|
00:01 - 03/10/25
|
| |
|
|
|

Ελληνικά νοικοκυριά
Σύμφωνα με τα
αποτελέσματα της ετήσιας έρευνας οικογενειακών
προϋπολογισμών της ΕΛΣΤΑΤ για το 2024, προκύπτει ότι οι
δαπάνες των νοικοκυριών υπερβαίνουν τα εισοδήματά τους.
Η μέση ετήσια
καταναλωτική δαπάνη το 2024 διαμορφώθηκε περίπου στα 20.700
ευρώ, ενώ το αντίστοιχο διαθέσιμο εισόδημα –με έτος αναφοράς
το 2023– ήταν 20.103 ευρώ. Δημιουργείται, επομένως, ένα
έλλειμμα της τάξεως των 600 ευρώ ετησίως.
Το στοιχείο αυτό
εξηγεί τόσο το φαινόμενο της αρνητικής αποταμίευσης, όσο και
τα αποτελέσματα ερευνών που δείχνουν ότι η πλειοψηφία των
νοικοκυριών αδυνατεί να «βγάλει» τον μήνα με τα τρέχοντα
εισοδήματά της.
Δαπάνες,
πληθωρισμός και ανισότητες
Η έρευνα
αναδεικνύει επίσης ότι οι συνολικές δαπάνες αυξήθηκαν το
2024 κατά 3,6% σε ονομαστικούς όρους συγκριτικά με το 2023,
ωστόσο το μεγαλύτερο μέρος (2,6%) απορροφήθηκε από τον
πληθωρισμό. Σε σταθερές τιμές, η πραγματική αύξηση ήταν
μόλις 1%. Για τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, που
διαθέτουν πάνω από το μισό του μηνιαίου προϋπολογισμού τους
σε στέγαση και διατροφή, οι ανατιμήσεις και οι έμμεσοι φόροι
είχαν σαφώς μεγαλύτερο αντίκτυπο σε σχέση με τα εύπορα
νοικοκυριά. Ως αποτέλεσμα, το χάσμα πλούσιων και φτωχών όχι
μόνο παραμένει αλλά και διευρύνεται έναντι του 2023.
|
|
|
|
|
|
|
|

Μακριά από τα επίπεδα προ κρίσης
Παρά την ανοδική
τους πορεία τα τελευταία χρόνια, οι δαπάνες παραμένουν
αρκετά χαμηλότερες από την προ κρίσης περίοδο. Σε σύγκριση
με το 2008, η μέση ετήσια δαπάνη έχει μειωθεί κατά 16,6% ή
4.117 ευρώ, ποσό που ισοδυναμεί με τέσσερις καθαρούς
μηνιαίους μισθούς (με βάση τα δεδομένα του 2024). Σε μηνιαίο
επίπεδο, η δαπάνη είναι μικρότερη κατά 343 ευρώ (1.724
έναντι 2.067 ευρώ). Αν ληφθεί υπόψη ο σωρευτικός πληθωρισμός
της περιόδου (+25,5%), η πραγματική συρρίκνωση του βιοτικού
επιπέδου είναι πολύ μεγαλύτερη.
Περισσότερα χρήματα
για λιγότερα προϊόντα
Ένα από τα πιο
χαρακτηριστικά ευρήματα αφορά τη διατροφή: οι καταναλωτές
πλήρωσαν περισσότερα, αλλά προμηθεύτηκαν μικρότερες
ποσότητες. Στα έλαια και λίπη, οι δαπάνες αυξήθηκαν κατά
12,6% το 2024, ενώ η κατανάλωση ελαιολάδου μειώθηκε 14%,
λόγω ανατίμησης άνω του 41%. Αντίστοιχα, στις κατηγορίες
φρούτων και λαχανικών, οι δαπάνες ανέβηκαν 4,8% και 3,3%
αντίστοιχα, αλλά η κατανάλωση μειώθηκε κατά 1,7% και 0,8%.
Στα αλκοολούχα και τα τσιγάρα, η κατανάλωση μειώθηκε αισθητά
(-5,5% και -4,2%) με τις δαπάνες να παραμένουν σχεδόν
αμετάβλητες.
