το
προηγούμενο έτος. Ωστόσο, οι αναλυτές της Morgan Stanley
ανησυχούν ότι οι ανεπιθύμητες συνέπειες της πρόσθετης
ρευστότητας και η "εγκλωβισμένη” ζήτηση θα μπορούσαν να "βυθίσουν”
την αγορά φέτος, μόλις η πανδημία υποχωρήσει - και μάλιστα
απότομα.
Σύμφωνα με
την άποψη του
Jonathan Ponciano, η
μεγαλύτερη "έκπληξη” για την αγορά το 2021 θα μπορούσε να
είναι "ο υψηλότερος του αναμενόμενου από πολλούς,
συμπεριλαμβανομένης της Fed, πληθωρισμός", αναφέρουν οι
αναλυτές της Morgan Stanley σε έκθεσή τους, υποστηρίζοντας
ότι οι μαζικές δαπάνες της Fed κατά τη διάρκεια της
πανδημίας δεν κάλυψαν απλώς τα "κενά” που άφησαν πίσω τους
οι κρίσεις αλλά "δημιούργησαν νέες δαπάνες που οδήγησαν στην
ταχύτερη οικονομική ανάπτυξη στην ιστορία”.
Χρησιμοποιώντας τα ταμειακά της διαθέσιμα για να αγοράσει
ομόλογα ύψους περίπου 1 τρισ. δολαρίων, η Fed πλημμύρισε την
αγορά με μετρητά, εξέλιξη που συνήθως βοηθά στην άνοδο του
πληθωρισμού, σημειώνει η Morgan Stanley και προειδοποιεί ότι
αυτές οι εισροές κεφαλαίων θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε
αύξηση των τιμών μόλις εξασθενήσει η πανδημία και καθώς οι
επιχειρήσεις θα παλεύουν να ανταποκριθούν στην μέχρι σήμερα
"εγκλωβισμένη” καταναλωτική ζήτηση.
Στη χρηματιστηριακή αγορά, ο κίνδυνος πληθωρισμού είναι
μεγαλύτερος για τους κλάδους που "καταστράφηκαν” από την
πανδημία και γι’ αυτούς που "δεν έχουν προετοιμαστεί για την
ενδεχόμενη εκτίναξη της ζήτησης αργότερα φέτος”, σημειώνουν
οι αναλυτές, φωτογραφίζοντας κυρίως τους κλάδους εστίασης,
ταξιδίων και καταναλωτικών προϊόντων που θα μπορούσαν να
αναγκαστούν να ανεβάσουν τις τιμές στην περίπτωση που δεν θα
μπορούν να καλύψουν τη ζήτηση στη μετά-κορονοϊό εποχή.
Η επενδυτική τράπεζα σημειώνει ότι οι μετοχές και τα
εμπορεύματα είναι τα καλύτερα μέσα αντιστάθμισης του
πληθωρισμού, αλλά προσθέτει ότι ο πληθωρισμός μπορεί να
πλήξει τα μακροπρόθεσμα ομόλογα, γεγονός που θα είχε
βραχυπρόθεσμα αρνητικό αντίκτυπο "σε όλες τις μετοχές, εάν
αυτή η προσαρμογή σημειωθεί απότομα”.
Εν τέλει, η Morgan Stanley εκτιμά ότι οι εταιρείες του
δείκτη S&P 500 θα μπορούσαν να υποστούν κατά μέσο όρο "κούρεμα”
18% στις αποτιμήσεις τους, σε σχέση με τα κέρδη τους, εάν η
απόδοση των 10ετών αμερικανικών ομολόγων αναπροσαρμοστεί για
να ευθυγραμμιστεί με τα τρέχοντα θεμελιώδη της αγοράς - μια
αύξηση, σύμφωνα με τους αναλυτές, είναι "απίθανη” αλλά δεν
θα πρέπει να αποκλειστεί εντελώς.
Εν τω μεταξύ, ο Adam Crisafulli, ιδρυτής της Vital Knowledge
Media, εκτιμά ότι οι εισροές λόγω των δαπανών της Fed και
της αμερικανικής κυβέρνησης βοήθησαν στην αύξηση των
πολλαπλασιαστών αποτίμησης των εταιρειών του S&P 500 κατά
16% - δηλαδή, σε ποσοστό μεγαλύτερο από τα κέρδη της τάξης
του 14% που κατέγραψε ο δείκτης πέρυσι.
