Με τις συζητήσεις γύρω από τις
εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία να είναι συνεχής, ο
Kaushik Basu (πρώην επικεφαλής οικονομολόγος της Παγκόσμιας
Τράπεζας, καθηγητής Οικονομικών στο Cornell University και
συνεργάτης του Brookings Institution) σχολίασε προσφάτως σε
άρθρο του στο Project Syndicate πως η
έκθεση της
Παγκόσμιας Τράπεζας για τις Οικονομικές Προοπτικές (GEP),
που δημοσιεύεται δύο φορές τον χρόνο, είναι η πιο σημαντική
πηγή για την αξιολόγηση των τρεχουσών και μελλοντικών
προοπτικών για τις αναδυόμενες αγορές και τις αναπτυσσόμενες
οικονομίες (EMDEs). Η έκδοση του Ιουνίου που κυκλοφόρησε
πρόσφατα είναι ιδιαίτερα σημαντική λόγω των προειδοποιήσεων
που περιέχει. Κάποιος που διαβάζει αυτήν την έκθεση πολύ
γρήγορα θα μπορούσε εύκολα να χάσει τα άσχημα νέα, γιατί,
όπως και με όλες τις δημοσιεύσεις διεθνών οργανισμών, είναι
ωραιοποιημένη σε αρκετά σημεία. Αυτό πρέπει να κάνει η
Παγκόσμια Τράπεζα: να αποφύγει τη δημιουργία ανησυχίας. Ομως,
οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να λάβουν υπόψη τα
σημαντικά προειδοποιητικά μηνύματα που βρίσκονται στο
κείμενο.
Αυτή η έκθεση έχει τρία βασικά σημεία. Πρώτον, η παγκόσμια
οικονομία ανακάμπτει από την πανδημία, αλλά ενώ οι
προηγμένες οικονομίες, με ήδη επιτυχημένα ή ταχέως
αναπτυσσόμενα προγράμματα εμβολιασμού Covid-19, φαίνεται να
επιστρέφουν ή ακόμα και να υπερβαίνουν τους προηγούμενους
ρυθμούς ανάπτυξής τους, οι προοπτικές των EMDE είναι πιο
μεικτές.
Η δεύτερη προειδοποίηση της Παγκόσμιας Τράπεζας αφορά τον
πληθωρισμό. Το μακρύ κεφάλαιο στην τελευταία αυτή έκθεση με
τίτλο «Αναδυόμενες πληθωριστικές πιέσεις: Αιτία συναγερμού;»
αναφέρει πολλά. Οι οικονομολόγοι ξέρουν ότι γνωρίζουν λίγα
για τον πληθωρισμό. Η τρέχουσα κατάσταση είναι ανησυχητική.
Ο πληθωρισμός συνήθως μειώνεται κατά τη διάρκεια της ύφεσης.
Ομως, από τις πέντε παγκόσμιες υφέσεις του τελευταίου μισού
αιώνα, η πορεία του πληθωρισμού κατά τη διάρκεια αυτής της
ύφεσης ήταν η πιο σιωπηλή. Επιπλέον, ο πληθωρισμός αυξήθηκε
ταχύτερα από τον Μάιο του τρέχοντος έτους από ό,τι στο τέλος
των προηγούμενων υφέσεων.
Το τρίτο μήνυμα στην έκθεση αφορά το εμπόριο. Η έκθεση
δείχνει ότι ένα μεγάλο εμπόδιο στην ταχύτερη ανάπτυξη και
πρόοδο για τα EMDEs είναι το υψηλό κόστος του εμπορίου. Οι
δασμοί αντιπροσωπεύουν μόνο το ένα δέκατο τέταρτο του
συνολικού κόστους του εμπορίου, με τα logistics, τις
μεταφορές, τη γραφειοκρατία και τη διαφθορά να αποτελούν το
υπόλοιπο. Ως αποτέλεσμα, ένα αγαθό που πωλείται σε άλλη χώρα
κοστίζει κατά μέσο όρο διπλάσιο από ό,τι κάνει στην εγχώρια
αγορά. Τα EMDE έχουν έτσι το περιθώριο να πραγματοποιήσουν
τεράστιες εξοικονομήσεις και να αυξήσουν σημαντικά το
εξαγωγικό δυναμικό τους. Αυτό που προτείνει η έκθεση είναι
ότι, ενώ πολλά από τα κόστη της πανδημίας είναι αναπόφευκτα,
οι μεταρρυθμίσεις που στοχεύουν σε αυτό το εμπορικό κόστος
μπορούν να προσφέρουν στις φτωχές χώρες ένα ελάχιστο απόθεμα
έναντι των δύσκολων συνθηκών που διατηρεί μια άνιση
παγκόσμια ανάκαμψη.
|