Το
γεγονός θυμίζει ότι, αν και είναι η συνεργασία
της Κίνας με τη Ρωσία που απασχολεί την
επικαιρότητα λόγω του πολέμου στην Ουκρανία,
είναι η Ταϊβάν εκείνη που θα μπορούσε να
προκαλέσει ένα θερμό επεισόδιο μεταξύ των
Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας τα επόμενα
χρόνια.
Προσπαθώντας να συγκρατήσει την ένταση, η
κυβέρνηση Μπάιντεν διεμήνυσε εκ νέου ότι δεν
προτίθεται να αλλάξει την πολιτική αναγνώρισης
της «μίας Κίνας», η οποία ισχύει από την εποχή
που ο Νίξον πήγε στην Κίνα βάζοντας τέλος στην
εποχή της αμοιβαίας εχθρότητας, πριν από μισό
αιώνα. Το 1972, στο πλαίσιο μιας ρεαλιστικής
εξωτερικής πολιτικής που είχε στόχο την
απομόνωση της Σοβιετικής Ενωσης, ο τότε υπουργός
Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ διαπραγματεύτηκε ένα
κοινό ανακοινωθέν στη βάση της κατανόησης ότι η
Κίνα δεν σχεδίαζε να αλλάξει διά της βίας το
πολίτευμα της Ταϊβάν, όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες
αναγνώριζαν «ότι οι Κινέζοι και στις δύο πλευρές
των Στενών της Ταϊβάν θεωρούν ότι υπάρχει μόνο
μία Κίνα».
Το
δημοκρατικό καθεστώς της Ταϊβάν όμως είναι μια
προϋπόθεση που ενοχλεί ολοένα και περισσότερο
την Κίνα, προκαλώντας ανησυχία ότι μια πολεμική
σύρραξη στην περιοχή είναι ζήτημα χρόνου.
Βεβαίως, πέρα από το πολίτευμα της Ταϊβάν, τα
συμφέροντα των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στην
περιοχή υπαγορεύουν επίσης την ελεύθερη
ναυσιπλοΐα στα Στενά της Ταϊβάν και στη Νότια
Κινεζική Θάλασσα.
Και οι
Ευρωπαίοι; Μετά το ταξίδι του Γάλλου προέδρου
στην Κίνα, ο Κινέζος πρόεδρος εμφανίστηκε
ενοχλημένος από την αναφορά των Ευρωπαίων
πολιτικών σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Μια
ομιλία της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για την Κίνα είχε ήδη
δώσει το στίγμα μιας αυστηρότερης στάσης αρχής
της Ευρωπαϊκής Ενωσης, και στις συζητήσεις της
με τον Κινέζο πρόεδρο η ίδια τόνισε ότι δεν
πρέπει να υπάρξει αλλαγή στο στάτους της Ταϊβάν.
Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι προκάλεσε
ενόχληση, όχι μόνο στην Ουάσιγκτον, η πρόσφατη
δήλωση του προέδρου Μακρόν ότι, στο όνομα της
στρατηγικής της αυτονομίας, η Ευρώπη θα πρέπει
να κρατήσει αποστάσεις από τις σινοαμερικανικές
εντάσεις για την Ταϊβάν, αποφεύγοντας «τον
μεγάλο κίνδυνο του να εμπλακεί σε κρίσεις που
δεν είναι δικές μας». Διότι κάποιοι θα
υποστήριζαν ότι η υποστήριξη μιας δημοκρατίας
από έξωθεν επιβουλές είναι ευρωπαϊκή υπόθεση,
όπως είναι και εκείνη της εδαφικής ακεραιότητας…
* Η κ.
Κατερίνα Σώκου είναι Nonresident Senior Fellow
στο Atlantic Council και ερευνήτρια εξωτερικού
στο ΕΛΙΑΜΕΠ, Εδρα Θεοδώρου Κουλουμπή για τις
Ελληνοαμερικανικές Σχέσεις.
Πρώτη
δημοσίευση στην Καθημερινή |