| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 
 

"Kουλου-βάχατα"

Σχόλια για τα πάντα ……. Η φράση “Κουλου – βάχατα” προέρχεται από την αντίστοιχη αραβική «κούλου ουάχαντ» που σημαίνει «όλα μαζί ένα».

Επικοινωνήστε μαζί μας

 

 

00:01 - 06/06/25

                               

Μισθοί

 

Την άποψη μας για το πρόβλημα των πολύ χαμηλών πραγματικών μισθών στη χώρα μας την γράφουμε συνέχεια … Οι μισθοί λοιπόν δεν ευθυγραμμίζονται με την αύξηση των τιμών, είπε ο κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος, πρόεδρος του ΣΕΒ, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο 16ο Συνέδριο του ECR.

 

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο κ. Θεοδωρόπουλος αναφέρεται στους μισθούς σε συνάρτηση με τις αυξήσεις των τιμών. Έχει κατά επανάληψη επισημάνει την απόσταση που χωρίζει τις απολαβές των εργαζομένων με τις ανοδικές τάσεις του κόστους των προϊόντων.

 

Σπύρος Θεοδωρόπουλος: Η παραγωγικότητα πρέπει να εισέλθει στον δημόσιο διάλογο

 

Ο κ. Θεοδωρόπουλος υποστήριξε ότι για να αυξηθούν οι μισθοί πρέπει να βελτιωθεί η παραγωγικότητα.

 

Πρόσθεσε δε ότι επιχειρείται από το ΣΕΒ να εισέλθει η έννοια της παραγωγικότητας στο δημόσιο διάλογο.

 

Ο κρατικός παρεμβατισμός

 

Ειδική μνεία έκανε στον κρατικό παρεμβατισμό, ο οποίος έρχεται να νοθεύσει την έννοια της ελεύθερης αγοράς και να εμποδίσει την προσπάθεια των επιχειρήσεων να λειτουργήσουν σε συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού.

 

Στην γραμμή του «θέλουμε λιγότερο κράτος», ο κ. Θεοδωρόπουλος είπε ότι το κράτος θα πρέπει να περιορίσει τις παρεμβάσεις του και έδωσε ως παράδειγμα τις παρεμβάσεις στις τιμές.

 

Μίλησε ακόμα και για τις κατηγορίες που έχουν δεχθεί τα σούπερ μάρκετ που έχουν κατηγορηθεί για την δημιουργία καρτέλ στην ελληνική αγορά αλλά και για ληστεία των καταναλωτών και τόνισε ότι πρέπει να εξαλειφθούν και αυτοί οι ισχυρισμοί από τον δημόσιο διάλογο, επισημαίνοντας ότι η αύξηση των τιμών σε μεγάλο βαθμό αποδίδεται στην κλιματική κρίση.

 

Το δημοσιονομικό έλλειμμα

 

Είπε ακόμα ότι ξεπεράσαμε το δημοσιονομικό έλλειμμα με τα πρωτογενή πλεονάσματα και τον περιορισμό της φοροδιαφυγής.

 

Τόνισε ωστόσο ότι το πρόβλημα του μεγάλου ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου παραμένει «και λύνεται έως ένα βαθμό από τον τουρισμό».

 

Η πράσινη ατζέντα

 

Κλείνοντας στάθηκε στην πράσινη ατζέντα της ΕΕ, λέγοντας ότι «τα τελευταία χρόνια έκλεισαν εργοστάσια στην Ευρώπη, μειώθηκε το αποτύπωμα CO₂, αλλά τελικά εισάγουμε προϊόντα από Κίνα και Ινδία, αυξάνοντας τελικά τις παγκόσμιες εκπομπές.

 

Τέλος, σχολίασε την τεχνητή νοημοσύνη και επεσήμανε πως τη θεωρεί «επανάσταση» αλλά όχι απειλή. «Το AI δεν έρχεται σε σύγκρουση με τον άνθρωπο. Θα είναι εργαλείο, βοηθός. Δεν χρειάζεται πανικός, ούτε βιασύνη».

 

 

                         

Στεγαστική Κρίση

 

Το πρόβλημα της στέγασης αναδεικνύεται φέτος ως δεύτερη κατά σειρά προτεραιότητα για τις πόλεις της Ευρώπης, μετά τις πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

 

Η ετήσια έρευνα «Eurocities Pulse: The Mayor’s Survey 2025», στην οποία συμμετείχαν 86 δημοτικές αρχές από 26 ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, αποτυπώνει τις βασικές προτεραιότητες των δημάρχων.

