Όμως, η
πραγματική κατάσταση είναι αρκετά πιο περίπλοκή.
Η HTS ελέγχει ένα τμήμα της επικράτειας,
συμπεριλαμβανομένης της Δαμασκού. Ένα άλλο το
ελέγχει ο λεγόμενος «Συριακός Εθνικός Στρατός»,
που υποστηρίζεται, χρηματοδοτείται και
εξοπλίζεται από την Τουρκία, αλλά συντονίστηκε
για την τωρινή ανατροπή με την HTS. Υπάρχουν
ακόμη οι κουρδικές περιοχές, που έχουν τη δική
τους ένοπλη συγκρότηση, τις «Συριακές
Δημοκρατικές Δυνάμεις», και ντε φάκτο ως ένα
βαθμό αυτονομία – που την εγγυάται και παρουσία
των δυνάμεων των ΗΠΑ – αλλά έχουν να
αντιμετωπίσουν και συστηματική πίεση από τις
φιλοτουρκικές δυνάμεις. Παράλληλα, υπάρχουν
πάντα περιοχές υπό τον έλεγχο του Ισλαμικού
Κράτους, που έχει αποδυναμωθεί αλλά όχι διαλυθεί
πλήρως, αλλά και περιοχές υπό τον έλεγχο άλλων
ομάδων της αντιπολίτευσης. Την ίδια ώρα το
Ισραήλ που έχει υπό έλεγχο εδώ και δεκαετίες τα
υψίπεδα του Γκολάν έχει πραγματοποιήσει
εκατοντάδες βομβαρδισμούς για να καταστρέψει
στρατιωτικές υποδομές της Συρίας, έτσι ώστε η
όποια νέα κατάσταση να είναι αναγκαστικά
αποδυναμωμένη.
Όλα αυτά
παραπέμπουν σε ένα τοπίο κατακερματισμένο, όπου
η αντίθεση στον Άσαντ μπορεί να ήταν ενοποιητικό
στοιχείο, αλλά πέραν αυτού υπάρχουν μεγάλες
αντιπαραθέσεις και διαφορές οπτικής γωνίας.
Διατηρούνται πεδία αντιπαράθεσης ή διαίρεσης που
προϋπήρχαν, όπως π.χ. η διαφορά ανάμεσα στη
σουνιτική πλειοψηφία και τη μειοψηφία των
Αλεβιτών, και ανάμεσα στις διαφορετικές ομάδες
της ένοπλης αντιπολίτευσης δεν υπάρχει
απαραίτητα μια κοινή τοποθέτηση για την επόμενη
μέρα.
Όλα αυτά
συμβαίνουν σε μια χώρα βαριά τραυματισμένη από
μακρόχρονες πολεμικές συγκρούσεις και
παρατεταμένες κυρώσεις από την οποία βρίσκονται
στο εξωτερικό εκατομμύρια που αναγκάστηκαν να
φύγουν ως πρόσφυγες και που τώρα είτε
επιστρέφουν είτε σταθμίζουν το εάν θα
επιστρέψουν.
Την ίδια
ώρα από διάφορες πλευρές κυκλοφορούν διάφορα
σχέδια που παραπέμπουν σε μια λογική
«ομοσπονδιακή» ή χωρισμού σε «καντόνια»,
αντανακλώντας και τις τωρινές διαιρετικές
γραμμές.
Μόνο που
η ιστορία διδάσκει ότι τέτοιες συνθήκες μπορεί
να αποτελέσουν το αντικείμενο μιας ομαλής
διαδικασίας πολιτικής μετάβασης, μπορούν όμως να
αποτελέσουν και την αφορμή για έναν νέο γύρο
αποδιάρθρωσης και νέων εσωτερικών συγκρούσεων,
που σε μια χώρα με τόσα όπλα θα μπορούσαν να
πάρουν επικίνδυνες διαστάσεις και που ακόμη και
εάν δεν πάρουν τη μορφή που πήραν στη Λιβύη,
εντούτοις απλώς θα προσθέσουν νέα βάσανα στον
Συριακό λαό.
Όλα αυτά
υπογραμμίζουν και την πραγματική ευθύνη της
διεθνούς κοινότητας. Προφανώς και η προσπάθεια
να υποκατασταθούν οι εσωτερικές πολιτικές
διεργασίες της Συρίας από τα σχέδια των Δυτικών
δεν είναι η λύση, ας θυμηθούμε και πώς απέτυχαν
οι ΗΠΑ για σημαντικό διάστημα να χτίσουν θεσμούς
στο Ιράκ. Όμως, και το να αφεθούν ανεξέλεγκτες
οι δυναμικές επίσης ενέχει σοβαρούς κινδύνους
όπως έδειξε και το παράδειγμα της Λιβύης.
Σε αυτή
την κατεύθυνση προφανώς χρειάζονται εγγυήσεις
σεβασμού της πολιτικής ενότητας της Συρίας,
αποφυγή ενός ντε φάκτο κατακερματισμού της,
καθώς και πίεση προς τις εμπλεκόμενες ξένες
δυνάμεις, πρωτίστως γειτονικές χώρες όπως η
Τουρκία και το Ισραήλ, να συνειδητοποιήσουν και
κυρίως να σεβαστούν ότι αυτό που χρειάζεται η
Συρία δεν είναι παρουσία ξένων στρατιωτικών
δυνάμεων και βομβαρδισμοί, αλλά υποστήριξη για
ομαλή πολιτική μετάβαση, αποφυγή του
ρεβανσισμού, και προφανώς γενναία συμβολή στο να
ανοικοδομηθεί η Συρία και να σταθεί ξανά στα
πόδια της.
Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος (in.gr)
|