Σε πλήρη αντίθετη με τον D Trump, οι δηλώσεις του οποίου
οδήγησαν σε ένα ιστορικό ράλι τη Wall Street την Παρασκευή,
με άνοδο 9%. Η Κ. Λαγκάρντ και η ECB δεν κατάφεραν να πείσει
τους επενδυτές με τις όποιες ανακοινώσεις – δηλώσεις την
προηγούμενη Πέμπτη. Και οι αγορές απογοητεύτηκαν και κάτι
περισσότερο. Χαρακτηριστικά ήτανε και τα όσα έγραψε ο
οικονομολόγος της Berenberg Bank, Holger Schmieding, μια
οξεία κρίση απαιτεί δραστική ανταπόκριση, και αυτό το ήξερε
και ο Μάριο Ντράγκι, τον οποίο διαδέχθηκε στην προεδρία της
Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας η Κριστίν Λαγκάρντ. Χθες η ΕΚΤ
ανακοίνωσε δέσμη μέτρων για να περιορίσει τον κίνδυνο οι
δευτερογενείς επιπτώσεις από την πανδημία του κορωνοϊού να
επιδεινώσουν τη ζημία στην οικονομία. Εντούτοις, αντιθέτως
με τις προσδοκίες, η ΕΚΤ δεν προχώρησε σε μείωση του
επιτοκίου καταθέσεων. Ωστόσο, αποφάσισε να αγοράσει
περισσότερα περιουσιακά στοιχεία με έμφαση στα ομόλογα
ιδιωτικού τομέα και να διοχετεύσει περισσότερη ρευστότητα
στο τραπεζικό σύστημα με ακόμη πιο ευνοϊκούς όρους. Στην
επίσημη ανακοίνωσή της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τόνισε
ότι «δεν διαπιστώνει ουσιαστικές ενδείξεις πιέσεων στις
χρηματαγορές ούτε έλλειψη ρευστότητας στο τραπεζικό
σύστημα».
Σύμφωνα με
τον οικονομολόγο της Berenberg, το να μειωθεί το ήδη
αρνητικό επιτόκιο περισσότερο δεν θα λειτουργούσε θετικά για
την αύξηση των πιστώσεων, ενώ το να διατηρήσει αμετάβλητα τα
επιτόκια η ΕΚΤ έχει μια λογική. Εντούτοις, αυτό αυξάνει τον
κίνδυνο να ενισχυθεί το ευρώ έναντι του δολαρίου σε μια
εποχή που η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ δείχνει
προετοιμασμένη να περικόψει το βασικό επιτόκιο του δολαρίου
επιπλέον μία φορά κατά 50 μονάδες βάσης στη συνεδρίασή της
την προσεχή Τετάρτη. Ως αποτέλεσμα, ορισμένοι παρατηρητές
ίσως αρχικά να είδαν το πακέτο μέτρων της ΕΚΤ ως υποτονικό,
εντούτοις οι μακράς πνοής ενέσεις ρευστότητας, που χορηγεί
με επιτόκιο 25 μονάδες βάσης χαμηλότερο από το επιτόκιο
καταθέσεων, μπορεί να ιδωθούν ως συγκεκαλυμμένη μείωση.
Οι βασικές
παρεμβάσεις της αφορούν μια επιπρόσθετη μακροπρόθεσμη
ρευστότητα με ευνοϊκούς όρους για άμεση στήριξη των τραπεζών,
ακόμη μεγαλύτερες διευκολύνσεις στο ήδη υπάρχον πρόγραμμα με
ενέσεις μακροπρόθεσμης ρευστότητας, μια αύξηση στις αγορές
περιουσιακών στοιχείων έως 120 δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι την
εκπνοή του έτους, όπερ σημαίνει κατά μέσον όρο 12
δισεκατομμύρια ευρώ τον μήνα το υπόλοιπο 10μηνο του 2020,
εστιάζοντας στα ομόλογα του ιδιωτικού τομέα, όπως είναι οι
εταιρικοί τίτλοι, καθώς και μέτρα χαλάρωσης εγγυήσεων.
Αμέσως
μετά την ανακοίνωση της EKT η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών δήλωσε
ότι θα μεταθέσει τα επόμενα τεστ κοπώσεως των τραπεζών των
χωρών της Ευρωζώνης το 2021, ενώ, παράλληλα, απηύθυνε
έκκληση στις επιμέρους εθνικές ρυθμιστικές αρχές να
χρησιμοποιήσουν πλήρως όση ευελιξία προβλέπεται στις
ρυθμίσεις περί τραπεζών. Ολα τα ανωτέρω μέτρα μπορούν να
αποτρέψουν μια έλλειψη ρευστού, όταν στο πολύ άμεσο μέλλον
οι εταιρεία ίσως να χρειασθούν ενδιάμεσα δάνεια, ώστε να
αντεπεξέλθουν σε προβλήματα ταμειακών ροών. Πάντως, κανένα
μέτρο της ΕΚΤ ή άλλες πρωτοβουλίες νομισματικής,
δημοσιονομικής ή ρυθμιστικής φύσεως δεν είναι δυνατόν να
ανακόψουν την ύφεση, στην οποία κατά την άποψή μας έχει
περιπέσει αυτόν τον μήνα η ΕΚΤ.
|