-------------------
Στα τέλη Φεβρουαρίου του
2022, ο Γερμανός
καγκελάριος, Olaf
Scholz, στάθηκε ενώπιον
του κοινοβουλίου της
χώρας του και δήλωσε ότι
η Γερμανία θα
πραγματοποιήσει μια
Zeitenwende, ή αλλιώς
μια κοσμογονική καμπή. Ο
πόλεμος στην Ουκρανία,
δήλωσε ο Scholz,
απαιτούσε από το
Βερολίνο να επανεξετάσει
τον ρόλο του στον κόσμο
-και ειδικότερα την
αποστροφή του στην χρήση
βίας, που έχει τις ρίζες
της στο αίσθημα ενοχής
της χώρας για το
ναζιστικό παρελθόν της.
Υποσχέθηκε νέες
επενδύσεις στον
υποχρηματοδοτούμενο
στρατό της χώρας,
ζητώντας «αεροπλάνα που
πετούν, πλοία που
μπορούν να βγουν στην
θάλασσα, και στρατιώτες
που είναι βέλτιστα
εξοπλισμένοι για τις
αποστολές τους».
Υποστήριξε ότι η χώρα
του έχει υποχρέωση να
υπερασπιστεί την
δημοκρατία. Και
υποσχέθηκε ότι η
Γερμανία, που επί μακρόν
ήταν η κυρίαρχη
οικονομική δύναμη της
Ευρώπης, θα γίνει τώρα
μια πραγματική
γεωπολιτική δύναμη.
Ο Γερμανός καγκελάριος
Olaf Scholz στο
Βερολίνο, τον Μάρτιο του
2023. Christian Mang /
Reuters
-----------------------------------------------------------------
Μεταξύ των συμμάχων της
Γερμανίας, η ομιλία του
Scholz για την
Zeitenwende έτυχε θερμής
υποδοχής. Για
περισσότερο από μια
δεκαετία, πολλές από
αυτές τις χώρες
περίμεναν από την
Γερμανία να ηγηθεί της
Ευρώπης. Δυστυχώς όμως,
οι πράξεις του Scholz
δεν ανταποκρίθηκαν στα
λόγια του. Παρά τις
υποσχέσεις του, ο
γερμανικός στρατός
παραμένει
υποχρηματοδοτούμενος.
Και παρόλο που το
Βερολίνο είναι ένας από
τους πιο ένθερμους
υποστηρικτές της
Ουκρανίας, η
επιφυλακτικότητα της
Γερμανίας όσον αφορά τον
εξοπλισμό της Ουκρανίας
και η απραξία της όσον
αφορά την απομόνωση της
Ρωσίας έχουν αμαυρώσει
την αξιοπιστία της.
Εν τη απουσία του
Βερολίνου, άλλα
ευρωπαϊκά κράτη
προσπαθούν να ηγηθούν
της ηπείρου. Η Γαλλία
υποστηρίζει την
ευρωπαϊκή αυτονομία από
τις Ηνωμένες Πολιτείες
και η Πολωνία
ισχυρίζεται ότι είναι η
νέα δύναμη ασφαλείας
στην ήπειρο. Όμως καμία
από τις δύο προσπάθειες
δεν βρίσκει απήχηση. Ο
Γάλλος πρόεδρος,
Εμμανουέλ Μακρόν,
κέρδισε λίγους οπαδούς
με το να προτείνει ότι η
Ευρώπη θα αγνοούσε μια
κινεζική επίθεση στην
Ταϊβάν, και η υπόλοιπη
ήπειρος δεν επιθυμεί το
είδος του κοινού
ευρωπαϊκού στρατού που ο
Μακρόν πρότεινε ότι
χρειάζεται η ΕΕ. Η
Πολωνία θα παραμείνει
στο πολιτικό περιθώριο
της ηπείρου μέχρι να
συμμορφωθεί με τις αρχές
της ΕΕ για το κράτος
δικαίου. Ως αποτέλεσμα,
οι Ηνωμένες Πολιτείες θα
είναι η de facto δύναμη
που θα μπορεί να
διαχειριστεί καλύτερα
την αρχιτεκτονική
ασφαλείας της Ευρώπης
στο άμεσο μέλλον.
Όμως, η Zeitenwende θα
μπορούσε τελικά να
καταστήσει το Βερολίνο
έναν καλύτερο εταίρο για
την Ουάσινγκτον, έναν
εταίρο που μπορεί να
συμβάλει στην εγγύηση
της ευρωπαϊκής
ασφάλειας, ακόμη και αν
συνεχίσει να αποφεύγει
την πρωταρχική ηγεσία.
