Συγκεκριμένα, η Citi
αναφέρει ότι το
Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στη
σύνοδό του στις 20-21
Μαρτίου, ενδέχεται να
λάβει τις τελικές
αποφάσεις για την
ευρωπαϊκή άμυνα, αφού
προηγηθεί η παρουσίαση
της Λευκής Βίβλου για
την ευρωπαϊκή άμυνα στις
19 Μαρτίου. Στις 4
Μαρτίου, η Ευρωπαϊκή
Επιτροπή πρότεινε το
σχέδιο ReArm Europe,
ύψους 800 δισ. ευρώ, το
οποίο περιλαμβάνει
δαπάνες 650 δισ. ευρώ
από τα κράτη μέλη της
ΕΕ, σε συνδυασμό με 150
δισ. ευρώ δανείων που θα
χρηματοδοτηθούν μέσω του
προϋπολογισμού της ΕΕ,
στο πλαίσιο του νέου
μηχανισμού Δράση για την
Ασφάλεια στην Ευρώπη
(SAFE). Πριν από τη
συνεδρίαση του
Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η
Κομισιόν αναμένεται να
δημοσιεύσει και τη
σχετική νομική πρόταση.
Ποιες
χώρες είναι πιθανό να
επωφεληθούν από τα νέα
δάνεια SAFE;
Η ζήτηση
για τα νέα δάνεια της ΕΕ
εξαρτάται από το όφελος
που θα έχουν οι χώρες σε
σχέση με το κόστος
χρηματοδότησής τους από
τις αγορές, καθώς αυτά
τα δάνεια θα
συνυπολογίζονται στο
δημόσιο χρέος κάθε
κράτους. Επίσης, θα
επηρεαστεί και από τους
όρους που θα τα
συνοδεύουν.
Ανατρέχοντας στο
πρόγραμμα δανείων SURE
(2020-2022), η Citi
επισημαίνει ότι 19 από
τα 27 κράτη μέλη
υπέβαλαν αιτήσεις για
συνολικά 98,4 δισ. ευρώ
από τα 100 δισ. ευρώ που
διατέθηκαν,
καταγράφοντας σχεδόν
πλήρη απορρόφηση των
πόρων. Οι χώρες με την
υψηλότερη πιστοληπτική
αξιολόγηση, όπως η
Γερμανία, η Γαλλία, η
Ολλανδία, η Αυστρία, η
Φινλανδία, η Σουηδία και
η Δανία, δεν αξιοποίησαν
τα δάνεια αυτά. Στο
πλαίσιο του SURE, τα
συνολικά δάνεια προς
τους τρεις μεγαλύτερους
δικαιούχους
περιορίστηκαν στα 60
δισ. ευρώ.
Στο
πρόγραμμα NGEU, οι χώρες
της ΕΕ αιτήθηκαν δάνεια
ύψους 291 δισ. ευρώ από
τα διαθέσιμα 396 δισ.
ευρώ του RRF (περίπου
73% απορρόφηση), με την
Ιταλία να λαμβάνει πάνω
από το 40% του συνολικού
ποσού. Ενώ το ανώτατο
όριο δανειακής στήριξης
είχε τεθεί στο 6,8% του
ΑΕΠ του 2019, η Κομισιόν
επέτρεψε σε χώρες όπως η
Ελλάδα, η Κροατία, η
Ιταλία, η Πολωνία και η
Ρουμανία να το υπερβούν.
Σύμφωνα
με τους υπολογισμούς της
Citi, με βάση το
σημερινό κόστος
δανεισμού της ΕΕ, οι
χώρες της Ευρωζώνης για
τις οποίες τα δάνεια
SAFE εμφανίζονται ως
οικονομικά πιο
συμφέρουσα επιλογή
έναντι του δανεισμού από
τις αγορές είναι η
Γαλλία, η Ιταλία, η
Ισπανία, το Βέλγιο και η
Ελλάδα, ενώ και η
Πορτογαλία ενδέχεται να
ωφεληθεί αν ληφθεί υπόψη
η απόδοση των ομολόγων
της με μεγαλύτερη
διάρκεια από 10 έτη.