 

Την περασμένη χρονιά, το θέμα της προσιτής στέγασης βρισκόταν στην τρίτη θέση, μετά την κοινωνική συνοχή και την ισότητα. Η κλιματική κρίση εξακολουθεί να αποτελεί το κορυφαίο ζήτημα για την πλειονότητα των δημάρχων στην Ευρώπη.

 

Ωστόσο, φέτος παρατηρείται ενίσχυση του βάρους που αποδίδεται στο στεγαστικό: το 36% των δημάρχων το κατατάσσει στις τρεις σημαντικότερες προτεραιότητες, ποσοστό αυξημένο κατά έξι μονάδες σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Επιπλέον, ένας στους έξι δημάρχους θεωρεί πλέον τη στέγαση ως την απόλυτη προτεραιότητα – ποσοστό διπλάσιο από πέρυσι.

 

Η Αθήνα στο επίκεντρο της κρίσης

 

Πολλοί δήμοι εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους για την περιορισμένη υποστήριξη που λαμβάνουν τόσο από τις εθνικές κυβερνήσεις όσο και από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς όσον αφορά την κλιματική αλλαγή και την κρίση στέγασης.

 

Η Αθήνα συγκαταλέγεται μεταξύ των ευρωπαϊκών πόλεων με τη μεγαλύτερη στεγαστική πίεση, μαζί με τη Βαρκελώνη, τη Ρώμη και τη Βουδαπέστη, με έμφαση στις επιπτώσεις των βραχυχρόνιων μισθώσεων.

 

Συγκεκριμένα, ανήκει στο 25% των πόλεων που θεωρούν τις βραχυχρόνιες μισθώσεις ως σοβαρό πρόβλημα, καθώς περιορίζουν τη διαθεσιμότητα διαμερισμάτων για μακροχρόνια μίσθωση και συμβάλλουν στην άνοδο των ενοικίων.

 

Συμμαχία 16 πόλεων για την προσιτή κατοικία

 

Η Αθήνα συμμετέχει στη «Συμμαχία για την Πρόσβαση στη Στέγη» (Mayors for Housing Alliance), μαζί με 15 ακόμη πόλεις. Η πρωτοβουλία, με επικεφαλής τη Βαρκελώνη, επιδιώκει την ουσιαστική εμπλοκή των δήμων στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής στεγαστικής πολιτικής και την απευθείας πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία της ΕΕ για την κατοικία.

 

Βασικός στόχος της συμμαχίας είναι η αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης σε ευρωπαϊκή κλίμακα, με την ενίσχυση των επενδύσεων για προσιτές και κοινωνικές κατοικίες.

 

Τέσσερις στις δέκα πόλεις με απαγορευτικά κόστη στέγασης

 

Η στεγαστική κρίση επιτείνεται, καθώς το 39% των δημάρχων αναφέρουν ότι το κόστος στέγασης στις πόλεις τους έχει καταστεί απρόσιτο.

 

Σε αυτές τις περιοχές, τα μεσαία εισοδήματα δεν επαρκούν για την κάλυψη ενός βιώσιμου ενοικίου – ορισμένου ως εκείνου που δεν υπερβαίνει το 1/3 του συνολικού εισοδήματος – ούτε και για τις δόσεις στεγαστικών δανείων. Η κατάσταση αυτή απειλεί τη συνοχή των αστικών κοινωνιών και ωθεί τους κατοίκους προς τα προάστια ή την ύπαιθρο.

 

Η Αθήνα και οι υπόλοιπες μεγάλες ελληνικές πόλεις περιλαμβάνονται σε αυτή την κατηγορία. Σύμφωνα με την Eurostat, οι Έλληνες δαπανούν κατά μέσο όρο το 35,2% του εισοδήματός τους για στέγαση – το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ, όπου ο μέσος όρος είναι 19,7%.

 

Η υπερβολική στεγαστική επιβάρυνση πλήττει κυρίως τους κατοίκους των ελληνικών πόλεων, με την Αθήνα να εμφανίζει το υψηλότερο ποσοστό: το 31% των νοικοκυριών καταβάλλει πάνω από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός του για κατοικία.

 

Μόνο μία στις επτά πόλεις με προσιτά ενοίκια

 

Μόνο το 14% των πόλεων δηλώνει ότι η στέγαση παραμένει προσιτή για τους κατοίκους, γεγονός που αποδίδεται σε ενεργές δημόσιες πολιτικές, ελέγχους στις αυξήσεις των ενοικίων και συνεχή επένδυση στην κοινωνική κατοικία.