Πράγματι, ο πόλεμος έχει
ήδη αναμφίβολα ωθήσει
την Γερμανία έξω από την
ζώνη άνεσής της. Το
Βερολίνο, για
παράδειγμα,
αναδιαμορφώνει γρήγορα
την ενεργειακή του
υποδομή, αφού πέρασε
χρόνια εξαρτώμενο από
την Ρωσία, και γίνεται
μια πράσινη ενεργειακή
δύναμη. Προσπαθεί να
διαφοροποιήσει την
οικονομία του και να
ενισχύσει τους
διπλωματικούς του
δεσμούς με τον
αναπτυσσόμενο κόσμο. Η
Γερμανία, ωστόσο, θα
πρέπει να τηρήσει τις
στρατιωτικές της
δεσμεύσεις και να
ανταποκριθεί καλύτερα
στις ανάγκες των
συμμάχων της,
προκειμένου η στροφή της
να έχει πλήρη επιτυχία.
ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΦΘΗΝΑ
Εντός της Ευρωπαϊκής
Ένωσης, κανένα κράτος
δεν μπορεί να
συναγωνιστεί την δύναμη
της Γερμανίας. Είναι η
πολυπληθέστερη χώρα του
μπλοκ, με περίπου 15
εκατομμύρια
περισσότερους κατοίκους
από την Γαλλία. Έχει
μακράν την μεγαλύτερη
οικονομία της ΕΕ.
Διαθέτει ικανότητες
-όπως η κατασκευαστική
της βάση και οι
επενδύσεις της στην
επιστήμη και την έρευνα-
που δεν συγκρίνονται με
καμία από τις ομόλογες
χώρες της. Αυτός είναι ο
λόγος για τον οποίο τόσο
μεγάλο μέρος της
Ευρώπης, ιδίως τα
ανατολικά κράτη της ΕΕ,
χάρηκαν όταν άκουσαν τα
σχέδια του Scholz για
ένα πιο διεκδικητικό
Βερολίνο σε παγκόσμιο
επίπεδο. Αυτό θα σήμαινε
ότι το στρατιωτικό βάρος
της Γερμανίας θα ήταν
επιτέλους ανάλογο με το
οικονομικό της βάρος.
Αλλά στους 14 μήνες που
πέρασαν από τότε που
μίλησε ο Scholz, είναι
προφανές ότι η
προσπάθεια έχει
αποτύχει. Στο πλαίσιο
της ομιλίας του, για
παράδειγμα, ο Scholz
δεσμεύτηκε να
δημιουργήσει ένα ειδικό
ταμείο 100
δισεκατομμυρίων δολαρίων
για τον γερμανικό
στρατό, με σκοπό να τον
βοηθήσει να
εκσυγχρονιστεί μετά από
χρόνια παραμέλησης. Αλλά
όταν η Eva Högl, η
κοινοβουλευτική
επίτροπος για τις
ένοπλες δυνάμεις,
παρουσίασε την ετήσια
έκθεση της επιτροπής για
το 2022 στα μέσα
Μαρτίου, δήλωσε ότι ούτε
ένα σεντ από το ταμείο
δεν είχε φτάσει στην
πραγματικότητα στους
Γερμανούς στρατιώτες.
Χάρη στην γραφειοκρατική
αδράνεια και το
παρατεταμένο τραύμα για
τον ρόλο της Γερμανίας
στον Β' Παγκόσμιο
Πόλεμο, μόνο το ένα
τρίτο του έχει
προοριστεί για έργα. Τα
χρήματα θα εκταμιευθούν
μόνο όταν εκπληρωθούν οι
παραγγελίες για τα
μαχητικά αεροσκάφη F-35
και τα ελικόπτερα
Chinook, πράγμα που θα
πάρει χρόνο. Εν τω
μεταξύ, τα υψηλότερα
επιτόκια έχουν μειώσει
το πραγματικό ποσό στα
ταμεία των ενόπλων
δυνάμεων. Το αποτέλεσμα
είναι ότι ο Bundeswehr
-ο γερμανικός στρατός-
παραμένει φτωχικός.
