Κι αυτό
προφανώς έχει να κάνει με μια λογική σύμφωνα με
την οποία εφόσον αυτή η τακτική αποδίδει δεν
αλλάζει.
Οι
εξελίξεις στη Συρία αντιμετωπίζονται με
γεωπολιτικούς όρους και οι προσεγγίσεις
καθορίζονται όχι στη βάση ενός σχεδίου
αποτροπής, αλλά επιβολής. Για παράδειγμα, επειδή
οι δυτικοί είναι απέναντι στο καθεστώς Άσαντ, το
οποίο στηρίζεται από εχθρικές για αυτούς χώρες,
«επιτρέπουν» στην Άγκυρα να χρησιμοποιεί
τρομοκρατικές οργανώσεις για την υλοποίηση των
στόχων της. Εάν αυτό γινόταν από την άλλη
πλευρά, η αντίδραση θα ήταν διαφορετική. Στην
προκειμένη περίπτωση, όμως, οι αντιδράσεις ήταν
χλιαρές, επειδή προφανώς εάν είναι να γίνει η…
δουλειά τους, μπορούν να συμμαχήσουν και με το
διάβολο! Τους τρομοκράτες, τους τζιχαντιστές και
με το κράτος- τρομοκράτη, την Τουρκία.
Τι είπε,
για παράδειγμα, ο απερχόμενος υπουργός
Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Άντονι
Μπλίγκεν, στον Τούρκο ομόλογό του, όταν
επικοινώνησαν για τα όσα συμβαίνουν στη
Συρία; Προφανώς είπε στον Φιντάν ό,τι «έπρεπε»
να μην παρεμβαίνει η Τουρκία, αλλά από εκεί και
πέρα επαφίεται στους Τούρκους τι θα πράξουν στη
συνέχεια. Δεν χρειάζονται μαντικές ικανότητες
για να προβλέψει κάποιος πώς θα ενεργήσει η
κατοχική δύναμη. Προβλεπτό το περιεχόμενο της
αμερικανικής παρέμβασης, προβλεπτή και η
τουρκική αντίδραση.
Αυτό το
έργο το έχουμε δει πολλές φορές στο παρελθόν. Κι
όταν η Ουάσινγκτον είχε μεγαλύτερη επιρροή από
ότι σήμερα στην Τουρκία.
Αυτές
τις ημέρες, ενόψει και της αλλαγής Προέδρου στις
ΗΠΑ, τις συζητήσεις στα ελληνοτουρκικά, τα
«ήρεμα νερά» στο Αιγαίο, ξαναδιάβασα το βιβλίο
των συναδέλφων Μιχάλη Ιγνατίου και Νίκου Μελέτη
με τίτλο «Η συμφωνία που “γκρίζαρε” το Αιγαίο –
Από τα Ίμια στη Μαδρίτη», που κυκλοφορεί από την
εκδόσεις «Πεδίο». Οι δυο δημοσιογράφοι είχαν
φέρει στο φως όλα τα απόρρητα τηλεγραφήματα των
Αμερικανών, οι οποίοι από την επομένη του
επεισοδίου των Ιμίων( Ιανουάριο 1996),
άρχισαν να εργάζονται πυρετωδώς προκειμένου να
υπάρξει συμφωνία. Μια συμφωνία, η οποία θα
περιόριζε το ενδεχόμενο νέας κρίσης και πιθανόν
θα οδηγούσε σε μια πολεμική σύγκρουση
Ελλάδος και Τουρκίας, καταστροφική για τα
αμερικανικά και νατοϊκά συμφέροντα στην
περιοχή. Έπραξαν όπως και το 1974, που άφησαν
την Κύπρο στο έλεος της κατοχικής δύναμης. Οι
Αμερικανοί, για άλλη μια φορά τότε, δεν
στράφηκαν προς την επιθετική δύναμη, την
ταραχοποιό, την Τουρκία, αλλά επιχείρησαν να
επιτευχθεί μια συμφωνία, αυτή της Μαδρίτης,
στην οποία η Ελλάδα αποδέχθηκε και αναγνώρισε
τα «νόμιμα και ζωτικά δικαιώματα» της Τουρκίας
στο Αιγαίο. Η Ελλάδα, λίγους μήνες μετά το
επεισόδιο των Ιμίων, δεσμεύθηκε για την αποφυγή
«μονομερών ενεργειών». Τι σημαίνει αυτό, στη μη
άσκηση του κυριαρχικού δικαιώματος
επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. όλοι
μπορούν να αντιληφθούν.
Θυμίζουν
όλα αυτά το μοντέλο Κύπρου, το οποίο η Άγκυρα
χρησιμοποιεί ως πρότυπο για την επιβολή
σχεδιασμών και πολιτικών. Η Τουρκία προβαίνει,
στην Κύπρο, σε παράνομες ενέργειες επιβάλλει
τετελεσμένα και η λεγόμενη διεθνή κοινότητα
καλεί και τις δυο πλευρές σε αυτοσυγκράτηση. Και
την κατοχική δύναμη και το θύμα. Η εξίσωση
«νομιμοποιεί» τις τουρκικές επιδιώξεις.
Η Άγκυρα
αμφισβητεί, γκριζάρει περιοχές και στη συνέχεια
είτε με διαπραγματεύσεις είτε διά της ισχύος
επιβάλλει τις επιδιώξεις της. Αυτό το βιώνουμε
στην Κύπρο εδώ και χρόνια και οι Τούρκοι
επιχειρούν να μεταφέρουν το μοντέλο στο Αιγαίο,
στη Θράκη.
Πολλοί
θεωρούν ότι οι ΗΠΑ έχουν αλλάξει στάση έναντι
της Τουρκίας. Έτσι φαίνεται. Αυτό δεν σημαίνει
ότι θα εγκαταλείψουν την Άγκυρα. Ούτε η Τουρκία
θα εγκαταλείψει τις ΗΠΑ, ανεξάρτητα ότι
επιδιώκει την αυτόνομη δράση, θέλοντας να
αναδειχθεί περιφερειακή δύναμη.
Έχει
αλλάξει η στάση των ΗΠΑ έναντι της Ελλάδος και
της Κύπρου. Αυτή η συγκυρία, ευνοεί ενίσχυση,
αναβάθμιση σχέσεων με τους Αμερικανούς, αλλά
χωρίς ψευδαισθήσεις καθώς συμφέροντα λαμβάνουν
πάντα υπόψη τα ισοζύγια δυνάμεων και τις
ισορροπίες.
Κώστας
Βενιζέλος (philenews.com)
|