Με τη
Γερμανία να δημιουργεί για ακόμη μια φορά προβλήματα,
βραχυκυκλώνοντας έστω και προσωρινά τις όποιες κεντρικές
αποφάσεις των Βρυξελλών. Για ακόμη μια φορά μια πολύ
ενδιαφέρουσα ανάλυση έγραψε ο
οικονομολόγος της Berenberg Bank Holger Schmieding είναι,
σχολιάζοντας πως την
περασμένη Παρασκευή το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας
διέκοψε την επικύρωση του νόμου προκειμένου να δοθεί
εξουσιοδότηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εκδώσει ομόλογα για
το Ταμείο Ανάκαμψης 750 δισ. ευρώ της Ε.Ε. Κι ενώ
περισσότερα από τα μισά κράτη-μέλη της Ε.Ε. έχουν ήδη
κυρώσει τον νόμο, η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να
συγκεντρώσει κεφάλαια για το Ταμείο, προτού το πράξουν όλες
οι χώρες ανεξαιρέτως.
Σύμφωνα με
την άποψη του οικονομολόγου της Berenberg, εκτός εάν το
ζήτημα επιλυθεί γρήγορα και υπέρ του νόμου, που είχαν κατά
ευρεία πλειοψηφία ψηφίσει αμφότερα τα σώματα της γερμανικής
Βουλής, ειδάλλως η εκταμίευση θα καθυστερήσει ή θα
διακυβευθεί. Η Ε.Ε. θέλει να εκδώσει ομόλογα για το Ταμείο
μέχρι τα μέσα του 2021, έτσι ώστε οι χώρες-μέλη να μπορούν
ήδη να λάβουν το 13% των συνολικών καταβολών το δεύτερο
εξάμηνο τρέχοντος.
Οι
ευρωσκεπτικιστές στη Γερμανία συνήθως αμφισβητούν τα βήματα
περαιτέρω ενοποίησης Ε.Ε. / Ευρωζώνης, προσφεύγοντας στο
Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο στις περισσότερες
περιπτώσεις απορρίπτει τελικά τις προσφυγές. Πέρυσι, το
δικαστήριο προκάλεσε μία προσωρινή αναταραχή, όταν διατύπωσε
αντιρρήσεις για το καθιερωμένο πρόγραμμα αγοράς τίτλων της
Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Οι ενστάσεις του
βασίστηκαν στην ελλιπή κατανόηση της νομισματικής πολιτικής
και του πώς μετακυλίεται η δράση της ΕΚΤ στην πραγματική
οικονομία, καθώς και σε μια μη αποδεδειγμένη υπόνοια ότι η
ΕΚΤ δεν είχε λάβει επαρκώς υπ’ όψιν τις συνέπειες και τις
παράπλευρες επιπτώσεις των αποφάσεών της. Η ΕΚΤ αντέκρουσε
τις ενστάσεις, δίδοντας περισσότερες πληροφορίες στη
γερμανική κυβέρνηση και στο Κοινοβούλιο. Αυτή τη φορά, το
ζήτημα θα μπορούσε να είναι πιο περίπλοκο. Οι ενάγοντες,
συμπεριλαμβανομένου ενός πρώην ιδρυτή του γερμανικού
κόμματος AfD, που δεν είναι φιλοευρωπαϊκό, ισχυρίζονται ότι
η ευρωπαϊκή συνθήκη δεν εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να εκδώσει
μεγάλο ποσό χρέους και ότι η προσφυγή στη ρήτρα εκτάκτου
ανάγκης δεν ενδείκνυται, διότι αφορά επείγουσα χρηματοδότηση
έναντι καταστροφών και όχι στήριξη ενός Ταμείου με
μακροχρόνια έργα αποκατάστασης μετά την κρίση.
Μια
περαιτέρω καθυστέρηση στις καταβολές από το Ταμείο πολύ μετά
τα μέσα του 2021 θα ήταν ατυχής. Αλλά ακόμα κι έτσι, όσο οι
αγορές αναμένουν ότι τα χρήματα θα εισρεύσουν λίγο αργότερα,
οι χώρες θα μπορούσαν πιθανώς να συνεχίσουν να δανείζονται
με επιτόκια χαμηλότατα. Στο τέλος, πάντως, οι Βρυξέλλες και
το Βερολίνο είναι συνήθως αρκετά καλοί στο να ξεπερνούν
εμπόδια, αν και σε αυτό το στάδιο, μπορούμε μόνο να κάνουμε
εικασίες σχετικά με το πώς. Δεδομένου πως το Ταμείο
Ανάκαμψης απολαμβάνει ευρεία πολιτική στήριξη στο Βερολίνο
–με αντίθετο μόνον το δεξιό AfD– μια υποθετική επιλογή θα
μπορούσε να είναι η αλλαγή του συντάγματος με πλειοψηφία δύο
τρίτων και στα δύο σώματα του Κοινοβουλίου, προκειμένου να
εγκριθούν ρητώς οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις της Γερμανίας
από τη συμμετοχή της στο Ταμείο.
|