Οι ένοπλες δυνάμεις
δυσκολεύονται και με
άλλους τρόπους. Ο Scholz
υποσχέθηκε ότι η
Γερμανία θα δαπανά το
ισοδύναμο τουλάχιστον
του 2% του ΑΕΠ της για
τον στρατό, αλλά δεν
έχει ακόμη επιτύχει
αυτόν τον στόχο. Ο
Bundeswehr ίσως επίσης
να δυσκολευτεί να
συγκεντρώσει 30.000
στρατιώτες για το ΝΑΤΟ
σε συνεχή και υψηλή
ετοιμότητα μέχρι το
2025, όπως υποσχέθηκε ο
Scholz ότι θα έκανε η
Γερμανία. Και παρόλο που
το Βερολίνο έχει αρχίσει
να παραδίδει βαρέα όπλα
στην Ουκρανία, το έκανε
μόνο μετά από μήνες
καλοπιασμάτων από τους
συμμάχους.
Ένας από τους λόγους για
τους οποίους η Γερμανία
παραμένει πίσω είναι ότι
εξακολουθεί να εξαρτάται
σε μεγάλο βαθμό από τις
Ηνωμένες Πολιτείες.
Πάρτε, για παράδειγμα,
την διαμάχη για την
προμήθεια αρμάτων μάχης
στην Ουκρανία. Η
Γερμανία κατασκευάζει
άρματα μάχης Leopard,
ένα κομμάτι εξοπλισμού
που θα ήταν ιδιαίτερα
χρήσιμο στην Ουκρανία
όχι μόνο για την
τρομακτική ισχύ πυρός
του, αλλά και για το
σχετικά μεγάλο απόθεμα
στην Ευρώπη και την
εύκολη συντήρησή του.
Ωστόσο, ο Scholz πέρασε
εβδομάδες αρνούμενος
ακόμη και να επιτρέψει
σε άλλες χώρες που
διαθέτουν Leopard, όπως
η Πολωνία, να τα
μεταφέρουν στην
Ουκρανία. (Όταν πωλεί
όπλα σε άλλη χώρα, η
Γερμανία διατηρεί το
δικαίωμα να απαγορεύσει
στον αγοραστή να τα
μεταφέρει σε τρίτους).
Μόνο όταν η Ουάσινγκτον
συμφώνησε να παραδώσει
τα πολύ πιο δυσκίνητα
άρματα μάχης Abrams στην
Ουκρανία, η Γερμανία
υποχώρησε. Το Βερολίνο
χρειαζόταν τελικά την
αμερικανική κάλυψη
προτού δράσει.
Αν και ο συντονισμός με
την Ουάσιγκτον είναι
απαραίτητος, αυτού του
είδους η εξάρτηση δεν
είναι ρεαλιστική. Κατά
την διάρκεια της
διακυβέρνησης Τραμπ, οι
Ηνωμένες Πολιτείες ήταν
ασταθείς στον τρόπο με
τον οποίο αντιμετώπιζαν
το Βερολίνο και την
υπόλοιπη Δυτική Ευρώπη,
γεγονός που ώθησε την
τότε καγκελάριο, Άνγκελα
Μέρκελ, να δηλώσει ότι
ήρθε η ώρα για την
Ευρώπη να «πάρουμε τη
μοίρα μας στα χέρια
μας». Όμως, το
Zeitenwende του Scholz
έκανε ελάχιστα για να
βοηθήσει την Γερμανία να
πείσει την ήπειρο να
ενισχύσει τις συμβατικές
στρατιωτικές της
ικανότητες. Πράγματι,
έχει κάνει ελάχιστα για
να βοηθήσει το Βερολίνο
να ηγηθεί της Ευρώπης. Η
σχέση της Γερμανίας με
την Γαλλία είναι
τεταμένη λόγω της ώθησης
του Μακρόν για αυτονομία
και της πυρηνικής
βιομηχανίας της Γαλλίας,
σε αμφότερα τα οποία το
Βερολίνο αντιτίθεται. Η
Πολωνία έχει επικρίνει
δικαίως την Γερμανία
επειδή αγνόησε τις
ανησυχίες της για την
ασφάλειά της στο
παρελθόν, αλλά η
Βαρσοβία επικρίνει
επίσης την Γερμανία
επειδή δεν κατέβαλε στην
Πολωνία τις αποζημιώσεις
του Β' Παγκοσμίου
Πολέμου.
