Σε αντίθεση με το
παραδοσιακό
χρηματοπιστωτικό
σύστημα, το μόνο που
χρειάζεται κάποιος για
να χρησιμοποιήσει τις
υπηρεσίες DeFi, είναι να
έχει στην κατοχή του
κρυπτονομίσματα. Είναι
ακριβώς γι’ αυτό τον
λόγο που οι υποστηρικτές
των DeFi, ισχυρίζονται
πως η δημιουργία τους
‘εκδημοκράτισε’ τις
χρηματοπιστωτικές
υπηρεσίες, παρέχοντας
ίσα δικαιώματα πρόσβασης
σε όλους. Στο
παραδοσιακό
χρηματοπιστωτικό
σύστημα, οι εποπτικοί
κανόνες απαιτούν την
αξιολόγηση της
πιστοληπτικής ικανότητας
του δανειστή και μπορεί
να αποκλείσουν τη
συμμετοχή για
ορισμένους. Παράλληλα,
για να αναλάβουν οι
δανειστές ρίσκα,
απαιτείται η ύπαρξη
επαρκών αποθεματικών.
Παρά το γεγονός ότι
αντιπροσωπεύει μόνο
περίπου το 1% του
παγκόσμιου
χρηματοπιστωτικού
συστήματος, το
οικοσύστημα
κρυπτονομισμάτων μπορεί
ακόμα να ενέχει
κινδύνους για τη
χρηματοπιστωτική
σταθερότητα. Σε πρόσφατη
ομιλία του, το
εκτελεστικό μέλος της
ΕΚΤ Fabio Panetta
υποστήριξε ότι τα
περιουσιακά στοιχεία
κρυπτογράφησης
εξακολουθούν να είναι
μεγαλύτερα από την αγορά
ενυπόθηκων δανείων
υψηλού κινδύνου
(sub-prime) πριν από την
παγκόσμια
χρηματοπιστωτική κρίση,
η κατάρρευση της οποίας
ξεκίνησε την παγκόσμια
χρηματοπιστωτική κρίση.
Αλλά η ίση πρόσβαση ήρθε
επίσης με μεγάλη
αναστάτωση κατά την
διάρκεια του 2022. Το
κύμα κανονισμών που
εφαρμόζουν τώρα η ΕΕ και
οι ΗΠΑ δεν έχει
αντιμετωπίσει ακόμα το
θέμα των ανεπαρκών
αποθεμάτων. Αυτό καθιστά
το σύστημα ασταθές και
μπορεί να υπόκειται σε
απάτη.
Το παράδειγμα της
κατάρρευσης του FTX
είναι πολύ ενδεικτικό
υπό αυτή την έννοια. Το
FTX ήταν μια
αποκεντρωμένη πλατφόρμα
ανταλλαγής
κρυπτονομισμάτων, κάτι
αντίστοιχο των
χρηματιστηρίων. Κρατούσε
δε τα περιουσιακά
στοιχεία των πελατών για
παρατεταμένες χρονικές
περιόδους, προκειμένου
να διευκολύνει τις
συναλλαγές τους. Τον
Νοέμβριο του 2022, μια
έκθεση που γράφτηκε από
το CoinDesk, έναν
ισότοπο ειδήσεων για τα
κρυπτονομίσματα,
αποκάλυψε ότι το
μεγαλύτερο μέρος των
περιουσιακών στοιχείων
της εταιρείας δεν ήταν
σε παραδοσιακά νομίσματα
(δολάριο, ευρώ…) ή άλλα
κρυπτονομίσματα, αλλά
στο δικό της εγγενές
κρυπτονόμισμα, που
ονομάζονταν FTT. Αυτό
έδειχνε ότι δεν υπήρχε
επαρκής διαφοροποίηση
των περιουσιακών
στοιχείων της εταιρείας,
γεγονός που προκάλεσε
ανησυχίες σχετικά με τη
βιωσιμότητά της, κι
ώθησε τους επενδυτές να
απαιτήσουν μαζικά τις
καταθέσεις τους πίσω,
μεγέθους 5
δισεκατομμυρίων δολαρίων
ΗΠΑ. Με 900 εκατομμύρια
δολάρια αξίας
ρευστοποιήσιμων
περιουσιακών στοιχείων
μόνο, έναντι υποχρεώσεων
9 δισεκατομμυρίων
δολαρίων, η FTX υπέβαλε
αίτηση πτώχευσης στις 11
Νοεμβρίου. Αυτή η
κατάρρευση εξέθεσε πολλά
χρηματοπιστωτικά
ιδρύματα σε απώλειες,
φέρνοντας στο φως τους
δεσμούς μεταξύ του DeFi
και του παραδοσιακού
συστήματος
χρηματοδότησης. Ως
αιτίες αυτής της
πτώχευσης επισημάνθηκαν
η έλλειψη δέουσας
επιμέλειας με τη μορφή
απουσίας εταιρικών
ελέγχων και η ανεπαρκής
ανάλυση κινδύνου, και
τόνισαν την ανάγκη για
την επιβολή ρύθμισης.