Ψωμί και
γαλακτοκομικά
Η μέση μηνιαία
δαπάνη για ψωμί, αλεύρι και δημητριακά μειώθηκε ελαφρά
(-0,8%), ωστόσο η κατανάλωση ψωμιού και αρτοσκευασμάτων
περιορίστηκε περισσότερο (-3,7%). Αντίθετα, παρατηρήθηκε
μικρή αύξηση στη ζήτηση για ζυμαρικά. Στα γαλακτοκομικά και
τα αυγά, η μέση δαπάνη μειώθηκε κατά 1,7%, ενώ η κατανάλωση
γάλακτος και αυγών περιορίστηκε 3,6% και 5,6% αντίστοιχα. Το
γιαούρτι κατέγραψε άνοδο, γεγονός που συνδέεται με τη
μεγαλύτερη προτίμηση των μεγαλύτερων ηλικιών.
Ενεργειακές δαπάνες
Η χρήση ηλεκτρικής
ενέργειας αυξήθηκε κατά 8,3%, ενώ η κατανάλωση στερεών
καυσίμων, φυσικού αερίου και πετρελαίου μειώθηκε σημαντικά
(κατά 16,2%, 16,2% και 14,8% αντίστοιχα). Η αύξηση στο ρεύμα
αποδίδεται εν μέρει στην πιο εκτεταμένη χρήση κλιματιστικών,
καθώς σχεδόν το 80% των νοικοκυριών διαθέτει πλέον air
condition.
|
|
|
|
|
|
|
|

Ανισότητες φτωχών και μη φτωχών
Η μέση ισοδύναμη
δαπάνη των φτωχών νοικοκυριών φτάνει τα 392 ευρώ τον μήνα,
λιγότερο από το ένα τρίτο εκείνης των μη φτωχών (1.220
ευρώ). Οι οικονομικά ασθενέστεροι διαθέτουν σχεδόν το 57%
των εξόδων τους σε βασικές ανάγκες (στέγαση και διατροφή),
ενώ στους μη φτωχούς το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόλις 34%.
Οι φτωχοί δαπανούν το μισό σε στέγαση σε σχέση με τα εύπορα
νοικοκυριά (90 έναντι 180 ευρώ).
Αντίστοιχες
αποκλίσεις καταγράφονται και σε κατηγορίες όπως υγεία,
εκπαίδευση και πολιτισμός, όπου οι δαπάνες των φτωχών
φτάνουν μόλις το 25%, 12% και 8% εκείνων των πιο εύπορων
ομάδων.
Το χάσμα πλουσίων –
φτωχών
Το πλουσιότερο 20%
ξοδεύει κατά μέσο όρο 5,68 φορές περισσότερα από το
φτωχότερο 20%, αναλογία ελαφρώς αυξημένη σε σχέση με το 2023
(5,64). Παράγοντες όπως οι τεκμαρτές δαπάνες (π.χ.
ιδιοκατανάλωση, παροχές σε είδος) περιορίζουν κάπως την
απόκλιση, χωρίς όμως να την αναιρούν
Το φτωχότερο 20%
διαθέτει πάνω από το ένα τρίτο του μηνιαίου προϋπολογισμού
του (33,5%) σε τρόφιμα, ενώ το πλουσιότερο περιορίζει το
αντίστοιχο μερίδιο σε 12,7%. Στη στέγαση, οι φτωχοί
κατευθύνουν το 22,4% των εξόδων τους, έναντι μόλις 12% στα
νοικοκυριά του ανώτερου εισοδηματικού κλιμακίου.
Συνεπώς, ο
πληθωρισμός επιβαρύνει δυσανάλογα τα χαμηλότερα εισοδήματα,
καθώς αναγκάζονται να διαθέτουν μεγαλύτερο μέρος των πόρων
τους για τα απολύτως βασικά αγαθά.

|
|
|
|
|
|
|
|

|
|
Η πραγματική αιτία της αύξησης των ενοικίων δεν
είναι οι βραχυχρόνιες μισθώσεις
Αν και σίγουρα
πολλοί θα διαφωνούνε με τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας.