Πολλά ευρωπαϊκά κράτη
διστάζουν επίσης να
ακολουθήσουν πλήρως το
Βερολίνο και για έναν
κατανοητό λόγο: Η
Γερμανία έχει συχνά
απογοητεύσει τους
εταίρους της με το να
προωθεί τα δικά της
συμφέροντα με το
πρόσχημα ότι κάνει το
καλύτερο για την ΕΕ. Πιο
πρόσφατα, για
παράδειγμα, το Βερολίνο
ανέτρεψε την ήδη
συμφωνημένη νομοθεσία
της ΕΕ που επέβαλε στα
κράτη-μέλη την σταδιακή
κατάργηση των
αυτοκινήτων που
κινούνται με ορυκτά
καύσιμα, δήθεν επειδή η
πολιτική δεν ήταν φιλική
προς την τεχνολογία
(αφού εξαιρούσε τα
καύσιμα αυτοκινήτων που
κατασκευάζονται με
τεχνολογία δέσμευσης
άνθρακα), αλλά στην
πραγματικότητα για να
προστατεύσει την
γερμανική
αυτοκινητοβιομηχανία. Το
Βερολίνο προσπάθησε
επίσης, και απέτυχε, να
εμποδίσει την ΕΕ να
χαρακτηρίσει την
πυρηνική ενέργεια ως
βιώσιμη. Αν το Βερολίνο
θέλει πραγματικά να
ενισχύσει την Ευρώπη,
πρέπει να μάθει να
λαμβάνει υπόψη του άλλες
χώρες κατά την χάραξη
των πολιτικών του.
ΣΠΑΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΔΕΣΜΑ
Αλλά η ομιλία του Scholz
για το Zeitenwende δεν
ήταν απλώς κενή
ρητορική. Σε διάφορους
τομείς, η Γερμανία έχει
πράγματι αρχίσει να
προβάλλει την ισχύ της
με τρόπους που μπορούν
να βοηθήσουν τους
συμμάχους της. Ο νέος
υπουργός Άμυνας της
χώρας, Boris Pistorius,
μπορεί να έχει μείνει
πίσω στον εκσυγχρονισμό
του γερμανικού στρατού,
αλλά σε αντίθεση με τους
προκατόχους του, σαφώς
προσπαθεί. Η ηγεσία του
γερμανικού Υπουργείου
Άμυνας δεν είναι συνήθως
μια περιζήτητη θέση,
αλλά ο Pistorius
δημιούργησε γρήγορα μια
σχέση με τα στρατεύματα
της χώρας και
απολαμβάνει να φοράει
στρατιωτικό εξοπλισμό
και να συμμετέχει σε
στρατιωτικές ασκήσεις.
Δεν έχει διστάσει να
ζητήσει περισσότερα
κονδύλια. Και κατανοεί
ότι ο στρατός πρέπει να
συντονιστεί στενότερα με
την βιομηχανική βάση της
Γερμανίας για να
αναπληρώσει τα αποθέματα
και να προσαρμοστεί στις
σημερινές προκλήσεις.
Αν ο Pistorius καταφέρει
να βελτιώσει την
επικοινωνία μεταξύ του
στρατού και των Γερμανών
κατασκευαστών, ίσως
καταφέρει να κάνει
περισσότερα από το απλώς
να κάνει τις γερμανικές
ένοπλες δυνάμεις
τρομερές. Θα μπορούσε
επίσης να μετατρέψει την
Γερμανία σε κορυφαίο
εξαγωγέα όπλων για τους
συμμάχους της στην Ασία
και την Ευρώπη. Το
Βερολίνο μπορεί να
ενισχύσει περαιτέρω το
εξαγωγικό του δυναμικό,
δεσμευόμενο για πιο
μακροπρόθεσμες αγορές,
μαζί με άλλες
μεταρρυθμίσεις στις
προμήθειες, που θα
δώσουν στους
κατασκευαστές μεγαλύτερη
ασφάλεια. Μπορεί επίσης
να βοηθήσει παρέχοντας
στους συμμάχους
περισσότερα περιθώρια
για τη μεταφορά
γερμανικού εξοπλισμού σε
τρίτους. Η Γερμανία
είναι ένας από τους
κορυφαίους εξαγωγείς του
Δυτικού κόσμου, οπότε αν
αγκαλιάσει την
εξοπλιστική της
βιομηχανία, θα έχει μια
εντυπωσιακή ικανότητα να
παρέχει στους συμμάχους
της τα όπλα που
χρειάζονται.
