Στο χρονικό διάστημα που
μεσολάβησε μέχρι τις
βουλευτικές εκλογές του
Ιουνίου 2019 ορισμένοι
εκ των υποψηφίων έκαναν
διαφορετικές επιλογές
από την κάλπη του ΚΙΝΑΛ.
Χαρακτηριστικές
περιπτώσεις εκείνες του
Σταύρου Θεοδωράκη και
του Γιάννη Ραγκούση. Ο
τελευταίος ήταν και ο
μόνος που πολιτεύθηκε
και αναδείχθηκε
βουλευτής με τη σημαία
του ΣΥΡΙΖΑ.
Στις
εκλογές της προηγούμενης
Κυριακής – ο πρώτος
γύρος για την ανάδειξη
προέδρου στο ΚΙΝΑΛ–
προσήλθαν στις κάλπες
και ψήφισαν τον υποψήφιο
της επιλογής τους
270.706 πολίτες από όλη
την Ελλάδα. Ο αριθμός
των συμμετεχόντων, πέραν
όλων των άλλων, έφερε
χαμόγελα αισιοδοξίας στο
ιστορικό κτήριο του
ΠΑΣΟΚ. Από μόνος του ο
αριθμός είναι ως
στοιχείο κάτι πολύ
θετικό στις μέρες μας –
το τι μπορεί να αποδώσει
στη συνέχεια ουδείς το
γνωρίζει.
Με βάση και την
προηγούμενη εμπειρία –
εκείνη της εκλογικής
διαδικασίας του 2017-
ορισμένα στοιχεία
συναινούν στο συμπέρασμα
ότι όποιος συμμετέχει σε
μια εσωκομματική
διαδικασία δεν έχει την
ίδια συμπεριφορά μπροστά
και στη κάλπη των
βουλευτικών εκλογών. Σε
κάθε περίπτωση, όλοι
όσοι συμμετείχαν (κυρίως
στον πρώτο γύρο των
εκλογών του 2017) δεν
πήγαν μαζί και στην
κάλπη του ΚΙΝΑΛ στις
βουλευτικές του 2019.
Άλλοι πήγαν με τον
Κυριάκο Μητσοτάκη και
άλλοι αποδέχθηκαν και
στήριξαν το αφήγημα του
Αλέξη Τσίπρα περί
Προοδευτικής Συμμαχίας –
που λειτουργεί υπέρ της
συνάντησης της
Ριζοσπαστικής Αριστεράς
με τους Σοσιαλδημοκράτες
και τους
Κεντροαριστερούς.
Το ίδιο δίχως καμία
αμφιβολία θα συμβεί και
στη κάλπη των επομένων
εκλογών. Οι πολίτες που
συμμετείχαν στην
εκλογική διαδικασία του
ΚΙΝΑΛ θα κληθούν να
δώσουν απαντήσεις σε
πολύ διαφορετικά
ζητήματα από εκείνα της
επιλογής ενός προσώπου.
Στις κάλπες των
βουλευτικών εκλογών
παίζει εκτός από τα
πρόσωπα και το μεγάλο
ζητούμενο των πολιτικών
για τη διακυβέρνηση.
Και στο σημείο αυτό η
συζήτηση αρχίζει να
αποκτά ενδιαφέρον. Αρκεί
να γίνει με
διαφορετικούς όρους από
εκείνους που επιβάλλουν
τα κομματικά επιτελεία.
Μια συζήτηση που πρέπει
να γίνεται με τους όρους
των απλών πολιτών που
βιώνουν μια σκληρή και
συνήθως αποκάλυπτα
οδυνηρή πραγματικότητα
στη καθημερινή ζωή τους
– στη γειτονιά, στο
σχολείο, στο κέντρο
υγείας ή το νοσοκομείο,
στις μέσα μεταφοράς,
στους δρόμους, στη σχέση
τους με τις δημόσιες
υπηρεσίες, με τις
τράπεζες, με τους
πάροχους υπηρεσιών όπως
το ηλεκτρικό ρεύμα, το
φυσικό αέριο, την
τηλεφωνία και το
ίντερνετ, το νερό στα
μεγάλα αστικά κέντρα
αλλά και στις περιφέρεια.
