Η Ελβετία θα καταβάλει υψηλό τίμημα σε απώλειες εξαγωγών,
μεγαλύτερο κόστος εμπορικών συναλλαγών και μείωση της
ελκυστικότητάς της ως επιχειρηματικού κόμβου, εφόσον
αποφάσισε να αποσυρθεί από το προσχέδιο συνθήκης, η οποία θα
τη συνέδεε πιο άνετα με την Ευρωπαϊκή Ενωση, τη μεγαλύτερη
εμπορική της εταίρο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι όπως πριν από μερικές ημέρες
σχολίασε το Reuters, οι ανησυχίες,
που ευρέως διατυπώνονταν σχετικά με τη δυνητική απόκτηση
μεγάλης ισχύος έναντι της χώρας από τις Βρυξέλλες, δεν
επέτρεψαν την ανανέωση στο σύμφωνο που είχε υπογραφεί μεταξύ
των δύο μερών το 2018. Βάσει αυτού, η Ελβετία, αν και μη
μέλος της Ε.Ε., θα μπορούσε να συνεχίσει να ακολουθεί τους
κανόνες που διέπουν τη γιγαντιαία ενιαία αγορά,
συμπεριλαμβανομένης και της ρήτρας για την ελεύθερη
κυκλοφορία των ανθρώπων.
Η αντιευρωπαϊκή Ακροδεξιά πανηγύρισε την κατάλυση ενός
συμφώνου με «αποικιοκρατικό χαρακτήρα», ενώ η Αριστερά
σχολίασε θετικά το ότι η χώρα υπερασπίστηκε τα μέτρα υπέρ
των υψηλών μισθών των εργαζομένων της. Ωστόσο, οι
επιχειρήσεις και οι οικονομολόγοι κρούουν τον κώδωνα του
κινδύνου ότι θα υπάρξει σημαντική εξασθένηση της οικονομικής
δραστηριότητας. Μπορεί να μην εκδηλωθεί αίφνης ένα σοβαρό
γεγονός, αλλά θα γίνεται ορατός ο αντίκτυπος βαθμιαία. Κι
αυτό γιατί πάνω από 100 επιμέρους διμερείς συμφωνίες
σχετικές με το απρόσκοπτο διασυνοριακό εμπόριο καθίστανται
πλέον άνευ αντικειμένου, ενώ από την πλευρά τους οι
Βρυξέλλες εμμένουν στη θέση τους να μην παραχωρήσουν στην
Ελβετία εκ νέου πρόσβαση στην ενιαία αγορά χωρίς συνθήκη.
Ηδη, οι συνέπειες είναι ορατές στο πεδίο της μεταποίησης,
διότι την προηγούμενη εβδομάδα τέθηκε εκτός ισχύος η
αμοιβαία συμφωνία βιομηχανικών προδιαγραφών (MRA), όπερ
σημαίνει ότι οι εταιρείες ιατρικής τεχνολογίας, λόγου χάριν,
θα τυγχάνουν στην Ε.Ε. της ίδιας αντιμετώπισης με τρίτες
χώρες. Οι νέες προδιαγραφές στις συναλλαγές θα κοστίσουν
στον κλάδο περί τα 114 εκατ. ελβετικά φράγκα (127 εκατ.
δολάρια) αρχικά και έπειτα 75 εκατ. ελβετικά φράγκα κατ’
έτος. Αν και αυτό το ποσόν αποτελεί ένα κλάσμα των 5,2 δισ.
φράγκων του κλάδου ετησίως σε εξαγωγές προς την Ε.Ε., ο
μεγαλύτερος κίνδυνος έγκειται στις μη ευρωπαϊκές εταιρείες
και στις νεοφυείς, οι οποίες δεν επιλέγουν για τα κεντρικά
τους γραφεία στη Γηραιά Ηπειρο την Ελβετία. «Οποιος δηλώνει
απλώς ότι το διοικητικό κόστος είναι βαρύ, αγνοεί εντελώς
πόσο σκληρός είναι ο διεθνής ανταγωνισμός», δήλωσε ο
πρόεδρος της Swiss Medtech, Μπιτ Βονλάντεν. Τέλος, καίριο
πλήγμα δέχεται και ο μηχανοκατασκευαστικός κλάδος, όταν σε
δύο ή τρία χρόνια μπορεί να λήξει η ισχύς των κοινών
βιομηχανικών προδιαγραφών με την Ε.Ε. Η ομάδα άσκησης
θεσμικής πίεσης εκ μέρους των μηχανοκατασκευαστικών
εταιρειών εκτιμά πως είναι απαραίτητη η ανεμπόδιστη πρόσβαση
στην ενιαία αγορά – άλλωστε εξάγουν το 80% των προϊόντων
τους, ενώ περίπου το 55% διοχετεύεται στα 27 κράτη-μέλη της
Ε.Ε.
|