"Με το παγκόσμιο ΑΕΠ να έχει ήδη επιστρέψει στα προ
πανδημίας επίπεδα και την οικονομία να απέχει ακόμη μακράν
από το πλήρες άνοιγμά της, πιστεύουμε ότι ο κίνδυνος για πιο
έντονες αυξήσεις των τιμών είναι μεγαλύτερος από ό,τι
εκτιμάται”, αναφέρει η ομάδα στρατηγικής μετοχών της Morgan
Stanley με επικεφαλής τον Michael J. Wilson, επισημαίνοντας
ότι η ραγδαία άνοδος του bitcoin και άλλων κρυπτονομισμάτων
είναι ένα σημάδι ότι οι αγορές έχουν ήδη αρχίσει να
πιστεύουν ότι νομίσματα όπως το δολάριο θα μπορούσαν να
βρίσκονται σε τροχιά απρόσμενης πτώσης. "Αυτή η προσαρμογή
των τιμών είναι μόνο θέμα χρόνου και είναι πιθανό να συμβεί
γρήγορα και απροειδοποίητα", προσθέτουν.
Η πανδημία ήταν "απρόσμενα” θετική για τις μεγάλες εταιρείες,
επισημαίνει ο Crisafulli. Η άνοδος κατά 14% του δείκτη S&P
500 πέρυσι ωχριά μπροστά στο "άλμα” κατά 40% που κατέγραψε ο
τεχνολογικός Nasdaq, καθώς οι επιχειρήσεις -ενισχυμένες από
τις κρατικές δαπάνες- χρησιμοποίησαν τους υπάρχοντες πόρους
και το μέγεθός τους "για να αναπτυχθούν και να διατηρήσουν
τα κέρδη τους", αναφέρει. Ως αποτέλεσμα, ο Crisafulli
συμφωνεί ότι οι τιμές καταναλωτή θα πρέπει να αποτελέσουν "το
σημαντικό μακροοικονομικό στόρι του 2021", καθώς η
εξασθένηση της πανδημίας αποκαλύπτει τις ανοδικές πιέσεις
στις τιμές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Federal Reserve ξοδεύει κάθε μήνα
το ποσό των 120 δισ. δολαρίων για την επαναγορά ομολόγων και
ενυπόθηκων τίτλων στο πλαίσιο του τεράστιου προγράμματος
αγοράς περιουσιακών στοιχείων ύψους 700 δισ. δολαρίων που
ξεκίνησε τον Μάρτιο. Εν τω μεταξύ, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση
των ΗΠΑ, έχει εγκρίνει δαπάνες συνολικού ύψους περίπου 3,5
τρισ. δολαρίων προκειμένου να στηρίξει την οικονομική
ανάκαμψη μετά το πλήγμα που επέφερε η πανδημία.
Ο πρόεδρος της Chicago Fed, Charles Evans, δήλωσε, πάντως,
τη Δευτέρα ότι "πιστεύει ακράδαντα" πως η Fed μπορεί να
συμβάλλει στην ισχυρή οικονομική ανάκαμψη με το τρέχον
πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων, ενώ πρόσθεσε ότι η
κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ ήταν ανοιχτή να αναπροσαρμόσει το
ύψος των αγορών της όταν θα επέλθει βελτίωση της οικονομίας.
"Οι οικονομικοί παράγοντες θα πρέπει να είναι
προετοιμασμένοι για μια περίοδο πολύ χαμηλών επιτοκίων και
επέκτασης του ισολογισμού μας", δήλωσε ο Evans.
Εν τω μεταξύ, ο νεοεκλεγής πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν,
διόρισε την πρώην πρόεδρο της Fed, Janet Yellen, ως
επικεφαλής του Υπουργείου Οικονομικών, σημάδι πως η
ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα μπορούσε να συνεργαστεί στενότερα
με την Fed για να βοηθήσει στην αντιμετώπιση των οικονομικών
ανισοτήτων μέσω προγραμμάτων όπως αυτό για το βασικό
εισόδημα, σημειώνει η Morgan Stanley. "Αυτός ακριβώς είναι ο
αέρας της αλλαγής που μπορεί να οδηγήσει σε απροσδόκητα
αποτελέσματα στις χρηματοπιστωτικές αγορές", αναφέρει η
επενδυτική τράπεζα.
|