Στη
σκιά και των τελευταίων αποφάσεων της ΕΚΤ, του Eurogroup και
των ευρωπαίων ηγετών, διαρκείς είναι οι συζητήσεις για το
χάσμα Βορά – Νότου και πόσο αυτό αυξάνεται μετά και την
τελευταία κρίση του Covid-19. Πέραν όμως γενικά της
οικονομίας, συζητήσεις αρχίζουνε να υπάρχουνε και για τις
διαφορές μεταξύ Βορά και Νότου αναφορικά με τη στήριξη των
εργαζομένων, στη σκιά της τελευταίας μεγάλης οικονομικής
κρίσης λόγω lockdown. Όπως χαρακτηριστικά έγραψε ο
οικονομολόγος της επενδυτικής τράπεζας Berenberg Bank,
Florian Ηense,
τα
μέτρα συγκράτησης της πανδημίας στην Ευρώπη έχουν παραλύσει
την οικονομική της δραστηριότητα, ενώ σε ορισμένες χώρες το
ΑΕΠ ενδεχομένως να μειωθεί σε ποσοστά άνω του 10% φέτος.
Και όπως
έγραψε ο Hense, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προκειμένου να
αμβλύνουν το καίριο κτύπημα στην αγορά εργασίας προώθησαν
προγράμματα για ανέργους ή υποαπασχολούμενους, διεύρυναν την
πρόσβαση σε αυτά ή/και τα έκαναν ακόμα πιο γενναιόδωρα. Εν
πολλοίς, οι πρωτοβουλίες αυτές βασίζονται στο γερμανικό
μοντέλο, το γνωστό και ως «Kurzarbeitergeld», το οποίο
επινοήθηκε για να μετριάσει τον αντίκτυπο από μία δραστική
πλην εφήμερη μείωση της ζήτησης.
Σύμφωνα με
τον Hense, τα εν λόγω προγράμματα είναι συγκριτικά πιο
γενναιόδωρα στην Ολλανδία από ό,τι στην Ιταλία και την
Ισπανία. Οι εργαζόμενοι που απασχολούνται λιγότερες ώρες ή
και καθόλου εξακολουθούν να λαμβάνουν τον κανονικό τους
μισθό για τις ώρες που δουλεύουν (εάν δουλεύουν) και το
κανονικό επίδομα ανεργίας ή και προσαυξημένο για όσες ώρες
δεν εργάζονται πλέον. Οπότε, χάρις σε αυτήν την επιδότηση οι
επιχειρήσεις διευκολύνονται να διατηρήσουν τους υπαλλήλους
τους, ενώ οι υπάλληλοι ωφελούνται, καθώς δεν απολύονται και
εξακολουθούν να αποζημιώνονται. Βεβαίως, η αποζημίωση αυτή
είναι χαμηλότερη από τον συνηθισμένο τους μισθό και έχει
θεσπιστεί και ένα ανώτατο όριο, αλλά δεν παύει να είναι
υψηλότερη από το σύνηθες επίδομα ανεργίας.
Επιπροσθέτως, οι επιδοτήσεις αυτές κάνουν πιο ευέλικτη την
προσφορά. Οι εταιρείες, διατηρώντας το προσωπικό τους,
μπορούν ευκολότερα να αυξήσουν την παραγωγή τους, αφ’ ης
στιγμής αρχίσει η ανάκαμψη. Επιπλέον, εξοικονομούν τα
χρήματα που θα δαπανούσαν για τις απολύσεις, τις νέες
προσλήψεις και την εκπαίδευση. Εργοδότες και εργαζόμενοι
πολλές φορές χρειάζεται να διαπραγματευθούν για τις ώρες
εργασίας και τις αμοιβές, ενώ τώρα με την επιδότηση της
υποαπασχόλησης διευκολύνεται η διαδικασία αυτή. Τα
αποτελέσματά της καθίστανται πιο αποδεκτά για εργαζομένους
και εργοδότες. Αν γυρίσουμε πίσω στην κρίση του 2008-2009,
τότε η απασχόληση στη Γερμανία είχε μειωθεί μόλις 1% εν
μέρει χάρις στο πρόγραμμα «Kurzarbeitergeld» παρά τη
δραστική μείωση του ΑΕΠ κατά 7%. Βεβαίως, σήμερα τα πράγματα
είναι διαφορετικά.
Διαρκούσης
της κρίσης του 2008-2009 το προαναφερθέν πρόγραμμα της
Γερμανίας βοήθησε στο να μη χαθούν θέσεις εργασίες κυρίως
στις εξαγωγικές εταιρείες της μεταποίησης. Τώρα, οι
μικρομεσαίες επιχειρήσεις στον κλάδο της παροχής υπηρεσιών,
καθώς και οι εποχικά - προσωρινά απασχολούμενοι και οι
αυτοαπασχολούμενοι είναι που επλήγησαν βαρύτερα εν συγκρίσει
με τη μεταποίηση, εξαιρουμένης της αυτοκινητοβιομηχανίας. Εξ
ου και οι περισσότερες χώρες επεξέτειναν τα προγράμματα
επιδοτήσεων και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τους εποχικά
απασχολούμενους και τους αυτοαπασχολούμενους, που είναι
ιδιαίτερα ευάλωτες ομάδες.
|