Σύμφωνα
με τα όσα γράφει ο
οικονομολόγος στο
τελευταίο τεύχος του
περιοδικού The
International Economy, η
παγκόσμια οικονομία
απέφυγε έναν μεγάλο
κίνδυνο κρίσης τα
τελευταία δύο χρόνια. Η
εκτίναξη των κρατικών
χρεών που προκάλεσε η
πανδημία του κορωνοϊού
και οι απότομες αυξήσεις
των επιτοκίων από τις
κεντρικές τράπεζες στην
προσπάθειά τους να
αντιμετωπίσουν τον
πληθωρισμό, θα μπορούσαν
εύκολα να είχαν
«τρομάξει» τις αγορές
ομολόγων, σημειώνει.
Αλλά
πέραν κάποιων
μεμονωμένων περιπτώσεων
στις αναδυόμενες αγορές
και ένα σύντομα
επεισόδιο στη Βρετανία,
οι επενδυτές συνέχισαν
να αγοράζουν
ποσότητες-ρεκόρ κρατικών
ομολόγων στην περίοδο
αυτή.
Με
δεδομένο ότι πλέον
έχουμε μπει σε φάση
μείωσης των επιτοκίων, ο
άμεσος κίνδυνος για μια
κρίση χρέους έχει
παρέλθει, σύμφωνα με τον
Schmieding της
Berenberg.
Βέβαια,
τα ρίσκα επιμένουν. Τα
χρέη έχουν φτάσει σε
δυσθεώρητα επίπεδα σε
πολλές χώρες. Με
συνολικό ιδιωτικό και
δημόσιο χρέος στο 290%
του ΑΕΠ, η Κίνα, για
παράδειγμα, κουβαλά ένα
δυσανάλογο βάρος για μια
χώρα η οποία είναι κατά
το ήμισυ φτωχή, τονίζει
ο οικονομολόγος. Όμως,
αυτό το χρέος είναι
σχεδόν στο σύνολό του
εσωτερικό και σε εθνικό
νόμισμα, επομένως,
έχοντας τον πληθωρισμό
υπό έλεγχο, η κεντρική
τράπεζα θα μπορούσε να
χρησιμοποιήσει τον
ισολογισμό της για να
αγοράσει ομόλογα και εάν
χρειαστεί, να αποτρέψει
μια κρίση χρέους.
Ο
επικεφαλής οικονομολόγος
της Berenberg τονίζει,
την ίδια στιγμή, ότι η
δημοσιονομική πολιτική
των ΗΠΑ είναι μη
βιώσιμη. Τα ελλείμματα
του 7% σε μία περίοδο
που η οικονομία
αναπτύσσεται με καλούς
ρυθμούς επιφυλάσσουν
μεγάλα προβλήματα για το
μέλλον. Όμως, η
αμερικανική αγορά
ομολόγων διατηρεί το
προφίλ του ασφαλούς
καταφυγίου για τους
διεθνείς επενδυτές. Σε
καιρούς αυξημένων
γεωπολιτικών κινδύνων,
οι εισροές αυτές
επιτρέπουν στις ΗΠΑ να
τη «γλιτώνει» παρά τις
δημοσιονομικές «τρέλες»
της, για μεγαλύτερο
διάστημα από ό,τι θα
επιτρεπόταν σε άλλες
χώρες.
Έτσι,
εκτός και εάν οι ΗΠΑ
επιδοθούν σε κάποιο
όργιο μειώσεων φόρων ή
δαπανών μετά τις
εκλογές, οι «τιμωροί»
των ομολόγων («bond
vigilantes»),
πιθανότατα θα τους τη
«χαρίσουν» τα επόμενα
τρία χρόνια, εκτιμά ο
Schmieding.
Προειδοποιεί, όμως, ότι
η ηρεμία δεν θα
διαρκέσει για πολύ εάν
δεν υπάρχει ελπίδα για
την επιστροφή στη
δημοσιονομική σύνεση στο
προσεχές μέλλον. «Σε
κάποιο σημείο, οι αγορές
πιθανότατα θα αναγκάσουν
με το ζόρι τις Ηνωμένες
Πολιτείες να
προσαρμόσουν τη
δημοσιονομική στάση
τους. Σχεδόν εξ ορισμού,
οι πολιτικές δεν μπορούν
να παραμείνουν μη
διατηρήσιμες για πάντα»,
σημειώνει ο
οικονομολόγος.
Κατά τα
άλλα, εκτιμά ότι κάποιες
αναδυόμενες χώρες
πιθανότατα θα
χρεοκοπήσουν τα επόμενα
χρόνια, όπως συμβαίνει
συνήθως.
Πιθανές
εστίες κινδύνου
εντοπίζει ο Schmieding
και σε πιο σκοτεινές
γωνιές των αγορών χρέους
και παραγώγων.
Όμως,
όπως επισημαίνει, οι
αξιωματούχοι σε όλο τον
κόσμο πήραν ένα
σημαντικό μάθημα από τον
καταστροφικό τρόπο με
τον οποίο οι ΗΠΑ
αντιμετώπισαν την κρίση
της Lehman Brothers τον
Σεπτέμβριο του 2008.
Πλέον, έχουν επίγνωση
του κινδύνου μετάδοσης
μιας κρίσης (contagion
risk) και ξέρουν πώς να
περιορίσουν αυτά τα
ρίσκα.
«Επομένως, μοιάζει
απίθανο ότι η σημερινή
γενιά των policymakers
θα επέτρεπε σε
οποιαδήποτε από τις
μεμονωμένες κρίσεις
χρέους που φαίνονται
πιθανές για τα επόμενα
χρόνια, να ξεφύγει από
τον έλεγχο και να
προκαλέσει κάποια μεγάλη
παγκόσμια καταστροφή»,
καταλήγει ο Schmieding
της Berenberg Bank.
|