Με τις οικονομικές επιπτώσεις του Covid-19 να συνεχίζουνε να
μονοπωλούν το ενδιαφέρον. Όπως έγραφαν οι Financial Times, η
πρωτοφανής σε εγρήγορση και γενναιοδωρία αντίδραση του
Βερολίνου στον οικονομικό αντίκτυπο της πανδημίας εγκυμονεί
έναν μεγάλο κίνδυνο για την ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης:
έναν στρατό από νεκροζώντανες επιχειρήσεις, τις επιχειρήσεις
«ζόμπι», όπως είθισται να αποκαλούνται πλέον εταιρείες
ανίκανες να εξυπηρετήσουν το χρέος τους με τα κέρδη τους.
Ισχυροί παράγοντες στο Βερολίνο προειδοποιούν πως αν
διατηρηθούν τεχνητά στη ζωή, πολλές από αυτές θα απομυζούν
τη γερμανική οικονομία επί χρόνια.
Οπως επισημαίνει σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times, τον
Μάρτιο η γερμανική κυβέρνηση παραχώρησε στις γερμανικές
επιχειρήσεις ένα είδος εξαίρεσης από την υποχρέωση να
υποβάλουν αίτηση πτώχευσης όταν δεν μπορούν να αποπληρώσουν
τα χρέη τους. Η σχετική πρόβλεψη επρόκειτο να εκπνεύσει τον
Σεπτέμβριο, αλλά η υπουργός Δικαιοσύνης Κριστίν Λάμπρεχτ
θέλει να την παρατείνει μέχρι τον Μάρτιο του επόμενου έτους.
Η πρόθεσή της αυτή έχει προκαλέσει διαμάχη στη Γερμανία,
καθώς αρκετοί εκτιμούν πως θα ήταν καλύτερα να αφεθούν στη
μοίρα τους οι προβληματικές επιχειρήσεις παρά να
παρατείνεται η ζωή τους στον αναπνευστήρα.
Μιλώντας στη βρετανική εφημερίδα, ο Μάρκο Λούκζακ,
εκπρόσωπος του κυβερνώντος συντηρητικού κόμματος της Αγκελα
Μέρκελ, τόνισε πως η επίμαχη εξαίρεση έχει κρατήσει τεχνητά
στη ζωή και όσες επιχειρήσεις θα ήταν προβληματικές ακόμη
και χωρίς την πανδημία. «Είναι απαράδεκτο να κρατιούνται
ακόμη από το προστατευτικό χέρι του κράτους», τονίζει, καθώς
εκτιμά πως αυτή η τακτική δεν εξυπηρετεί «ούτε τα συμφέροντα
άλλων παραγόντων της αγοράς ούτε των πιστωτών των εν λόγω
επιχειρήσεων».
Την τελευταία δεκαετία, μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική
κρίση δηλαδή, αυξήθηκε σημαντικά ο αριθμός αυτών των
νεκροζώντανων επιχειρήσεων. Σύμφωνα με τον Πάτρικ Λούντβιχ
Χαντζ, επικεφαλής του τομέα οικονομικών ερευνών στην
εταιρεία δεδομένων επιχειρήσεων Creditreform, σήμερα περίπου
550.000 γερμανικές επιχειρήσεις, δηλαδή περίπου μία στις έξι,
κινδυνεύουν να εξελιχθούν σε εταιρείες «ζόμπι». Ο ίδιος
υπογραμμίζει πως η εξαίρεση που τους παραχώρησε το Βερολίνο
τον Μάρτιο έχει «υπερεξαντλήσει και υπερβεί» τον στόχο της.
Μιλώντας στους FT τόνισε μάλιστα πως «έχει ως αποτέλεσμα να
επωφελούνται εταιρείες ενώ δεν λειτουργεί το επιχειρηματικό
τους μοντέλο, είτε υπάρχει ο κορωνοϊός είτε όχι».
Η αύξηση του αριθμού των εταιρειών «ζόμπι» οφείλεται σε
μεγάλο βαθμό στα ιστορικά χαμηλά επιτόκια που τις διευκόλυνε
να επωμισθούν μεγάλο όγκο χρέους. Πολλοί οικονομολόγοι
εκτιμούν, πάντως, πως το πρόβλημα έχει οξυνθεί στο έπακρο
εξαιτίας της αντίδρασης που είχε το Βερολίνο και γενικότερα
οι κυβερνήσεις στην πανδημία, όταν δηλαδή διοχέτευσαν
δισεκατομμύρια σε προγράμματα προστασίας των θέσεων εργασίας,
σε φθηνά δάνεια προς προβληματικές επιχειρήσεις και κρατικές
ενισχύσεις σε εταιρείες στα πρόθυρα χρεοκοπίας.
Ιδιαιτέρως οι οπαδοί της ελεύθερης αγοράς επιμένουν πως η
τεχνητή διατήρηση των προβληματικών επιχειρήσεων στη ζωή
αποτρέπει τη «δημιουργική καταστροφή», όπως χαρακτήρισε ο
οικονομολόγος Γιόζεφ Σάμπετερ τη διαδικασία κατάρρευσης των
αφερέγγυων εταιρειών, που δίνει ζωτικό χώρο σε υγιέστερες
επιχειρήσεις. Πολλοί εκφράζουν φόβους πως αν παραταθεί η
εξαίρεση από την υποχρέωση για πτώχευση θα υπονομευθεί
πλήρως η εμπιστοσύνη στην αγορά.
|