Αυτές
τις μέρες διαβάζω το
βιβλίο Χωρίς Κανόνες/
NETFLIX: Μια δημιουργική
επανάσταση που
συνυπογράφει ο Reed
Hastings, συνιδρυτής και
CEO του Netflix.
Ο πρωτότυπος τίτλος του
βιβλίου:
No Rules Rules/Netflix
and the Culture of
Reinvention. Και
σε αυτόν έπεσε το μάτι
μου – τίτλος, σκέτη
ίντριγκα. Από τη μια, οι
Κανόνες χωρίς Κανόνες
και από την άλλη, η
κουλτούρα της
επανεφεύρεσης. Με λίγα
λόγια, μάθε να κάνεις τα
πράγματα διαφορετικά
αφού πρώτα είσαι έτοιμος
να αποδεχθείς και να «δουλέψεις»
πάνω στα καινούργια
δεδομένα.
Το βιβλίο μπορεί να
είναι μια πραγματική
αφήγηση βιωμένης
εμπειρίας από τη
διαδρομή του Netflix
αλλά τα συμπεράσματα
αφορούν τους πάντες –
δυναμικούς
επιχειρηματίες και
μάχιμους πολιτικούς,
υποψιασμένους ενεργούς
πολίτες και μη
εφησυχασμένους ανθρώπους
των media και της
επικοινωνίας.
Στο οπισθόφυλλο του
βιβλίου μπορούμε να
διαβάσουμε μια
ενδιαφέρουσα σύνοψη: «Ώρα
να κάνουμε τα πράγματα
διαφορετικά. Εμπιστεύσου
την ομάδα σου. Πες τη
γνώμη σου με απόλυτη
ειλικρίνεια. Και ποτέ,
μα ποτέ, μην προσπαθείς
να χαϊδέψεις τ’ αυτιά
του αφεντικού σου.
Να μερικοί από τους
βασικούς κανόνες αν
δουλεύεις για τo Netflix.
Αποτελούν μέρος ενός
μοναδικού πολιτισμικού
πειράματος που εξηγεί
πώς η εταιρεία κατάφερε
να μεταμορφωθεί με
αστραπιαία ταχύτητα από
υπηρεσία ταχυδρόμησης
DVD σε κολοσσό του
streaming – με
περισσότερους από 190
εκατομμύρια πιστούς
συνδρομητές και με
κεφαλαιοποίηση που
ανταγωνίζεται αυτή της
Disney.
Ο Ριντ Χέιστινγκς,
διευθύνων σύμβουλος και
συνιδρυτής της
πλατφόρμας Netflix, σε
αυτό το βιβλίο
αποκαλύπτει τα μυστικά
που έφεραν επανάσταση
στον χώρο της ψυχαγωγίας
και της τεχνολογίας. Με
τη συνεργασία της Έριν
Μέγιερ, καθηγήτριας
Διοίκησης Επιχειρήσεων
στο INSEAD, αναλύει τη
φιλοσοφία με την οποία
ηγείται στην εταιρεία
του –η οποία έχει ως
αφετηρία την απόρριψη
παγιωμένων αντιλήψεων με
βάση τις οποίες
λειτουργούν οι
περισσότερες
επιχειρήσεις– και πώς
αυτή εφαρμόζεται στην
πράξη στο Netflix.
Από τις απεριόριστες
διακοπές για τους
εργαζομένους ως την
κατάργηση της
διαδικασίας εγκρίσεων,
το Netflix ακολουθεί
έναν ριζικά διαφορετικό
τρόπο λειτουργίας, έναν
τρόπο πολύ πιο
εναρμονισμένο με τον
ταχύτατα εξελισσόμενο
κόσμο μας. Το βιβλίο
προσφέρει μοναδική
πρόσβαση στον ξεχωριστό
αυτό οργανισμό σε όποιον
ενδιαφέρεται για τη
δημιουργικότητα, την
παραγωγικότητα και την
καινοτομία».
