Στον
διαφαινόμενο πολυκερματισμό της παγκόσμιας
οικονομίας και στην αναμφισβήτητη οικονομική
αβεβαιότητα προστίθεται πλέον και η οικονομική
επιθετικότητα των ΗΠΑ, ύστερα από τις αρχικές
κινήσεις του εκλεγμένου προέδρου των ΗΠΑ,
Ντόναλντ Τραμπ. Οι ήδη ανακοινωθείσες πρώτες
δηλώσεις του για δασμούς 25% εναντίον του Καναδά
(!) και του Μεξικού χαρακτηρίζουν αυτό που
ονομάζεται «Trump Trade». Σε αντίθεση με αυτά
που διδάσκονται στα αμφιθέατρα περί του διεθνούς
εμπορίου ως της γοητευτικότερης ιδέας των
οικονομικών, ο νέος πρόεδρος δηλώνει ότι ο
δασμός είναι μια «όμορφη λέξη».
|
Η νέα
εποχή στην οποία έχουμε εισέλθει, και την οποία
η πανηγυρική εκλογή Τραμπ απλώς επικυρώνει,
χαρακτηρίζεται επιπλέον από «συγκεντρωτικές,
βολονταριστικές ή αυταρχικές ισχυρές
κυβερνήσεις», «επιχειρηματικές» στη σύστασή τους
(ΗΠΑ) και με διάθεση «συνομιλίας» ή και
διαπραγμάτευσης απευθείας με τον ισχυρό
επιχειρηματικό κόσμο. Τέλος, η δυσκολία
συμβιβασμού των επιχειρηματικών επιδιώξεων με
την ανάγκη της «συμπερίληψης» ή την αντιμετώπιση
του λαϊκισμού οδηγεί πολλές από αυτές τις
κυβερνήσεις σε ad hoc προνοιακές παροχές.
Στο
ανωτέρω πλαίσιο ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ
υπόσχεται «διάρρηξη», υπόσχεται απελευθέρωση των
«αγελαίων ενστίκτων» των αγορών, προσλαμβάνοντας
φιλελευθεριστές στην κυβέρνηση και κόσμο από τη
βιομηχανία της ψηφιακής εποχής και της τεχνητής
νοημοσύνης. Η σκληρή απορρύθμιση που υπόσχεται
πηγαίνει βαθιά και σε τομείς-άβατα των αγαθών
δημόσιας αξίας όπως η εκπαίδευση. Θα έλεγε
κανείς ότι οι ιδέες που έρχονται στο προσκήνιο
είναι ένα μείγμα φιλελευθεριστικού (libertarian)
ρεϊγκανισμού –αλλά– και παραδοσιακού
αμερικανικού χαμιλτονιανού προστατευτικού
μερκαντιλισμού.
Τι
σημαίνουν όλα αυτά για την οικονομία, τις τιμές,
τα επιτόκια, τις δημοσιονομικές και νομισματικές
πολιτικές; Αν και πολύ νωρίς να πει κανείς με
βεβαιότητα, οι δασμοί αλλά και οι επιδιωκόμενες
απελάσεις μεταναστών αναμένεται να προσθέσουν
στις τιμές. Από την άλλη, η επιδιωκόμενη
γενικευμένη απορρύθμιση, η περαιτέρω μείωση των
φόρων αλλά και η όποια πιθανή περικοπή των
πράσινων δαπανών υποστηρίζεται ότι θα
αντισταθμίσουν τις αυξήσεις των τιμών. Σε κάθε
περίπτωση, η ήδη διαπιστωμένη ανατίμηση του
δολαρίου αντιπροσωπεύει την άνοδο όλων των
περιουσιακών στοιχείων σε δολάρια.
Χαρακτηριστική επ’ αυτού είναι η συντομογραφία
TINA (There Is No Alternative) που διατυπώνεται
διεθνώς για την επένδυση σε δολαριακά
περιουσιακά στοιχεία.
Οι
πολιτικές αυτές, αν επιβεβαιωθούν, αναμένεται να
περιορίσουν σχεδόν κατά 1% τα ΑΕΠ Κίνας και
Ε.Ε., με σοβαρές δημοσιονομικές αρνητικές
επιπτώσεις ιδίως για την Ευρωζώνη, ενώ και η
πορεία της νομισματικής πολιτικής προς την
αποκλιμάκωση των επιτοκίων μπορεί να συναντήσει
έναν ανώμαλο δρόμο. Δεν είναι όμως μόνον αυτό.
Το εμπορικό πλεόνασμα της Ε.Ε. με τις ΗΠΑ είναι
περί τα 200 δισ. δολ. Η πιθανή επιβολή δασμών
μαζί με ένα ισχυρό δολάριο αναμένεται να
επιφέρoυν σοβαρά προβλήματα όχι μόνο σε χώρες
της Ευρωζώνης, αλλά και –ιδίως– στις αναδυόμενες
και στις φτωχές οικονομίες, καθώς το διεθνές
κεφάλαιο θα ανατοποθετηθεί αποφασιστικώς.
Χαρακτηριστικά, το σημερινό εμπορικό πλεόνασμα
του Βιετνάμ με τις ΗΠΑ υπερβαίνει τα 100 δισ.
ετησίως, ενώ το πλεόνασμα του Μεξικού
αντιστοιχεί στο 27% του ΑΕΠ του. Τα μεγέθη αυτά
δείχνουν και τη σημασία των αποφάσεων του νέου
Αμερικανού προέδρου. Η φυγή των κεφαλαίων λόγω
ισχυρού δολαρίου θα στραγγίξει δε τις χώρες
αυτές από κεφάλαια, ενώ το δολαριακό τους χρέος
προφανώς θα εκτοξευθεί.
*Ο κ.
Θεόδωρος Πελαγίδης είναι καθηγητής στο
Πανεπιστήμιο Πειραιώς, υποδιοικητής της ΤτΕ και
πρ. υπηρ. υπουργός Οικονομικών.
** Το
άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή της
Κυριακής.
|