Αντίθετα, για χώρες όπως
η Γερμανία, η Ολλανδία,
η Φινλανδία και ορισμένα
κράτη της Βαλτικής, η
προσφυγή στα δάνεια SAFE
δεν προσφέρει κάποιο
οικονομικό πλεονέκτημα.
Ωστόσο,
καθώς η πρόταση της
Κομισιόν αφορά
αποκλειστικά δάνεια,
χωρίς επιχορηγήσεις, τα
οποία θα ενσωματωθούν
στο δημόσιο χρέος κάθε
χώρας, η λήψη τους θα
εξαρτηθεί από τη
δημοσιονομική ευελιξία
που διαθέτουν τα κράτη
μέλη.
Μεταξύ
των χωρών της Ευρωζώνης
με υψηλό δημόσιο χρέος,
η Citi εκτιμά ότι η
Ελλάδα και η Ιταλία θα
επιδείξουν ιδιαίτερο
ενδιαφέρον για τα νέα
δάνεια. Αντίθετα, η
εικόνα είναι λιγότερο
ξεκάθαρη για το Βέλγιο,
την Ισπανία, τη Σλοβενία
και τη Λετονία. Αν
εξεταστεί το κόστος
δανεισμού στη 30ετία, τα
δάνεια SAFE φαίνονται
ελκυστικότερα για
περισσότερες χώρες.
Ένα
ερωτηματικό παραμένει η
στάση της Γαλλίας, η
οποία δεν είχε
αξιοποιήσει τα
προγράμματα SURE και
NGEU. Ωστόσο, με την
επιδεινούμενη
δημοσιονομική της
κατάσταση και το
αυξημένο έλλειμμα, η
Citi θεωρεί πιθανότερο
αυτή τη φορά να κάνει
χρήση των ευρωπαϊκών
δανείων.
Δεδομένου ότι τα νέα
δάνεια SAFE είναι
ιδιαίτερα ελκυστικά για
τις δύο μεγαλύτερες
οικονομίες της
Ευρωζώνης, την Ιταλία
και τη Γαλλία, η Citi
εκτιμά ότι η ΕΕ
ενδέχεται να εφαρμόσει
περιορισμούς παρόμοιους
με αυτούς του SURE, ώστε
να διασφαλιστεί η
κατανομή των κεφαλαίων
και σε μικρότερες χώρες.
Στο πλαίσιο του SURE, οι
τρεις μεγαλύτεροι
δικαιούχοι (Ιταλία,
Ισπανία, Πολωνία)
περιορίστηκαν σε δάνεια
60 δισ. ευρώ, που
αντιστοιχούσαν στο 60%
των συνολικών διαθέσιμων
κεφαλαίων. Αντίστοιχα,
εάν εφαρμοστεί παρόμοια
αναλογία στο SAFE, τότε
το ανώτατο όριο για την
Ιταλία, τη Γαλλία και
την τρίτη μεγαλύτερη
χώρα-δικαιούχο θα
διαμορφωθεί στα 90 δισ.
ευρώ.
Η Citi
αναμένει ότι τα δάνεια
SAFE θα προσελκύσουν
ισχυρό ενδιαφέρον από τα
κράτη μέλη, καθώς η
τρέχουσα τιμολόγηση τα
καθιστά συμφέρουσα
επιλογή και για
ορισμένες μικρότερες
χώρες. Ωστόσο, δεν
προβλέπει περαιτέρω
ευρωπαϊκά δάνεια στο
άμεσο μέλλον,
τουλάχιστον μέχρι να
διαφανεί η συνολική
απορρόφηση των
διαθέσιμων κεφαλαίων RRF
στο τέλος του 2026. Προς
το παρόν, μόλις το 28%
των προβλεπόμενων
μεταρρυθμίσεων και
στόχων του RRF έχει
υλοποιηθεί, γεγονός που
αφήνει ανοικτό το
ενδεχόμενο να υπάρξει
διαθέσιμη ρευστότητα στο
μέλλον.
|