Eπειτα από
μακρά περίοδο οικονομικής κρίσης, που επηρέασε
βαθιά τόσο τους καταναλωτές όσο και τις
επιχειρήσεις, η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια
καταγράφει σημαντική πορεία ανάκαμψης. Από το
2018 και εξής –με εξαίρεση το 2020 λόγω της
πανδημίας COVID-19– η ελληνική οικονομία
παρουσιάζει ρυθμούς ανάπτυξης που υπερβαίνουν
τον μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Eνωσης.
Καθοριστικής σημασίας γι’ αυτή την πρόοδο υπήρξε
αφενός η προσπάθεια για δημοσιονομική εξυγίανση
μέσω των μεταρρυθμίσεων της προηγούμενης
δεκαετίας και αφετέρου η στοχευμένη αξιοποίηση
των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, που
κατευθύνονται σε επενδύσεις για την ενίσχυση της
παραγωγικής δυναμικότητας της χώρας. Επιπλέον,
οι αυξημένες ξένες άμεσες επενδύσεις
διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο, ενδυναμώνοντας την
οικονομική δραστηριότητα και δημιουργώντας
σταθερές βάσεις για μια μακροπρόθεσμα βιώσιμη
ανάπτυξη.
|
Ομως,
σύμφωνα με μελέτη που πραγματοποιήσαμε στο ΚΕΠΕ,
ένα μεγάλο μέρος της αύξησης των ΞΑΕ οφείλεται
στα ακίνητα. Γενικά, φαίνεται ότι υπάρχει μια
αυξανόμενη τάση, καθώς από το 2013 το μερίδιο
των καθαρών ΞΑΕ σε ακίνητα αυξήθηκε από το 7,4%
στο 33,5% το 2018 και τα έτη 2019-2020
διατηρήθηκε άνω του 30%. Αυτό πιθανότατα
συνδέεται και με την έναρξη του προγράμματος
χορήγησης «χρυσής βίζας» (golden visa), το οποίο
αύξησε το επενδυτικό ενδιαφέρον από υπηκόους
τρίτων χωρών στην Ελλάδα. Υπήρξε μια πτώση το
2021 στο 22%, ακολουθούμενη από αύξηση το 2022
στο 24,6%, και στη συνέχεια καταγράφεται
ιστορικό ρεκόρ 44,7% το 2023. Επιπλέον, το 2022
σημειώθηκε ρεκόρ στα επίπεδα, καθώς οι καθαρές
ΞΑΕ σε ακίνητα ανήλθαν σε 1,98 δισ. και το 2023
καταγράφεται νέο ιστορικό υψηλό στα 2,1 δισ. Το
2024 οι ξένες επενδύσεις στον τομέα των ακινήτων
αυξήθηκαν κατά 45% το τρίτο τρίμηνο σε σύγκριση
με το ίδιο τρίμηνο του 2023, φτάνοντας στα 783,7
εκατ. ευρώ, ενώ για το σύνολο του εννεαμήνου
ξεπέρασαν τα 1,9 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση
17,2% σε σχέση με το 2023. Δηλαδή, οι αλλαγές
στο πρόγραμμα της golden visa δεν φαίνεται να
φρέναραν τη ζήτηση από το εξωτερικό.
Ολα αυτά τα
στοιχεία υπογραμμίζουν την ελκυστικότητα της
ελληνικής αγοράς ακινήτων για διεθνείς
επενδυτές. Η οικοδομική δραστηριότητα ανέκαθεν
διαδραμάτιζε καίριο ρόλο στην ελληνική
οικονομία, αποτελώντας βασική πηγή απασχόλησης
για εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένους και
λειτουργώντας ως μοχλός οικονομικής ανάπτυξης.
Παράλληλα, οι άμεσες και έμμεσες επενδύσεις σε
ακίνητα από το εξωτερικό έχουν ενισχύσει τη
ρευστότητα της χώρας με σημαντικά κεφάλαια, ενώ
έχουν συμβάλει στην εγκατάσταση χιλιάδων εύπορων
οικογενειών στην Ελλάδα. Επειτα από μια δεκαετία
ύφεσης, η αγορά ακινήτων έχει ανακάμψει αισθητά.
Παρ’ όλα αυτά, για να διατηρηθεί αυτή η ανοδική
πορεία είναι απαραίτητη η ύπαρξη ενός σαφούς και
σταθερού φορολογικού και θεσμικού πλαισίου,
καθώς και η κατοχύρωση της ασφάλειας δικαίου. Η
πολυπλοκότητα και δυσλειτουργία των πολεοδομιών,
η απουσία ενιαίου οικοδομικού κανονισμού και η
αδυναμία εκπόνησης νέων μελετών λειτουργούν ως
τροχοπέδη στην περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου.
* Ο κ.
Παναγιώτης Λιαργκόβας είναι πρόεδρος του ΚΕΠΕ
και του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας,
καθηγητής Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
** Το άρθρο
δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή.
|