Όπως προσφάτως έγραψε σε ανάλυση της η Berenberg,
η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μέσα στο 2021 θα πρέπει να
αντιμετωπίσει σοβαρές προκλήσεις από τα δικαστήρια, τους
πολιτικούς και τα στελέχη της που χαρακτηρίζονται «γεράκια»,
όσον αφορά την απόφασή της να αποκλιμακώσει το κόστος
δανεισμού στην Ευρωζώνη. Και αυτό συμπίπτει με τη στιγμή που
οι αποδόσεις των αμερικανικών κρατικών ομολόγων βαίνουν
αυξανόμενες, προσελκύοντας επενδυτές.
Σύμφωνα
πάντα με την ανάλυση της Berenberg, η ΕΚΤ έχει κατορθώσει να
διατηρήσει σε χαμηλά επίπεδα τις αποδόσεις των κρατικών
ομολόγων μέσω του προγράμματος αγοράς τίτλων. Προσφάτως
αύξησε το εν λόγω πρόγραμμα του 1,85 τρισ. ευρώ και πλέον
δεν αγωνίζεται μόνη της να στηρίξει την οικονομία της
Ευρωζώνης, μιας και οι επιμέρους κυβερνήσεις, πληττόμενες
από την πανδημία, δεσμεύθηκαν να δαπανήσουν περισσότερα και
να συγκροτήσουν το Ταμείο Ανάκαμψης των 800 δισ. ευρώ, που
θα χρηματοδοτείται με κοινό δανεισμό της Ε.Ε. Ωστόσο, μία
επείγουσα προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο της Γερμανίας
διέκοψε την επικύρωση του Ταμείου. Τις προσεχείς εβδομάδες,
το σώμα θα αποφανθεί επί της υπόθεσης, που στοιχειοθέτησαν
πέντε ενάγοντες, μεταξύ των οποίων ο πρώην ηγέτης του
ακροδεξιού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία.
Συνεκτιμώντας το πόσο πολύ υστερεί η ανάκαμψη της Ευρώπης
από την αντίστοιχη των Ηνωμένων Πολιτειών, η όποια
καθυστέρηση του Ταμείου θα ισοδυναμεί με «οικονομική
καταστροφή», όπως παρατηρεί η Ιζαμπέλ Σνάμπελ, μέλος του
διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ. Είναι περισσότερο
ανησυχητικό για τις πιο φτωχές χώρες του ευρωπαϊκού Νότου,
οι οποίες αναμένεται αυτές ως επί το πλείστον να
ευεργετηθούν. Το κόστος δανεισμού τους ελαττώθηκε το 2020
χάρις στο ότι η θέσπιση του Ταμείου Ανάκαμψης θεωρήθηκε ότι
περιορίζει τους κινδύνους για τις οικονομίες τους. Ωστόσο,
οι αποδόσεις των ομολόγων τους άρχισαν να ενισχύονται λόγω
ανησυχιών ότι η αναγκαία αρωγή ίσως να καθυστερήσει. Μόνο η
Ιταλία θα λάβει από το Ταμείο περί τα 250 δισ. ευρώ
αθροιστικά, όπως υπολογίζουν οικονομολόγοι της Credit
Suisse. «Η ΕΚΤ κάνει αρκετά, αλλά το παιχνίδι ακόμη δεν έχει
λήξει», επισημαίνει ο Γκάι Μίλερ, διευθυντής στρατηγικής
αγοράς στη Zurich Insurance Group.
Η ζήτηση
για τα ομόλογα 50ετίας, τα οποία προσφάτως εξέδωσαν Ιταλία
και Αυστρία, ήταν ζωηρότατη, αποδεικνύοντας την εμπιστοσύνη
στη στήριξη της ΕΚΤ, τονίζει ο κ. Μίλερ. Εντούτοις, οι
αποδόσεις των ισπανικών και των πορτογαλικών 10ετών
αυξήθηκαν 15 μονάδες βάσης ανά περίπτωση, από τότε που η
επικύρωση του Ταμείου διεκόπη. Οι κινήσεις αυτές είναι
συγκρατημένες εν συγκρίσει με το τι συνέβη πέρυσι λόγω
πανδημίας, οι αποδόσεις είναι χαμηλές βάσει ιστορικών
δεδομένων και ο τυχόν δυσμενής αντίκτυπος θα γίνει ορατός
έπειτα από χρόνια. Η Ιταλία, λόγου χάριν, θα αισθανθεί τις
επιπτώσεις από τον υψηλότερο δανεισμό μόνο μετά το 2025,
όπως εκτιμά η τράπεζα Berenberg.
|