Γιατί
μπορεί να ακούστηκε πολλές φορές τις τελευταίες
δεκαετίες ότι «έχει τελειώσει η διάκριση Δεξιάς
και Αριστεράς», όμως τόσο η πρόσφατη εμπειρία
όσο και διεθνή παραδείγματα έδειξαν ότι κάθε
άλλο παρά έχουν υποχωρήσει οι κοινωνικές
πολώσεις και οι συγκρουσιακές αξιώσεις και
διεκδικήσεις που αποτελούν το υπόβαθρο σε τελική
ανάλυση των πολιτικών αντιπαραθέσεων.
Ακόμη
και μέσα σε συνθήκες αυξημένης εξατομίκευσης –
ενισχυμένης ίσως από την ήττα των συλλογικών
αντιστάσεων μιας προηγούμενης περιόδου – και
αποδιάρθρωσης ταυτοτήτων, η διαχωριστική γραμμή
ανάμεσα στα κοινωνικά στρώματα που με τον έναν ή
τον άλλο τρόπο ευνοούνται από τη σημερινή
συνθήκη και τις επιλογές πολιτικής που έχουν
γίνει και όλο εκείνο το ευρύ φάσμα κοινωνικών
στρωμάτων που βιώνουν τις αυξημένες οικονομικές
ανισότητες, τις σύγχρονες μορφές επισφάλειας,
την αναδυόμενη στεγαστική κρίση, την υπονόμευση
του συστήματος υγείας, τα ελλείμματα της
δημόσιας εκπαίδευσης παραμένει.
Πράγμα
που σημαίνει ότι το τμήμα της κοινωνίας που δεν
αναγνωρίζει εαυτόν στην τρέχουσα «κατάσταση
πραγμάτων» είναι εμφανώς πλειοψηφικό.
Μόνο που
ανάμεσα στην κοινωνική δυναμική και την πολιτική
εκπροσώπηση υπάρχουν αναγκαίες διαμεσολαβήσεις,
από συνδικαλιστικές και κομματικές μορφές μέχρι
προφανώς ιδεολογίες και πολιτικά προγράμματα.
Ο
κίνδυνος, επομένως, είναι να αποδιαρθρωθεί με
τρόπο μη αντιστρέψιμο αυτή η ιστορική σχέση
ανάμεσα σε αυτά τα κοινωνικά στρώματα και
πολιτικές προτάσεις σε κατεύθυνση μεγαλύτερης
αναδιανομής, συμπερίληψης και δημοκρατικής
εμβάθυνσης.
Όχι
απλώς ως «πολιτικό κενό», αλλά ως απώλεια κάθε
εμπιστοσύνης σε μια τέτοια δυνατότητα. Ένας
δομικός, δηλαδή, πολιτικός αποπροσανατολισμός,
που θα γίνει η βασιλική οδός για την Ακροδεξιά.
Παναγιώτης Σωτήρης (in.gr) |