Αν
και προσωπικά δεν πιστεύουμε πως τα τελικά νούμερα ήτανε
τελικά τόσο άσχημα .. Και πως η γερμανική οικονομία έχει
αποδείξει από την εποχή της Lehman Brothers πως μόλις λίγο
ανοίξει η οικονομία, με ταχείς ρυθμούς, θα επιστρέψει σε
επίπεδο υψηλότερο από το peak του 2019. Ενδιαφέρον έχουνε τα
όσα έγραψε ο Florian Hense
(oικονομολόγος
της επενδυτικής τράπεζας Berenberg) κάνοντας τον απολογισμό
του 2020 για τη γερμανική οικονομία. Όπως σχολίασε,
η πανδημία του κορωνοϊού απέβη
καταστροφική για τη γερμανική οικονομία το 2020. Διαλύθηκαν
και οι προσδοκίες μας, στις αρχές αυτής της χρονιάς, πως
μετά τους κραδασμούς του εμπορικού πολέμου του 2019, θα
επέστρεφε η οικονομία σε μια τάση ανάπτυξης. Την προηγούμενη
χρονιά το ΑΕΠ συρρικνώθηκε 5%, πρώτη φορά μετά μία δεκαετία
ανάπτυξης, βάσει των προκαταρκτικών στοιχείων της
στατιστικής υπηρεσίας της χώρας.
Η απόδοση της γερμανικής οικονομίας ήταν κατά τι καλύτερη
πέρυσι από την τρομακτική περιστολή του 5,6% το 2009, οπότε
το 5% καταγράφεται ως η δεύτερη χειρότερη χρονιά από τον Β΄
Παγκόσμιο Πόλεμο. Ωστόσο, η συνολική εικόνα για το έτος
συγκαλύπτει την υπερβολική αστάθεια που παρατηρήθηκε στην
οικονομική δραστηριότητα, δηλαδή την κατάρρευση του 11,5% σε
τριμηνιαία βάση ανάμεσα στο τελευταίο τρίμηνο του 2019 και
το δεύτερο τρίμηνο του 2020, αλλά και την ανάκαμψη του 8,5%
σε τριμηνιαία βάση το διάστημα Ιουλίου – Σεπτεμβρίου. Βέβαια,
η κατάσταση της γερμανικής οικονομίας φαίνεται λιγότερο
τρομακτική από τις άλλες μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης: (κατά
τις εκτιμήσεις μας) το ΑΕΠ στη Γαλλία θα συρρικνωθεί 9%,
στην Ιταλία 9,2% και στην Ισπανία 11,7%. Η διαφορά με τη
Γερμανία έγκειται στο ότι εκεί επιβλήθηκαν ηπιότεροι
περιορισμοί, οι Γερμανοί περνούν τις διακοπές τους στο σπίτι,
ο τομέας των υπηρεσιών είναι μικρότερος, καθώς και στο ότι
από τον Μάιο και μετά παρατηρήθηκε έντονη ζήτηση σε αυτόν
τον τομέα από την Αμερική και την Κίνα, ενώ καταρτίστηκαν
πολύ γενναιόδωρα πακέτα δημοσιονομικής στήριξης.
Στο πεδίο της ιδιωτικής κατανάλωσης, αυτή μειώθηκε 6% λόγω
του εγκλεισμού, της έντονης αβεβαιότητας και της απώλειας
θέσεων εργασίας. Πρώτη φορά μειώθηκε η απασχόληση μετά 14
χρόνια διαδοχικής τόνωσης, ενώ το περίπλοκο πρόγραμμα
βραχυχρόνιας εργασίας ήταν ανασχετικός παράγων στις
απολύσεις. Οι εξαγωγές ελαττώθηκαν δραστικότερα σε σύγκριση
με τις εισαγωγές (9,9% έναντι 8,6%). Τα σημερινά στατιστικά
δεδομένα πρέπει να αντιμετωπισθούν με μεγάλη προσοχή διότι
είναι πολύ προκαταρκτικά, χωρίς τα στοιχεία του Δεκεμβρίου,
οπότε επιβλήθηκαν αυστηρότεροι περιορισμοί. Το 2021 ξεκινάει
για τη Γερμανία με αυτές τις συνθήκες. Η κυβέρνηση, για να
μειώσει τα ποσοστά νοσηλείας και να την καταστήσει βραχύτερη,
αλλά και για να αποτρέψει επιπλέον μεταδοτικές μεταλλάξεις
του ιού, σκέφτεται να διατηρήσει τους περιορισμούς για το
μεγαλύτερο μέρος του πρώτου τριμήνου. Κι αυτό κοστίζει στην
οικονομική δραστηριότητα. Παρ’ όλα αυτά, η εξασθένηση του
πρώτου τριμήνου μπορεί να αντισταθμιστεί εν μέρει από έναν
ταχύτερο βηματισμό από την άνοιξη και μετά. Με μια
στατιστική απόκλιση περίπου 1,5% από το 2020, η γερμανική
οικονομία θα μπορούσε να αναπτυχθεί 4,1% και 3,7% το 2021
και το 2022. Αντιστοίχως προβλέπουμε 6,6% το 2021 και 4,0 %
2022 για τη Γαλλία, 5,4% και 3,4% για την Ιταλία καθώς και
6,7% και 6,3% για την Ισπανία.
|