 

Έντονη στεγαστική πίεση για το 47% των πόλεων

 

Περίπου το 47% των ευρωπαϊκών πόλεων κατατάσσονται στο ενδιάμεσο επίπεδο της στεγαστικής προσιτότητας. Αν και δεν βιώνουν ακόμα ακραία στεγαστική κρίση, βρίσκονται σε τροχιά επιδείνωσης, ειδικά αν οι τιμές ενοικίων και ακινήτων συνεχίσουν να αυξάνονται ταχύτερα από τα εισοδήματα.

 

Αυτή η τάση παρατηρείται κυρίως σε πόλεις της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης.

 

Παράγοντες επιδείνωσης της κρίσης

 

Οι δήμαρχοι που συμμετείχαν στην έρευνα εντοπίζουν διάφορους παράγοντες πίσω από την επιδείνωση της κρίσης στέγασης:

 

Το 76% των πόλεων αναφέρει την υπερβάλλουσα ζήτηση έναντι της περιορισμένης προσφοράς ως ένα από τα βασικά προβλήματα.

 

Το 71% επισημαίνει την άνοδο του κόστους κατασκευής ως σοβαρό εμπόδιο για την ανάπτυξη προσιτών κατοικιών.

 

Ο πληθωρισμός, η έλλειψη εργατικών χεριών, οι δυσλειτουργίες στην εφοδιαστική αλυσίδα και η άνοδος των τιμών γης αυξάνουν περαιτέρω τα κόστη.

 

Καθώς το κόστος ανέγερσης κατοικιών αυξάνεται, οι κατασκευαστές στρέφονται κυρίως σε υψηλής ποιότητας κατοικίες, ενισχύοντας το χάσμα για τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα.

 

Το 60% των πόλεων αντιμετωπίζει έλλειψη διαθέσιμης γης, ιδιαίτερα σε περιοχές με αυστηρούς πολεοδομικούς κανόνες, ιστορικά μνημεία ή γεωγραφικούς περιορισμούς.

 

Η κερδοσκοπία ως επιπλέον εμπόδιο

 

Σε περιοχές υψηλής ζήτησης, η κερδοσκοπική δραστηριότητα στον τομέα των ακινήτων, συμπεριλαμβανομένων προγραμμάτων όπως η «Golden Visa», καθιστά την κατοικία ακόμα λιγότερο προσιτή για τους ντόπιους κατοίκους. Αν και δεν αφορά όλες τις περιοχές, το 29% των πόλεων κατατάσσει τις κερδοσκοπικές επενδύσεις μεταξύ των τριών σοβαρότερων παραγόντων επιδείνωσης της κατάστασης.

 

Προτεραιότητα οι πολιτικές για κοινωνική κατοικία

 

Η πλειονότητα των πόλεων (47%) τοποθετεί την ενίσχυση της προσφοράς προσιτής στέγης ως κορυφαία προτεραιότητα, ενώ το 93% την κατατάσσει στις τρεις βασικές. Παράλληλα, η ανάπτυξη κοινωνικής κατοικίας αποτελεί βασικό στόχο: το 32% την θέτει ως απόλυτη προτεραιότητα και το 76% την συμπεριλαμβάνει στις τρεις πρώτες.

 
 
                             

Στεγαστικά Δάνεια

 

Μια πρόσφατη μελέτη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) φέρνει στο φως ένα φαινομενικά παράδοξο: Αν και η ΕΚΤ έχει προχωρήσει σε διαδοχικές μειώσεις επιτοκίων, το μέσο επιτόκιο στα υφιστάμενα στεγαστικά δάνεια εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται, επιβαρύνοντας το διαθέσιμο εισόδημα και την κατανάλωση των νοικοκυριών τουλάχιστον έως το 2030.

 

Η αύξηση αυτή εξηγείται από τη δομή πολλών στεγαστικών δανείων, τα οποία, αν και φέρουν σταθερό επιτόκιο για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, προβλέπουν μελλοντική αναπροσαρμογή. Καθώς η επανατιμολόγηση αυτών των δανείων λαμβάνει υπόψη τα επιτόκια που ίσχυαν μετά την έναρξη της αυστηρότερης νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ το 2022, η νέα δόση αυτών των δανείων τείνει να αυξάνεται, ακόμη και αν τα βασικά επιτόκια πλέον μειώνονται.