Στις μέρες μας, όπου
έχουν μεταβληθεί οι
παραδοσιακές
συντεταγμένες της
διακυβέρνησης, τα
κόμματα ιδεολογικών
αναφορών αλλά και οι
σχηματισμοί πολιτικής
συναντίληψης ή ακόμη και
οι εκλογικές λίστες με
τα σημεία συμφωνίας ενός
μίνιμουμ κυβερνητικού
προγράμματος οφείλουν να
αναμετρηθούν με τη
κουλτούρα που φέρνει
μαζί του ένα εγχείρημα
όπως το Netflix και αυτό
όχι για να την
αντιγράψουν ή για να την
μιμηθούν αλλά για να
τους βοηθήσει να
επανεφεύρουν την ουσία
της πολιτικής στον 21ο
αιώνα με τις συνέπειες
των πανδημιών και της
κλιματικής κρίσης μέσα
στο ίδιο μας το σπίτι.
Και η ουσία της
πολιτικής, κατά τη
ταπεινή μου γνώμη, είναι
μία και μόνη: Να
νοιάζεσαι πραγματικά για
τα μακροπρόθεσμα
συμφέροντα της μεγάλης
πλειοψηφίας των πολιτών,
επιτυγχάνοντας και με τη
βοήθεια των πιο
εξελιγμένων μορφών και
εφαρμογών της επιστήμης
και της τεχνολογίας να
δίνει έγκαιρα και έγκυρα
λύσεις σε προβλήματα της
καθημερινή ζωής.
Στη πλατφόρμα του
Netflix παρακολουθώ τις
τελευταίες ημέρες μια
αμερικανική σειρά (ήδη
παίζεται η 3η σεζόν). Ο
τίτλος της είναι: Επιζών
της επόμενης ημέρας. Ο
Τομ Κέρκμαν, ένας άσημος
υπουργός με αρμοδιότητες
τη Στέγαση και την
Αστική Ανάπτυξη, με
ακαδημαϊκό background
και ανεξάρτητος ως προς
την κομματική γεωγραφία
των ΗΠΑ μετά από μια
καταστροφική επίθεση στο
Καπιτώλιο επιστρατεύεται
και αναλαμβάνει την
ευθύνη της Προεδρίας. Η
συνέχεια επί οθόνης…
Σωστό, αλλά το σενάριο
αυτού του πολιτικού
θρίλερ συνομιλεί με τη
πραγματική ζωή. Ο
πρόεδρος Κέρκμαν
κατεβαίνει για υποψήφιος
πρόεδρος με μια ατζέντα
πολύ κοντά στη κουλτούρα
της επανεφεύρεσης – της
επανεφεύρεσης της ίδιας
της πολιτικής.
Βλέποντας τα επεισόδια
της σειράς αναρωτήθηκα
αρκετές φορές αν το
ελληνικό πολιτικό
σύστημα θα άντεχε έναν
πρόεδρο Κέρκμαν;
Απάντηση δεν μπορεί να
δοθεί επ΄ουδενί αλλά
αξίζει κανείς να
μελετήσει από κοντά αυτή
τη τηλεοπτική περσόνα
και όλα όσα την
συνοδεύουν. Από τον
τρόπο (ερεθίσματα) που
διαμορφώνει την ατζέντα
έως τα μέσα που
χρησιμοποιεί για την
προώθηση της στο ευρύ
κοινό που μαθαίνει τα
νέα μέσα από το κινητό
που διαθέτει στη τσέπη
του.
Σε λίγο και στην Ελλάδα
θα έχουμε μαζί με το
πιστοποιητικό
εμβολιασμού και την
ταυτότητα μας με πλήθος
στοιχείων στο κινητό μας
– αλλά ακόμη και σε μια
κομματική διαδικασία
εκλογής οργάνων ή
ηγεσίας χρειάζεται να
πας και να στηθείς
μπροστά σε μια φυσική
κάλπη και να ρίξεις το
ψηφοδέλτιο στο «κουτί».
Με άλλα λόγια, τα πάντα
έχουν πια αλλάξει στη
ζωή μας και εμείς – όλοι
μας, σε ένα άλφα ή βήτα
βαθμό- υποκρινόμαστε ότι
δεν έχει συμβεί τίποτα
που να μας υποχρεώσει να
αποδεχθούμε την
κουλτούρα της
επανεφεύρεσης.
Κώστας Τσαούσης (Οικονομικός
Ταχυδρόμος) |