Η άποψη ότι η εξάπλωση των βραχυχρόνιων μισθώσεων ευθύνεται
κυρίως για την αύξηση των ενοικίων καταρρίπτεται εύκολα.
Ακόμα και σε περιοχές με χαμηλή ζήτηση από ξένους επισκέπτες
και περιορισμένο αριθμό καταλυμάτων, οι τιμές των ενοικίων
έχουν αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Αυτό δείχνει
ότι το πρόβλημα της στεγαστικής αγοράς είναι βαθύτερο και
συνδέεται με διαχρονικές αδυναμίες της αγοράς και της
οικονομίας, πέρα από τη δραστηριότητα τύπου "Airbnb".
Στοιχεία της AirDNA
για τον Αύγουστο, τον πιο δυναμικό μήνα για βραχυχρόνιες
μισθώσεις, δείχνουν ότι σε περιοχές της Αττικής με χαμηλό
αριθμό καταλυμάτων, η αύξηση των ενοικίων δεν μπορεί να
αποδοθεί σε αυτά. Στα δυτικά προάστια, για παράδειγμα, στο
Περιστέρι λειτουργούν μόλις 98 καταλύματα και στο Αιγάλεω
77, ενώ ο δείκτης SPI του Spitogatos.gr καταγράφει αύξηση
μέσης ζητούμενης τιμής από 5,77 €/τ.μ. το 2019 σε 8,9 €/τ.μ.
το 2025, δηλαδή αύξηση 54,2%.
Στα βόρεια
προάστια, όπως το Χαλάνδρι και το Μαρούσι, με 152 και 278
καταλύματα αντίστοιχα, τα ενοίκια έχουν επίσης αυξηθεί
σημαντικά, φτάνοντας τα 10 €/τ.μ., λόγω της υψηλής ζήτησης
για κατοικία κοντά σε επιχειρήσεις.
Στον αντίποδα,
περιοχές του κέντρου της Αθήνας με μεγάλη τουριστική ζήτηση,
όπως το Εμπορικό Τρίγωνο (3.000 καταλύματα), το Κουκάκι
(1.500–1.600) και ο Νέος Κόσμος (1.400–1.500), συγκεντρώνουν
τον μεγαλύτερο αριθμό βραχυχρόνιων μισθώσεων, κάτι
φυσιολογικό για μια πρωτεύουσα με αξιοθέατα όπως η Ακρόπολη
και ο Παρθενώνας. Ωστόσο, ακόμα και σε αυτές τις περιοχές, η
επίδραση των βραχυχρόνιων μισθώσεων στην αγορά μακροχρόνιας
μίσθωσης είναι περιορισμένη.
Σύμφωνα με στοιχεία
της ΕΛΣΤΑΤ, στην Ελλάδα υπάρχουν 2,28 εκατ. κενές κατοικίες
(πάνω από 500.000 στην Αττική) επί συνόλου 6,58 εκατ.
κατοικιών. Από αυτές, μόλις 200.000 χρησιμοποιούνται για
βραχυχρόνιες μισθώσεις. Μελέτη του ΟΠΑ δείχνει ότι μόνο το
31% των ακινήτων αυτών λειτουργεί αποκλειστικά ως
καταλύματα, ενώ το 50% των ιδιοκτητών τα χρησιμοποιούν και
οι ίδιοι περιστασιακά. Στο κέντρο της Αθήνας, από 437.188
κατοικίες, 12.488 προσφέρονται για βραχυχρόνια μίσθωση και
117.317 είναι κενές, δηλαδή οι βραχυχρόνιες μισθώσεις
αφορούν μόλις το 2,86% του συνολικού αποθέματος και το
10,66% των κενών κατοικιών.
Ανάλογα
συμπεράσματα προκύπτουν και διεθνώς. Μελέτη της Oxford
Economics για λογαριασμό της Airbnb δείχνει ότι σε πόλεις
όπως Λισαβόνα, Βαρκελώνη, Μαδρίτη, Παρίσι, Βερολίνο και
Άμστερνταμ, όπου εφαρμόστηκαν μέτρα περιορισμού των
βραχυχρόνιων μισθώσεων, τα καταλύματα αντιστοιχούν σε
λιγότερο από 0,5% της προσφοράς κατοικιών και η επιστροφή
τους στην αγορά θα μείωνε τις τιμές λιγότερο από 0,7%.