 

Η περίοδος ταχείας μεταβολής της νομισματικής πολιτικής από το 2022 έως σήμερα – όπου το βασικό επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ αυξήθηκε κατά 4,5 ποσοστιαίες μονάδες και στη συνέχεια μειώθηκε κατά 1,75 μονάδες από τον Ιούνιο του 2024 – δημιουργεί καταστάσεις που φαινομενικά μοιάζουν αντιφατικές. Έτσι, ακόμη και με μειώσεις επιτοκίων από την πλευρά της ΕΚΤ για την ενίσχυση της οικονομίας, τα επιτόκια των παλαιών στεγαστικών συνεχίζουν να ανεβαίνουν, πιέζοντας το εισόδημα των δανειοληπτών.

 

Η ανάλυση της ΕΚΤ αφορά τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, όπου είναι εκτεταμένη η χρήση δανείων με σταθερό αλλά αναπροσαρμοζόμενο επιτόκιο. Η εικόνα, ωστόσο, δεν είναι ομοιόμορφη μεταξύ των χωρών: σε ορισμένες, όπως η Ισπανία και η Ιταλία, υπερισχύουν τα κυμαινόμενα επιτόκια, ενώ σε άλλες, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, κυριαρχούν τα σταθερά.

 

Επιπλέον, οι τρέχουσες προσδοκίες της αγοράς δεν αφήνουν περιθώριο για επιστροφή στο προηγούμενο περιβάλλον εξαιρετικά χαμηλού πληθωρισμού και επιτοκίων της περιόδου έως το 2021. Αυτό συνεπάγεται ότι το κόστος των στεγαστικών δανείων θα συνεχίσει να αυξάνεται τα επόμενα χρόνια, με διαφορετική ένταση ανάλογα με τη χώρα και τη σύνθεση των δανείων.

 

Δομή στεγαστικών δανείων στην Ευρωζώνη

 

Σύμφωνα με τη μελέτη:

 

Μόνο το 25% των στεγαστικών δανείων στην Ευρωζώνη φέρει καθαρά κυμαινόμενο επιτόκιο. Οι δανειολήπτες αυτής της κατηγορίας είδαν τις δόσεις τους να αυξάνονται έντονα από το 2022 έως τα μέσα του 2024 και να μειώνονται ελαφρώς στη συνέχεια. Ωστόσο, οι δόσεις τους παραμένουν σαφώς υψηλότερες από τα προ του 2022 επίπεδα και δεν αναμένεται να επιστρέψουν σε αυτά.

 

Τα περισσότερα δάνεια έχουν σταθερό επιτόκιο για κάποια περίοδο και προβλέπουν μελλοντική αναπροσαρμογή. Η μελέτη εκτιμά ότι για περίπου το 10% των στεγαστικών, η αναπροσαρμογή σε υψηλότερα επιτόκια θα γίνει έως το 2027, ενώ για ένα επιπλέον 20%, η αναπροσαρμογή θα ολοκληρωθεί έως το 2030.

 

                     

 

Εισοδηματικές ανισότητες και επιλογές επιτοκίων

 

Επιπλέον, η μελέτη της ΕΚΤ επισημαίνει ότι τα νοικοκυριά με χαμηλότερα εισοδήματα έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να επιλέξουν δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο. Συγκεκριμένα:

 

Το 32% των στεγαστικών που ανήκουν στο χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κατανομής είναι με κυμαινόμενο επιτόκιο.

 

Στο ανώτερο 20% της κατανομής, το ποσοστό αυτό πέφτει στο 17%.

 

Αυτή η διαφορά αποδίδεται σε δύο λόγους:

 

Οικονομικοί περιορισμοί: Τα σταθερά επιτόκια είναι συνήθως πιο ακριβά βραχυπρόθεσμα, καθώς ενσωματώνουν την πιθανή μελλοντική αύξηση των επιτοκίων και ένα ασφάλιστρο κινδύνου από τις τράπεζες.

 

Χρηματοοικονομικός αλφαβητισμός: Τα νοικοκυριά με περιορισμένες γνώσεις ή χαμηλότερη ρευστότητα συχνά προτιμούν τις πιο προσιτές, αλλά ενδεχομένως πιο ευάλωτες, επιλογές κυμαινόμενου επιτοκίου.

 

 
 
 
 

 

 

 

 

Παλαιότερα Σχόλια

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2025 Greek Finance Forum