Τον Μάιο του 2022, το TerraUSD,
το τρίτο μεγαλύτερο
αλγοριθμικά
υποστηριζόμενο ‘σταθερό
νόμισμα’ (stablecoin),
ήταν επίσης το πρώτο που
κατέρρευσε εγείροντας
αμφιβολίες για το πόσο
σταθερά μπορούν να είναι
τέτοια περιουσιακά
στοιχεία. Αλλά αυτή τη
φορά δεν ήταν η ποιότητα
των αποθεμάτων που
δημιούργησε το πρόβλημα.
Η σταθερότητα του
TerraUSD δεν προέρχονταν
από την ύπαρξη
αξιόπιστων περιουσιακών
στοιχείων. Η σταθερότητα
υποστηρίζονταν από ένα
αλγόριθμο που προσάρμοζε
την προσφορά του
νομίσματος σύμφωνα με
μια στρατηγική
συναλλαγών αρμπιτράζ με
ένα ‘αδελφικό’
κρυπτονόμισμα το Luna.
Αυτό γινόταν αυτόματα
διατηρώντας μια
ονομαστική σύνδεση με το
δολάριο. Το TerraUSD
υπόσχονταν έτσι να
παρέχει σταθερότητα
απλώς με τη διαχείριση
του νομίσματος που
συνδέεται με το δολάριο,
αλλά χωρίς περιουσιακά
στοιχεία δολαρίου (ή
άλλων). Χωρίς
αποθεματικά για να
σταθεροποιήσει την αξία
του TerraUSD,
προκειμένου να
προσελκύσει νέους
χρήστες/επενδυτές,
προσέφερε επιτόκιο
κατάθεσης 20%. Για όσο
διάστημα μπορούσε να
κρατηθεί η ονομαστική
σύνδεση με το δολάριο
και το αδελφικό
κρυπτονόμισμα παρήγαγε
αρκετά κέρδη, το σύστημα
ήταν βιώσιμο. Αλλά μόλις
η εμπιστοσύνη στη
βιωσιμότητα της
ονομαστικής σύνδεσης με
το δολάριο άρχισε να
θρυμματίζεται, κάτι που
έγινε τον Μάιο του 2022,
το σύστημα κατέρρευσε.
Ακολούθησαν κι άλλα
γεγονότα. Η κατάρρευση
του TerraUSD επεκτάθηκε
στο Tether, το
μεγαλύτερο stablecoin
που συνδέοντα με το
δολάριο, το οποίο αρχικά
είδε κατάρρευση της
τιμής του και μεγάλη
εκροή κεφαλαίων. Ήταν η
απροθυμία της Tether να
αποκαλύψει την ποιότητα
των αποθεμάτων της που
έκανε τους επενδυτές να
χάσουν την εμπιστοσύνη
τους στην ικανότητά της
να στηρίξει την πρόσδεση
στο δολάριο,
αναγκάζοντάς την τελικά
να το σπάσει.
Τα παραδείγματα αυτά
δείχνουν ότι οι
ανησυχίες σχετικά με τη
δραστηριότητα των DeFi
δεν είναι υπερβολικές. Η
λιγότερη ζήτηση και
συμμετοχή στην αγορά
γίνεται εμφανής, με
αποτέλεσμα να κλείνουν
περισσότερες πλατφόρμες
DeFi.
Τα τελευταία 15 χρόνια,
όταν εμφανίστηκαν τα
κρυπτονομίσματα, το
μακροοικονομικό
περιβάλλον στο οποίο
δημιουργήθηκαν ευνοούσε
την ανάληψη κινδύνων.
Τα επιτόκια ήταν πολύ
χαμηλά για μεγάλες
χρονικές περιόδους και
επενδυτές ήτα
διατεθειμένοι να
αναλάβουν ρίσκο και να
διερευνήσουν νέε ιδέες,
ιδίως αν αυτές
παρουσίαζαν σημαντικές
καινοτομίες.
Καθώς τα επιτόκια
αυξάνονται τώρα κι
αναμένεται να
παραμείνουν υψηλά,
μειώνεται επίσης η όρεξη
για «αναζήτηση απόδοσης»
(search for yield), το
κίνητρο αναζήτησης
κινδύνου.
Χρηματοπιστωτικές
υπηρεσίες που
λειτουργούν σε μια
«άγρια δύση» είναι
ευάλωτες στην απάτη και
είναι βέβαιο ότι θα
οδηγήσουν σε απότομες
απώλειες. Τα γεγονότα
αυτά είναι μια καλή
υπενθύμιση πως οι
κανόνες ρύθμισης που
διέπουν το παραδοσιακό
χρηματοπιστωτικό σύστημα
έχουν υιοθετηθεί για
πολύ καλούς λόγους.
* Η Μαρία Δεμερτζή είναι
Ανώτατη ερευνήτρια στο
Bruegel, Επίκουρος
Καθηγήτρια στο Ευρωπαϊκό
Πανεπιστημιακό
Ινστιτούτο, Φλωρεντία.
Πρώτη δημοσίευση στον
Money Review |