Παράλληλα, οι
βραχυχρόνιες μισθώσεις έχουν διασκορπίσει τα οφέλη του
τουρισμού σε αγροτικούς προορισμούς και τοπικές οικογένειες,
ενώ οι περιορισμοί δεν έχουν αποτρέψει την αύξηση των
ενοικίων και των τιμών κατοικιών. Στο Παρίσι, παρά τους
περιορισμούς, τα ενοίκια και οι τιμές κατοικιών αυξήθηκαν
κατά 21% και 15% αντίστοιχα, ενώ η μέση τιμή διανυκτέρευσης
σε ξενοδοχείο ανέβηκε κατά 77% τα τελευταία έξι χρόνια. Στη
Βαρκελώνη, τα ενοίκια αυξήθηκαν κατά 70% και η μέση τιμή
κατοικίας κατά 60% από το 2014, παρά τα μέτρα περιορισμού
των βραχυχρόνιων μισθώσεων.
|
|
|
|
|
|
|
|

Τα όσα είπε συνοπτικά
|
|
Συνοπτικά τέλος, πάμε να δούμε τα όσα είπε χθες η
Ευρωπαία Εισαγγελέας
Λάουρα Κοβέσι κατά τη διάρκεια της συνέντευξη της. Ποιο
κυρίως κρατάμε εμείς; Τις αναφορές της σε μεγάλες
παρεμβάσεις οι οποίες υπάρχουνε.
1.
Υπόθεση «Καλυψώ»: Η επίσκεψή της στην
Ελλάδα συνδέεται με αυτήν την έρευνα για μεγάλης κλίμακας
απάτη στα τελωνεία, όπου συμμετείχαν εγκληματικές
οργανώσεις, δημόσιοι λειτουργοί και φορολογικές αρχές. Το
μήνυμα της: «τέλος τα ασφαλή καταφύγια του εγκλήματος».
Συμφωνήθηκε σχέδιο για επιτυχή διερεύνηση των υποθέσεων.
2.
Υπόθεση ΟΠΕΚΕΠΕ: Κάποιοι υπεξαιρούσαν
χρήματα της ΕΕ για πολυτελή αγαθά. Κοβέσι χαρακτήρισε τον
ΟΠΕΚΕΠΕ «ακρωνύμιο της διαπλοκής» και τόνισε την ανάγκη
καθαρισμού της διαφθοράς.
3.
Ανεξαρτησία και δράση Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας: Το γραφείο
είναι ανεξάρτητο, συνεργάζεται με ελληνικές αρχές και δεν
επηρεάζεται από εκφοβισμούς ή εξωτερικές παρεμβάσεις.
Οι εισαγγελείς είναι ικανοί και απολύτως
ανεξάρτητοι.
4.
Νόμος περί ευθύνης υπουργών & Τέμπη: Η
τραγωδία στα Τέμπη θα μπορούσε να αποφευχθεί. Το άρθρο 86
του Συντάγματος δυσκολεύει την απονομή δικαιοσύνης και
χρειάζεται αλλαγή για την αποτελεσματική διερεύνηση
υποθέσεων διαφθοράς.
5.
Διαφθορά στην Ελλάδα και ΕΕ: Υπάρχει
διαφθορά παντού, όχι μόνο στην Ελλάδα. Στόχος της Ευρωπαϊκής
Εισαγγελίας είναι ο περιορισμός της και η διασφάλιση
διαφάνειας στις ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις και λιμένες.
6.
Καλώδιο / άλλες έρευνες: Επιβεβαίωσε
την ύπαρξη έρευνας για το «καλώδιο», χωρίς λεπτομέρειες, και
τόνισε την ανεξαρτησία των ερευνών.
7.
Μήνυμα προς όλους: Η Ευρωπαϊκή
Εισαγγελία ήρθε για να μείνει, παρά τις προσπάθειες
εκφοβισμού, και προειδοποίησε όσους επιχειρούν να
παρεμποδίσουν το έργο της.
|
|
|
|
|
|