Το Βερολίνο εργάζεται
ήδη για να γίνει μια
ενεργειακή δύναμη. Μετά
την εισβολή της Ρωσίας
στην Ουκρανία, η
Γερμανία μπόρεσε να
ανεγείρει τερματικούς
σταθμούς υγροποιημένου
φυσικού αερίου με
αστραπιαία ταχύτητα,
επιτρέποντάς της να
απεξαρτηθεί από τις
ρωσικές προμήθειες. Ο
πόλεμος επιτάχυνε επίσης
την κίνηση της Γερμανίας
προς τις ανανεώσιμες
πηγές ενέργειας, όπου
πρόσφατα είχε χάσει το
προβάδισμά της από την
Κίνα. Τώρα, η Γερμανία
είναι έτοιμη να γίνει
ηγέτης της αγοράς στο
πράσινο υδρογόνο, το
οποίο θα μπορούσε επίσης
να δημιουργήσει φιλικούς
προς το κλίμα δεσμούς
μεταξύ του Βερολίνου και
των αναπτυσσόμενων
οικονομιών.
Η εισβολή της Ρωσίας
στην Ουκρανία δίδαξε
επίσης στην Γερμανία την
σημασία της
διαφοροποίησης των
αλυσίδων εφοδιασμού της
και τον κίνδυνο να
βασίζεται σε αυταρχικούς
εταίρους. Αυτό δεν
σημαίνει ότι το Βερολίνο
μπόρεσε να μετατοπίσει
το σύνολο του εμπορίου
του˙ η κυβέρνηση
δυσκολεύτηκε να
απομακρύνει την
γερμανική οικονομία από
τους στενούς δεσμούς της
με την Κίνα. Όμως ο
Scholz έχει καταβάλει
συντονισμένες
προσπάθειες να
συνεργαστεί και να
αποκτήσει πρόσβαση σε
αγορές του παγκόσμιου
Νότου. Φιλοξενώντας
πέρυσι την συνάντηση της
Ομάδας των Επτά (Group
of Seven, G-7), για
παράδειγμα, ο Σολτς
κάλεσε διάφορες
αναπτυσσόμενες χώρες να
συμμετάσχουν, κάτι που
τελικά έκαναν οι ηγέτες
της Αργεντινής, της
Ινδίας, της Ινδονησίας,
της Σενεγάλης, και της
Νότιας Αφρικής. Ο Scholz
ταξίδεψε στην Βραζιλία,
την Ινδία, την
Ινδονησία, τον Νίγηρα,
την Σενεγάλη, τη Νότια
Αφρική, και το Βιετνάμ
για να συζητήσει το
εμπόριο και τις
επενδύσεις, εν μέρει για
να αποφύγει την εξάρτηση
από την Κίνα. Τα ταξίδια
αυτά εξυπηρετούν επίσης
έναν πολύτιμο
διπλωματικό σκοπό. Με
την συνάντηση με αυτές
τις χώρες, ο Σολτς
μετατρέπει την Γερμανία
σε αξιόπιστο συνομιλητή
μεταξύ της Δύσης και των
δημοκρατιών του
παγκόσμιου Νότου.
Το Zeitenwende, λοιπόν,
είναι σαφώς ένα
σημαντικό σημείο καμπής
για την Γερμανία.
Ωστόσο, όσο το Βερολίνο
σέρνει τα πόδια του όσον
αφορά τον στρατό του, η
κυβέρνηση δεν θα είναι
ένας αποτελεσματικός
διατλαντικός εταίρος,
εμποδίζοντας τις
Ηνωμένες Πολιτείες να
επικεντρωθούν σε μεγάλο
βαθμό στην ασφάλεια στον
Ινδο-Ειρηνικό. Ο Scholz
φαίνεται να το
αναγνωρίζει αυτό και
έχει παραδεχθεί ότι η
χώρα του χρειάζεται «μια
νέα στρατηγική
κουλτούρα» για να
ολοκληρώσει την
υποσχόμενη στροφή. Αυτό
μπορεί να πάρει μια
γενιά, αλλά ο Scholz
θέτει τα θεμέλια για την
επόμενη εποχή της
Γερμανίας.
Η SUDHA DAVID-WILP είναι
ανώτερη διατλαντική
συνεργάτις και
περιφερειακή διευθύντρια
του γραφείου στο
Βερολίνο του German
Marshall Fund of the
United States.
Foreign Affairs
https://foreignaffairs.gr/articles/74116/sudha-david-wilp/i-germania-eksakoloythei-na-min-exei-bgei-mprosta?page=show
https://www.foreignaffairs.com/germany/germany-still-hasnt-stepped |